Γιώργος Αλεξάτος
Πηγή: Iskra.gr
Ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου στα χρόνια της φασιστικής Κατοχής
«Και επειδή σίμωνε η μέρα που το Γένος είχε συνήθειο να γιορτάζει τον άλλο Σηκωμό, τη μέρα πάλι εκείνη ορίσανε για την Έξοδο. Και νωρίς εβγήκανε καταμπροστά στον ήλιο, με πάνου ως κάτου απλωμένη την αφοβιά σαν σημαία, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες. Και ακολουθούσαν άντρες πολλοί, και γυναίκες, και λαβωμένοι με τον επίδεσμο και τα δεκανίκια. Όπου έβλεπες άξαφνα στην όψη τους τόσες χαρακιές, που ‘λεγες είχανε περάσει μέρες πολλές μέσα σε λίγην ώρα».
(Οδυσσέας Ελύτης, «Άξιον Εστί»)
Συνήθως τυπικοί μέχρι τότε οι εορτασμοί της έκρηξης της εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης του 1821, κάθε χρόνο στη συμβολική, για θρησκευτικούς λόγους, ημερομηνία της 25ης Μαρτίου, ήταν στα χρόνια της κατοχής της Ελλάδας από τα στρατεύματα του φασιστικού Άξονα, που προσέλαβαν χαρακτηριστικά μαζικών λαϊκών μαχητικών κινητοποιήσεων.
Το 1821 υπήρξε, ούτως ή άλλως, σημείο αναφοράς, αμέσως μετά την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας, στις 28 Οκτωβρίου 1940. Λίγες μέρες αργότερα, την 1η Νοεμβρίου, ο Κωστής Παλαμάς θα γράψει τους περίφημους στίχους του, παρότρυνση σε ανυποχώρητο αγώνα για την υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας:
«Αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα
μεθύστε με τ’ αθάνατο κρασί του Εικοσιένα».
Οι αναφορές στο ’21 χαρακτήριζαν και το αντιστασιακό κίνημα του ΕΑΜ, με την καθιέρωση του θεσμού του «καπετάνιου» στις μάχιμες δυνάμεις της Αντίστασης, τα ελασίτικα ψευδώνυμα, εμπνευσμένα από τα ονόματα αγωνιστών της Επανάστασης κ.λπ., ενώ η σύνδεση των δύο εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων εξυμνήθηκε σε πλήθος τραγουδιών της εποχής:
«Ο Γοργοπόταμος στην Αλαμάνα στέλνει περήφανο χαιρετισμό» και «Ξαναζωντάνεψε τ’ αρματολίκι», «Αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι, πάντα είν’ ο ίδιος ο λαός» κ.ά.
Στη συνείδηση της μεγάλης πλειονότητας του δοκιμαζόμενου ελληνικού λαού η σύνδεση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821 μ’ εκείνον που διεξήγαγε το κίνημα Εθνικής Αντίστασης κατά της φασιστικής κατοχής, ήταν προφανής.
Στόχος και στη μια και στην άλλη περίπτωση, ήταν η εθνική ανεξαρτησία, προϋπόθεση για τη διεκδίκηση της λαϊκής κυριαρχίας και της κοινωνικής προκοπής, όπως εκφραζόταν και από το εαμικό σύνθημα της «Λαοκρατίας». Στο οποίο, εκτός των άλλων, συμπυκνωνόταν και η προσδοκία της υλοποίησης των οραμάτων του ’21, ως μιας Επανάστασης που θεωρούνταν ανολοκλήρωτη.
Καθώς η εθνική ανεξαρτησία θεωρούνταν περιορισμένη λόγω των παρεμβάσεων των δυτικών Μεγάλων Δυνάμεων, η δημοκρατία υπό αναίρεση ή υπό συνεχή απειλή, και η κοινωνική εκμετάλλευση καταδίκαζε, διαχρονικά, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στη φτώχεια και την εξαθλίωση.
