Αλέξανδρος Μινωτάκης. Πηγή: Smassingculture
Φέτος συμπληρώνονται 90 χρόνια από την έκδοση της πρώτης ιστορίας του Τεν Τεν, του Βέλγου δημοσιογράφου με το τσουλούφι, που αποτελεί μία από τις πιο γνωστές και σημαντικές φιγούρες του ευρωπαϊκού κόμικ στον 20ο αιώνα. Ήδη κυκλοφορούν διάφορα αφιερώματα με στοιχεία για τον χαρακτήρα αλλά και τον δημιουργό του, Ζωρζ Προσπέρ Ρεμί που έγινε γνωστός με το παρατσούκλι Ερζέ. Χωρίς καμία διάθεση να μειώσω αυτά τα κείμενα, θα προσπαθήσω να σταθώ σε ένα άλλο σημείο: στην πολιτική διάσταση του Τεν Τεν και ειδικά στον τρόπο αναπαράστασης των λαών της Ασίας, της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής –δηλαδή των μη δυτικών- στα κόμικ του Ερζέ.
Επειδή αυτό που θα ακολουθήσει δεν είναι καθόλου κολακευτικό για τον Τεν Τεν, στο σημείο αυτό ταιριάζει κάτι σαν προσωπική δήλωση για τη σχέση μου μαζί του. Από όταν έμαθα ανάγνωση, ένα από τα πρώτα πράγματα που έπιασα να διαβάσω ήταν τα Τεν-Τεν του πατέρα μου. Εκεί κόλλησα. Σε όλο το δημοτικό, τα Τεν-Τεν ήταν το πιο σταθερό ανάγνωσμα ό,τι και να έκανα. Λούκι Λουκ, Αστερίξ, Ιζνογκούντ, Μίκυ Μάους και Μάρβελ ήταν πάντα εκεί αλλά τίποτα δεν διαβαζόταν με την ίδια συνέπεια όπως το «Σπασμένο Αυτί», «Η Χώρα του Μαύρου Χρυσού», «η Υπόθεση Τουρνεσόλ» και άλλα τεύχη του Τεν Τεν. Μεγαλώνοντας το περιόρισα κάπως –αποκτώντας μία βαθύτερη εκτίμηση για τον Αστερίξ- αλλά μέχρι και σήμερα, ανά πάσα στιγμή μπορεί να διαβάσω για χιλιοστή φορά τις ίδιες ιστορίες. Η αγάπη μου για τον Βέλγο με το τσουλούφι δεν άλλαξε, άλλαξε όμως η εκτίμησή μου για τις περιπέτειές του και για τη σημασία τους. Πιστεύω ότι αυτή η διαδρομή είναι ιδιαίτερα κοινή για πάρα πολλούς φίλους των κόμικ και θέλω να εκφράσω την κατάληξη μίας πορείας, ίσως σε βάρος της αγάπης μου/μας για τα κόμικ του Ερζέ. Έχει όμως αξία να γυρνάμε ξανά και ξανά σε αυτές τις ιστορίες με μία νέα προοπτική, για να καταλάβουμε πόσο βαθιά επηρέασαν ο ρατσισμός και οι διάφορες εκδοχές της αποικιοκρατίας την απεικόνιση των λαών που αποτελούν την πλειοψηφία της ανθρωπότητας.
Καταρχάς, ακόμα και η πιο επιφανειακή ανάγνωση του Τεν Τεν καθιστά σαφές ότι μία τέτοια ανάγνωση δεν είναι καθόλου τραβηγμένη. Η πρώτη εμφάνιση του Τεν Τεν στο καθολικό και συντηρητικό περιοδικό Le Vingtième Siècle (ο εικοστός αιώνας) δεν ήταν ένα οποιοδήποτε ντεμπούτο αλλά έγινε με τη δημοσίευση σε συνέχεια της ιστορίας «ο Τεν Τεν στη χώρα των Σοβιέτ» κατά την περίοδο 1929-1930. Η περιπέτεια του δημοσιογράφου στη μετεπαναστατική Ρωσία απηχεί όλη την αντικομμουνιστική υστερία στη Δύση της δεκαετίας του ’20. Ο σοβιετικός λαός υποφέρει, υποχρεώνεται να ψηφίσει υπό την απειλή του όπλου ενώ οι μπολσεβίκοι «κολυμπούν στο χρυσάφι» που έχουν κλέψει από την τσαρική οικογένεια και το κρατάνε κρυμμένο σε ανήλιαγα μπουντρούμια ενώ οι απλοί άνθρωποι πεινάνε. O Ερζέ δεν είχε ταξιδέψει ποτέ στη Σοβιετική Ρωσία και βασίστηκε σε βιβλία, μυθοπλασίας και μη, καθώς και σε διαδεδομένους μύθους της περιόδου για την «κόκκινη απειλή». Χαρακτηριστικό της άγνοιας του είναι ότι δίνει την πολωνική κατάληξη –ski σε πολλά ρώσικα ονόματα. Ο Τεν Τεν και ο Μιλού είχαν από την πρώτη στιγμή μία σαφή κοινωνικό-πολιτική οπτική που αντανακλούσε τις απόψεις του δημιουργού τους.
