Πηγή: 902

«Μια εικόνα χίλιες λέξεις λέει ο λαός». Η συγκεκριμένη φωτογραφία αποτυπώνει ανάγλυφα την εξοντωτική δουλειά και τη στυγνή εκμετάλλευση των εργαζομένων στις ταχυμεταφορές, βοηθώντας μας να καταλάβουμε πως χτίζονται τα κέρδη των επιχειρήσεων του κλάδου.

Εάν θέλαμε να χαριτολογήσουμε, θα βάζαμε ως κουίζ το ερώτημα που βρίσκεται στην φωτογραφία ο ταχυμεταφορέας; Τα εμπορεύματα που κουβαλάει ο συγκεκριμένος εργαζόμενος τον έχουν πραγματικά κρύψει. Όμως, επειδή η συγκεκριμένη φωτογραφία και ο κυνισμός των εργοδοτών δεν σηκώνουν αστεϊσμούς, οι εργασιακές αυτές συνθήκες μόνο ως «έγκλημα» μπορούν να χαρακτηριστούν.

Μακάρι οι συγκεκριμένες συνθήκες να ήταν η εξαίρεση. Δυστυχώς, τα όσα κατήγγειλαν στην διάρκεια της συνέντευξης τύπου που παραχώρησαν στις 13/12/2020 μέλη της διοίκησης του Συνδικάτου Εργατοϋπαλλήλων Ταχυδρομείων – Ταχυμεταφορών Ν. Αττικής (ΣΕΤΤΑ) δεν επιτρέπουν μια τέτοια αισιοδοξία…

Οι εργαζόμενοι στις Ταχυμεταφορές, τόνισαν, «βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε ένα “Black Friday” διαρκείας, με 10ωρα και 12ωρα σε καθημερινή βάση, χωρίς ρεπό, χωρίς ξεκούραση, έχουμε καταγγελίες για κανονικές άδειες που δεν δίνονται, ακόμα και όταν υπάρχει σοβαρή οικογενειακή ανάγκη. Σήμερα υπάρχουν υπόλοιπα άδειας σε εργαζόμενους που αγγίζουν τις 20 μέρες. Με τους χώρους δουλειάς μας να είναι πραγματική εστία μετάδοσης του ιού για εργαζόμενους και πολίτες. (…) Η κατάσταση για τους εργαζόμενους στις Ταχυμεταφορές ήταν ήδη άθλια (…) υπάρχουν δεκάδες διαφορετικές εργασιακές σχέσεις (…) με κατακερματισμένα δικαιώματα. Σε καθεστώς ομηρίας, μιας και δε μπορούν να διεκδικήσουν ούτε τα αυτονόητα μπροστά στον φόβο της μη ανανέωσης της σύμβασης. Με μισθούς των 500-600 ευρώ, 2,5 ευρώ την ώρα δηλαδή. Με εκατοντάδες συναδέλφους μας να δουλεύουν ανασφάλιστοι».

Η αύξηση του όγκου εργασίας σημαίνει πως «ένας courier από εκεί που έπαιρνε 80 κομμάτια στην αρχή του δρομολογίου, σήμερα μπορεί να παίρνει 120 με 130 ή να πηγαίνει και να ξαναφορτώνει μέσα στην μέρα! (…) Για τη σημερινή κατάσταση έχει τεράστια ευθύνη η κυβέρνηση, τα υπουργεία, οι εργοδότες».