Πηγή:Capital.gr
Του Κώστα Ράπτη
Η υπόθεση Ασάνζ κρίνεται νομικά σε πολλά διαφορετικά επίπεδα και αναδεικνύει αντίστοιχα πολιτικά ζητήματα.
Το επίπεδο στο οποίο ήδη κρίθηκε είναι αυτό του Εκουαδόρ, το οποίο ήρε την ασυλία που πρόσφερε στον ιδρυτή του Wikileaks τα τελευταία επτά χρόνια στην πρεσβεία του στο Λονδίνο και επέτρεψε τη σύλληψή του από τη βρετανική αστυνομία. Είχε προηγηθεί η μετατροπή της φιλοξενίας του Ασάνζ σε οιονεί κράτηση, με περιορισμό της επικοινωνίας του με τον έξω κόσμο, αφαίρεση του διπλωματικού διαβατηρίου και εντέλει και της εκουαδοριανής υπηκοότητας που του είχε χορηγηθεί, με την επίκληση “παρατυπιών”, “ανάμιξης στα εσωτερικά του Εκουαδόρ”, ακόμη και δημοσιοποίησης στοιχείων του πρεσβευτή και της οικογένειάς του.
Η ρήξη στις σχέσεις του Ασάνζ με το Κίτο εικονογραφεί τη μεγάλη πολιτική αλλαγή που έχει συντελεστεί στο Εκουαδόρ, καθώς η μεταβίβαση της εξουσίας από τον Ραφαέλ Κορέα (πρωτεργάτη της διαγραφής του εκουαδοριανού χρέους και της απομάκρυνσης των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων) στον άλλοτε αντιπρόεδρό του Λενίν Μορένο σηματοδότησε στενότερη πρόσδεση στις προτεραιότητες των ΗΠΑ. Η προσφυγή του Εκουαδόρ στο ΔΝΤ, όπου η Ουάσιγκτον αποτελεί τον κύριο μέτοχο, φαίνεται πως λειτούργησε καταλυτικά – όπως βέβαια και η δημοσιοποίηση από τα ίδια τα Wikileaks στοιχείων για τους εξωχώριους λογαριασμούς της οικογένειας Μορένο στον Παναμά. Η εποχή που η Λατινική Αμερική κυριευόταν από το “ροζ κύμα” των (κεντρο)αριστερών κυβερνήσεων και οι ΗΠΑ έμοιαζαν να χάνουν τον έλεγχο της “πίσω αυλής” τους ανήκει στο παρελθόν.
Το δεύτερο επίπεδο στο οποίο κρίνεται η τύχη του Ασάνζ είναι το βρετανικό. Η άμεση κατηγορία που αντιμετωπίζει ο ιδρυτής των Wikileaks είναι ότι καταφεύγοντας στην πρεσβεία του Εκουαδόρ παραβίασε τους όρους της εγγύησής του και έπαψε να είναι διαθέσιμος στη βρετανική δικαιοσύνη, η οποία εξέταζε αίτημα έκδοσής του στην Σουηδία με την κατηγορία του βιασμού. Όμως πρόκειται για συγκριτικώς έλασσον αδίκημα – πόσω μάλλον που ο εναντίον του φάκελος στη Σουηδία έχει κλείσει. Το πραγματικό ζήτημα είναι αν η βρετανική πλευρά πρόκειται να εκδώσει τον Ασάνζ στις ΗΠΑ για τις κατηγορίες που δημοσιοποιήθηκαν χθες (ή και όσες άλλες προστεθούν) και αφορούν τη δημοσιοποίηση αμερικανικών κρατικών απορρήτων από τα Wikileaks.
Επ’ αυτού πρόκειται να δοθεί η μάχη το επόμενο διάστημα – όχι μόνο νομική, αλλά και πολιτική. Ήδη το Εργατικό Κόμμα δια του Τζέρεμι Κόρμπιν και της σκιώδους υπουργού Εσωτερικών Νταϊάν Άμποτ έχει καταγγείλει την προοπτική έκδοσης του Ασάνζ, αν οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει αφορούν λ.χ. την αποκάλυψη εγκλημάτων πολέμου στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. (Το Εκουαδόρ νίπτει τας χείρας του, έχοντας λάβει τις διαβεβαιώσεις της Βρετανίας ότι ο Ασάνζ δεν θα εκδοθεί όπου τυχόν θα αντιμετωπίσει την θανατική ποινή). Η κυβέρνηση Μέι, πάλι, διακηρύσσει ότι ουδείς είναι υπεράνω του νόμου.
Στις ίδιες τις ΗΠΑ, νομικοί και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων τονίζουν ότι η υπόθεση κινείται σε μιαν επικίνδυνη “γκρίζα ζώνη”. Η νομολογία (λ.χ η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου για την δημοσίευση από τους New York Times των Pentagon Papers το 1971) εξασφαλίζει ότι όσο και αν ο δράστης της διαρροής απορρήτων τιμωρείται, το μέσο ενημέρωσης που υποδέχεται τις αποκαλύψεις ούτε διώκεται ούτε μπορεί να περιοριστεί.
Η ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης για την υπόθεση κάνει γνωστό ότι ο ιδρυτής των Wikileaks αντιμετωπίζει ποινή έως και πέντε ετών, διότι παρότρυνε την πρώην λοχία Τσέλσι Μάνινγκ (που πρόσφατα επέστρεψε στη φυλακή, επειδή ακριβώς αρνείται να καταθέσει κατά του Ασάνζ) να αποσπάσει πληροφορίες από κρατικά πληροφοριακά συστήματα και μάλιστα την διευκόλυνε να βρει το κατάλληλο password. Με άλλα λόγια, υποστηρίζεται (με βάση και στοιχεία από την ηλεκτρονική τους αλληλογραφία) ότι η σχέση Μάνινγκ-Ασάνζ δεν είναι απλώς μια σχέση πηγής-δημοσιογράφου, αλλά συνέργεια στο αδίκημα της παραβίασης απορρήτων.
Σε κάθε περίπτωση, ο πόλεμος κατά των “whistleblowers” (μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος) που έχει κηρυχθεί από την εποχή του Μπαράκ Ομπάμα, κλιμακώνεται, ενώ ιδιαίτερο προηγούμενο δημιουργεί η δίωξη ενός πολίτη τρίτης χώρας για τα όσα διέπραξε χάριν ενός δημοσιογραφικού οργανισμού εκτός Αμερικής.
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικλ Πομπέο, βέβαια, αρνείται την δημοσιογραφική φύση των Wikileaks, τα οποία έχει χαρακτηρίσει ιδιόμορφο οργανισμό πληροφοριών, στην υπηρεσία της Ρωσίας.
Το ότι η σύλληψη του Ασάνζ έχει τη δυνατότητα να αναβιώσει το αφήγημα του Russiagate, παρά την άδοξη λήξη των ερευνών του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μάλερ, πιθανότατα εξηγεί και την χλιαρή αντίδραση του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος απέφυγε να προβεί σε δηλώσεις σχετικά. Υπενθυμίζει, όμως, και το κύριο πολιτικό πρόβλημα του Ασάνζ: την εχθρότητα που τρέφει πλέον προς το εγχείρημά του κατεξοχήν η liberal πτέρυγα του πολιτικού φάσματος και των μέσων ενημέρωσης – παρά τη συνεργασία πολλών εξ αυτών με τα Wikileaks στα πρώτα βήματά τους.