Αν και η πορεία του Ερζέ είναι αρκετά γνωστή, έχει σημασία να σταθούμε σε ένα σημείο. Παρόλο που ο ίδιος δεν ήταν οπαδός των Ναζί, μετά την εισβολή και κατάληψη του Βελγίου από το χιτλερικό στρατό, ο Ερζέ –σε αντίθεση με άλλους συναδέλφους του- έγραψε ιστορίες του Τεν Τεν για το περιοδικό Le Soir (το απόγευμα), το οποίο στήριζε την κατοχική κυβέρνηση. Μεταξύ αυτών των ιστοριών είναι το Μυστηριώδες Άστρο, όπου ο Βέλγος δημοσιογράφος εντάσσεται σε μία αποστολή για να μελετήσουν τις ιδιότητες ενός μετεωρίτη που έπεσε στη Γη, κοντά στον Βόρειο Πόλο. Η αντίπαλη αποστολή χρηματοδοτείται από τον Μπλουμενστάιν, έναν Εβραίο που απεικονίζεται με όλες τις αντι-σημίτικες φόρμες των Ναζί, καθώς είναι ένας σατανικός επιχειρηματίας με μεγάλη μύτη που χρησιμοποιεί δόλια μέσα για να φτάσει πρώτος στον μετεωρίτη. Αν και ο Ερζέ αργότερα αρνήθηκε τον αντι-σημίτικο χαρακτήρα του σχεδίου του, έκανε αλλαγές σε επανεκδόσεις της ιστορίας, άλλαξε το όνομα του Μπλούμενσταιν σε Μπολβίνκελ και αφαίρεσε διαλόγους μεταξύ Εβραίων τραπεζιτών που εξέταζαν την επικείμενη καταστροφή της Γης από τη σκοπιά των πιθανών χρεών που θα γλυτώσουν (το σκίτσο αυτό παρατίθεται στη συνέχεια). Είναι εμφανές ότι η αρχική δημιουργία ήταν προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της Ναζιστικής προπαγάνδας, η οποία συσχετίζεται με προϋπάρχουσες αντιλήψεις για τη φυλετική ανωτερότητα των λευκών και για την αντίστοιχη κατωτερότητα των άλλων φυλών. Παρόλο που θεωρώ τραβηγμένη την άποψη ότι ο Ερζέ ήταν υπέρμαχος των Ναζί, μέσα από μία παρουσίαση της πορείας των ταξιδιών του Τεν Τεν σε όλο τον κόσμο, νομίζω ότι θα γίνει σαφές ότι ο δημιουργός του υιοθετούσε μία οπτική που συνδύαζε την αποικιοκρατία του 19ου αιώνα με ρατσιστικές αντιλήψεις της εποχής του.