Η απόπειρα επίσημου εορτασμού της 25ης Μαρτίου το 1942 από τη δωσιλογική κυβέρνηση του στρατηγού Τσολάκογλου κατέληξε σε φιάσκο. Για τη μεγάλη πλειονότητα του λαού ο εορτασμός με τη συμμετοχή εκπροσώπων των δυνάμεων κατοχής, Γερμανών και Ιταλών, και η κατάθεση στεφάνων στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, αλλά και στα Μνημεία των πεσόντων Γερμανών και Ιταλών στρατιωτών, αντιμετωπίστηκαν με φανερή εχθρότητα.
Η παρουσία του Τσολάκογλου σε εορταστική εκδήλωση στο Πανεπιστήμιο Αθηνών προκάλεσε την οργή χιλιάδων φοιτητών, που αποδοκιμάζοντάς τον τον υποχρέωσαν να αποχωρήσει. Για ν’ ακολουθήσει μαζική διαδήλωση στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, με τη συμμετοχή και χιλιάδων άλλων νέων και εργατών, που κινητοποιήθηκαν από τις οργανώσεις του ΚΚΕ, της ΟΚΝΕ, του ΕΑΜ και του Εργατικού ΕΑΜ.
Η συγκλονιστική αυτή κινητοποίηση, στην οποία προπορεύονταν εκατοντάδες ανάπηροι του πρόσφατου Ελληνοϊταλικού Πολέμου, χτυπήθηκε ένοπλα από τους Ιταλούς καραμπινιέρους, με συνέπεια δεκάδες τραυματισμούς. Εντούτοις, δεν μπόρεσαν να τη διαλύσουν.
Οι χιλιάδες διαδηλωτές έφτασαν μέχρι την πλατεία Συντάγματος, όπου κατέθεσαν στεφάνι στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, αναιρώντας τη βεβήλωσή του από την κατοχική κυβέρνηση και τους εκπροσώπους των κατακτητών, μόλις πριν λίγες ώρες.
Ενώ στεφανώθηκαν, επίσης, οι προτομές των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας στην πλατεία Κολωνακίου, του Ρήγα Φεραίου στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου και των αγωνιστών του ’21 στο Πεδίο του Άρεως, με τους Ιταλούς να έχουν εγκαταλείψει την προσπάθεια διάλυσης του πλήθους, ήταν χιλιάδες αυτοί που περνούσαν όλη μέρα από το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, καλύπτοντάς το με αναρίθμητα στεφάνια και λουλούδια. Στη μεγάλη πλειονότητά τους γυναίκες.
Τον επόμενο χρόνο, το 1943, η εαμική Αντίσταση είχε προσλάβει τεράστιες διαστάσεις, και δεν περιοριζόταν στην ένοπλη πάλη στην ύπαιθρο, αλλά συγκροτούνταν και ως μαζικό λαϊκό κίνημα. Ο εορτασμός της 25ης Μαρτίου γινόταν μετά από την περιφανή νίκη των μεγάλων κινητοποιήσεων κατά της πολιτικής επιστράτευσης, στις 24 Φεβρουαρίου και 5 Μαρτίου.
Με έκδηλη ανησυχία για λαϊκές αντιδράσεις και έχοντας την εμπειρία του φιάσκου της προηγούμενης χρονιάς, οι κατακτητές και η κυβέρνηση των δωσιλόγων δεν τόλμησαν να πραγματοποιήσουν καμιά επίσημη δημόσια εκδήλωση, ενώ απαγορεύτηκε αυστηρά και επί ποινή θανάτου, οποιοσδήποτε εορτασμός. Επιδόθηκε, μάλιστα, στον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό και έγγραφο απαγόρευσης κάθε σχετικής αναφοράς στην Επανάσταση του ’21, κατά τις εκκλησιαστικές τελετές για τη γιορτή του Ευαγγελισμού.
Εντούτοις, οι απαγορεύσεις και οι απειλές έπεσαν στο κενό. Σε όλες, σχεδόν, τις εκκλησίες, κυρίως αυτές των εργατικών-λαϊκών συνοικιών, την εορταστική λειτουργία ακολούθησε το ανέμισμα σημαιών, με τους πιστούς να ψάλλουν τον Εθνικό Ύμνο. Και αμέσως μετά, δεκάδες χιλιάδες, μεταξύ των οποίων ξεχώριζαν τα πλήθη των νέων που είχαν ενταχθεί στη νεοσύστατη ΕΠΟΝ, πλημμύρισαν τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, κατευθυνόμενοι προς το Πεδίο του Άρεως, όπου στεφανώθηκαν και πάλι οι προτομές των ηρώων της Επανάστασης του 1821.