Καταρχάς, στη 2η περιπέτειά του (1930-1931), μετά το ταξίδι του στη Σοβιετική Ρωσία, ο Τεν Τεν θα πάει στο Βελγικό Κονγκό. Εκεί θα συναντήσει ιθαγενείς που σχεδιάζονται με βάση όλα τα σχετικά κλισέ: μεγάλα χείλη, μικρή νοημοσύνη, μιλάνε «σπαστά» και τους διακατέχει ένας θρησκευτικός θαυμασμός για τα αγαθά του «πολιτισμού», φορέας του οποίου είναι ο Τεν Τεν. Ο δημοσιογράφος θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα μάγο της φυλής που, ως γνήσιος οπισθοδρομικός πρωτόγονος, αντιπαθεί τον Τεν Τεν επειδή θεραπεύει με το φάρμακο κινίνη τις ασθένειες του χωριού. Ο μάγος ξεκινάει έναν πόλεμο μεταξύ δύο φυλών για να υπονομεύσει την εξουσία του Τεν Τεν και του φύλαρχου που τον εμπιστεύεται. Σε όλη τη σύγκρουση που ακολουθεί, ο πρωταγωνιστής μας είναι σταθερά ένας φάρος της νέας τεχνολογίας και της λογικής που επικρατεί έναντι των εχθρών του, οι οποίοι, ακόμα και όταν έχουν στα χέρια τους σχετικά σύγχρονα όπλα, αποτυγχάνουν να τα χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά. Πιθανώς η πιο ενδιαφέρουσα σκηνή από το «Κονγκό» είναι η είσοδος μίας τίγρης σε μία τάξη όπου ο Τεν Τεν κάνει μάθημα (γιατί όχι;). Ενώ οι μικροί Κονγκολέζοι πανικοβάλλονται, ο Τεν Τεν μένει ψύχραιμος, ξεγελάει την τίγρη και την απομακρύνει. Το μήνυμα είναι σαφές: οι «ιθαγενείς» έχουν ανάγκη τον Δυτικό Άνθρωπο (και άνδρα, οι γυναίκες είναι σχεδόν ανύπαρκτες στις ιστορίες του Ερζέ) όχι απλά για να εκσυγχρονιστούν αλλά και για να αντιμετωπίσουν τους κίνδυνους της πατρίδας τους, ζώα πλάι στα οποία έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει.
Ο «Τεν Τεν στο Κονγκό», όπως είναι προφανές, αντιμετώπισε μεγάλη κριτική ειδικά στα μεταπολεμικά χρόνια, όπου η διάλυση της αποικιοκρατίας έθεσε υπό αμφισβήτηση και ένα ολόκληρο σύστημα ρατσιστικών αναπαραστάσεων των λαών. Η συζήτηση για το «Κονγκό» συνεχίζεται ακόμα και τον 21ο αιώνα, καθώς μερικά χρόνια πριν υπήρξε συζήτηση αν θα έπρεπε το παιδικό τμήμα βρετανικών βιβλιοθηκών να περιλαμβάνει το συγκεκριμένο τεύχος. Στην παρακάτω εικόνα βλέπουμε τις αλλαγές του ίδιου του Ερζέ στην ιστορία. Στην αρχική εκδοχή ο Τεν Τεν διδάσκει στους αποικιοκρατούμενους για το Βέλγιο και το αναφέρει ως «η χώρα σας». Στην επεξεργασμένη εκδοχή τους μαθαίνει πρόσθεση και κανείς δεν απαντάει πόσο κάνει 2+2.
Από το Κονγκό, ο Τεν Τεν θα βρεθεί στην Αμερική. Η ιστορία κυκλοφορεί σε συνέχειες την περίοδο 1931-1932, όμως στο μυαλό του Ερζέ συνυπάρχει η Αμερική του 19ου αιώνα με μεγάλες μητροπόλεις, όπου κυριαρχούν γκάνγκστερ. Μόλις ο Τεν Τεν βγει από την πόλη, όλοι είναι ντυμένοι καουμπόηδες και, προφανώς, δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι ινδιάνοι από μία τέτοια ιστορία. Οι Ινδιάνοι αναπαρίστανται όπως οι Κονγκολέζοι: αφελείς και δεισιδαίμονες, εξαπατώνται εύκολα από τον αντίπαλο του Τεν Τεν και παρασύρονται σε πόλεμο ενάντια στον πρωταγωνιστή, ο οποίος θα τη γλυτώσει εκμεταλλευόμενος και αυτός με τη σειρά του την αφέλειά τους. Το κομμάτι αυτό της ιστορίας θα λήξει με την ανακάλυψη πετρελαίου στη γη των Ινδιάνων — χάρη στον Τεν Τεν προφανώς. Εδώ ο Ερζέ μας δίνει μία διαφορετική οπτική για μερικά καρέ, εστιάζοντας στην αστραπιαία αντίδραση των λευκών που έρχονται και εκτοπίζουν τους ινδιάνους από τη γη τους για να την εκμεταλλευτούν. Αυτό, ωστόσο, δεν αναιρεί ότι έχουμε άλλη μία αναπαράσταση του «μη δυτικού» που ακολουθεί συγκεκριμένα κλισέ, γιατί ο Ινδιάνος αν και γηγενής κάτοικος της κατεξοχήν δυτικής χώρας ποτέ δεν θεωρήθηκε «δυτικός». Στην παρακάτω εικόνα, ο Τεν Τεν αντικειμενοποιεί τον Ινδιάνο ως κάτι εξωτικό που δείχνει στο σκύλο του.
Μερικά χρόνια αργότερα (1935-1937) στην ιστορία «Το σπασμένο αυτί», ο Ερζέ στέλνει τον Τεν Τεν στη Λατινική Αμερική, κυνηγώντας ένα αγαλματίδιο της φυλής των Αρούμπαγια. Ο πρωταγωνιστής μας θα περάσει από το Σαν Τεοντόρ, μία φανταστική χώρα – δημοκρατία της μπανάνας. Εκεί θα αναμειχθεί στη σύγκρουση των στρατηγών Ταπιόκα και Αλκαζάρ. Αυτοί οι χαρακτήρες επανεμφανίζονται διαρκώς στις περιπέτειες του Τεν Τεν, αναπαράγοντας την εικόνα μίας Λατινικής Αμερικής βυθισμένης σε εμφύλιες συγκρούσεις και ταραχές. Στο «Σπασμένο Αυτί», ωστόσο, η έμφαση πέφτει στη φυλή των Αρούμπαγια, οι οποίοι σκοτώνουν όσους ξένους μπαίνουν στις περιοχές του και με απόκρυφα μάγια συρρικνώνουν το κρανίο τους. Εδώ δεν έχουμε τόσο την εικόνα του «αφελούς ιθαγενούς» όσο του αγρίου που έχει προσκολληθεί στον οπισθοδρομικό τρόπο ζωής του και τον υπερασπίζεται με βίαια μέσα που προκαλούν αποτροπιασμό στον πολιτισμένο πρωταγωνιστή μας.
Μέχρι στιγμής, έχουμε αναφερθεί σε προπολεμικές ιστορίες. Σύμφωνα με μία προσέγγιση του Τεν Τεν, ο Ερζέ αναπαρήγαγε συγκεκριμένα στερεότυπα επηρεασμένος από το κλίμα που κυριαρχούσε στις δεκαετίες 1930 και 1940. Σύμφωνα με την ίδια λογική, στις μεταπολεμικές ιστορίες απουσιάζουν οι ρατσιστικές απεικονίσεις και αναδεικνύεται καλύτερα ο ανθρωπιστικός χαρακτήρας του Τεν Τεν. Αυτή η άποψη μπορεί να στηριχθεί σε σενάρια όπως το «Κάρβουνα στο αμπάρι» (1956-1958) όπου ο Τεν Τεν και ο καπετάνιος Χάντοκ αποκαλύπτουν ένα κύκλωμα δουλεμπόρων. Πράγματι, σε αυτή την ιστορία η απεικόνιση των μαύρων έχει ξεφύγει, σε ένα βαθμό, από τις ρατσιστικές καρικατούρες του Κονγκό, αν και πάλι το σενάριο περιστρέφεται γύρω από το μοτίβο του «λευκού που σώζει αβοήθητους μαύρους». Το κυριότερο είναι ότι η άποψη περί ριζικής αλλαγής του Τεν Τεν στις μεταπολεμικές δεκαετίες παρακάμπτει βασικά στοιχεία των ιστοριών. Είναι αλήθεια ότι, από ένα σημείο και μετά, ο Ερζέ δεν αναπαριστά χαρακτήρες στη βάση εξόφθαλμα ρατσιστικών κλισέ. Απουσιάζουν οι σουβλερές μύτες των σατανικών Εβραίων και οι πιθηκοειδείς μαύροι. Ωστόσο, η δυτικοκεντρική – αποικιοκρατική οπτική παραμένει αν και με συγκαλυμμένο τρόπο. Στην «Υπόθεση Τουρνεσόλ» (μία από τις καλύτερες ιστορίες του Ερζέ), ο αφηρημένος και βαρήκοος καθηγητής Τουρνεσόλ βρίσκεται στο στόχαστρο πρακτόρων από τη Συλδαβία και τη Μπορδουρία, φανταστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης όπου κυβερνούν δικτατορίες. Η διάσωση του από τον Τεν Τεν και τον Χάντοκ δεν έχει τα στοιχεία της περιπέτειας στη Σοβιετική Ρωσία, καθώς οι πρωταγωνιστές μας δεν συγκρούονται ευθέως με το «απολυταρχικό καθεστώς» αλλά αρκούνται στη διάσωση του φίλου τους. Ωστόσο, η ψυχροπολεμική οπτική κυριαρχεί: τα αυταρχικά κράτη της Ανατολής επιδιώκουν να απαγάγουν ένα δυτικό επιστήμονα για να αξιοποιήσουν την εφεύρεσή του ως όπλο.