Το πλήθος δέχτηκε άγριες επιθέσεις από Ιταλούς καραμπινιέρους, ακόμη και έφιππους, τις οποίες απέκρουε, τρέποντας, πολύ συχνά, τους φασίστες σε άτακτη φυγή. Αναφέρονται μάλιστα και περιπτώσεις γυναικών που αφόπλισαν Ιταλούς.
Αποτέλεσμα της σύγκρουσης μεταξύ διαδηλωτών και φασιστών ήταν τέσσερις νεκροί αγωνιστές και δεκάδες τραυματίες. Που με το αίμα τους σφράγισαν μια ακόμη νίκη του αντιστασιακού μαζικού λαϊκού κινήματος.
Την προηγούμενη μέρα, στις 24 Μαρτίου 1943, χιλιάδες επονίτες της Θεσσαλονίκης, που συμμετείχαν σε εορταστική εκδήλωση στο Πειραματικό Σχολείο, συγκρούστηκαν με γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις, που έριχναν εναντίον τους με πολυβόλα. Και τη μέρα της 25ης Μαρτίου, μετά την εκκλησιαστική τελετή στον ναό της Αγίας Σοφίας, ένα τεράστιο πλήθος διαδηλώνει στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, για να διαλυθεί μετά από ώρες και αλλεπάλληλες ένοπλες επιθέσεις των Γερμανών.
Αν και σε περιορισμένη έκταση, μαζικοί εορτασμοί έγιναν και σε πολλές άλλες πόλεις της Ελλάδας, με πιο σημαντική τη μεγάλη αντικατοχική διαδήλωση του Αγρινίου, στην οποία πρωτοστάτησαν οι επονίτες και οι καπνεργάτες.
Φυσικά, η 25η Μαρτίου γιορτάστηκε σε όλες τις μονάδες του ΕΛΑΣ και σε όλα τα μέρη που είχε απελευθερώσει και αποτελούσαν την «Ελεύθερη Ελλάδα».
Το 1944 η ανάπτυξη του αντιστασιακού κινήματος ήταν τέτοια ώστε η κυβέρνηση Ράλλη και οι Γερμανοί κατακτητές δεν μπορούσαν να ελέγξουν παρά μόνο μια περιορισμένη έκταση γύρω από την πλατεία Συντάγματος, όπου πραγματοποιήθηκε και επίσημη εκδήλωση, με τη συμμετοχή των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Τη μέρα εκείνη, της 25ης Μαρτίου 1944, ο εορτασμός της εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης πραγματοποιήθηκε σε όλες τις εαμοκρατούμενες εργατικές-λαϊκές συνοικίες, έτσι ώστε το μεγαλύτερο μέρος του λεκανοπεδίου, ντυμένο στα γαλανόλευκα και με τους τοίχους καλυμμένους από συνθήματα του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ, να εμφανίζει εικόνα απελευθερωμένης πόλης.
Ήδη από τις 10 Μαρτίου είχε συγκροτηθεί στην «Ελεύθερη Ελλάδα» η κυβέρνηση των βουνών, η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), και οι εορτασμοί προσέλαβαν χαρακτήρα πανηγυρικό, με την είσοδο τμημάτων του ΕΛΑΣ σε πόλεις και χωριά.
Λίγο αργότερα, στα μέσα Μαΐου 1944, τα πορτρέτα των ηρώων του 1821 θα κοσμήσουν τους τοίχους του δημοτικού σχολείου των Κορυσχάδων Ευρυτανίας, κατά τη διάρκεια των εργασιών του Εθνικού Συμβουλίου, που εκλέχτηκε στην «Ελεύθερη Ελλάδα» και σε μεγάλο μέρος των κατεχόμενων περιοχών.