Πολύ περισσότερο, η κλασική οπτική του Τεν Τεν είναι απολύτως ζωντανή στην ιστορία «Ο Τεν Τεν και οι Πίκαρος», το 23ο άλμπουμ του Τεν Τεν και το τελευταίο που ολοκλήρωσε ο Ερζέ –το 24ο έμεινε ημιτελές. Εδώ οι ήρωες μας επιστρέφουν στη Λατινική Αμερική και το Σαν Τεοντόρ για να σώσουν την τραγουδίστρια της όπερας, Kασταφιόρε, η οποία κρατείται από τον δικτάτορα Ταπιόκα. Εκεί θα ενωθούν με τον Αλκαζάρ και την ομάδα ανταρτών του, τους Πίκαρος. Η ιστορία κυκλοφόρησε την περίοδο 1975-1976 και αποτελεί ευθεία αναφορά στην Κουβανική Επανάσταση του 1959 και τους αντάρτες των Φιντέλ Κάστρο και Τσε Γκεβάρα. Ο Τεν Τεν τάσσεται με τους Πίκαρος αν και γνωρίζει τις αυταρχικές τάσεις του Αλκαζάρ. Οι αντάρτες απεικονίζονται ως ένα απείθαρχο μπουλούκι με βασικό πρόβλημα τον αλκοολισμό, που τους εμποδίζει να πάρουν στα σοβαρά την υπόθεση της επανάστασης. Οι άνθρωποι που αγωνίζονται για την ελευθερία της πατρίδας τους δεν μπορούν να σταματήσουν να πίνουν τα μπουκάλια που τους παρέχει αεροπορικά η κυβέρνηση, για να τους κρατήσει ακίνδυνους. Ο Τεν Τεν θα τους βοηθήσει –με ένα αρκετά ύπουλο τρικ- να σταματήσουν να πίνουν και θα καταστρώσει το σχέδιο που τους οδηγεί στη νίκη και την ανατροπή του δικτάτορα Ταπιόκα. Το τελευταίο καρέ είναι αποκαλυπτικό της άποψης του Ερζέ: ο Τεν Τεν, ο Χάντοκ και ο Τουρνεσόλ επιβιβάζονται στο αεροπλάνο ενώ οι κάτοικοι της πρωτεύουσας ζουν στην ίδια εξαθλίωση με πριν. Η μόνη διαφορά είναι ότι ο Αλκαζάρ, ακολουθώντας τα πρότυπα του προκατόχου του, έχει αλλάξει την κεντρική ταμπέλα ώστε να γράφει «Ζήτω ο Αλκαζάρ». Θα μπορούσε ίσως όλο αυτό να διαβαστεί ως ένα σκωπτικό σχόλιο για την εξουσία γενικά. Όμως η όλη αφήγηση και η περίοδος που γράφεται η ιστορία δεν αφήνουν τέτοια περιθώρια. Το μήνυμα είναι σαφές: οι καθυστερημένοι λαοί, όσο και να τους βοηθήσει ο Δυτικός Άνδρας, δεν μπορούν να ξεφύγουν από τη μιζέρια και την καταπίεση.
Ο Τεν Τεν εξελίσσεται καθώς η συγγραφή των ιστοριών του εκτείνεται σε μισό αιώνα. Το σχέδιο βελτιώνεται, τα σενάρια γίνονται όλο και πιο σύνθετα, ενώ συγκεκριμένες προκαταλήψεις είτε απαλείφονται είτε διατηρούνται με κεκαλυμμένο τρόπο. Υπάρχει όμως ένα γενικό πλαίσιο διαρκούς υποβάθμισης των μη δυτικών λαών, οι οποίοι εγκλωβίζονται σε εναλλάξ απεικονίσεις αφέλειας και βαρβαρότητας. Η οπτική αυτή διαπλέκεται με αντικομμουνιστικά στερεότυπα αλλά και με μία βαθιά δυσπιστία απέναντι στα αντιαποκιοκρατικά κινήματα και τις επαναστάσεις με εθνικοανεξαρτησιακό περιεχόμενο. Το σύνολο του έργου του Ερζέ στον Τεν Τεν δείχνει έναν άνθρωπο με στενό ορίζοντα σκέψης και καλές προθέσεις, από την άποψη ότι πράγματι ήθελε να διαμορφώσει ένα πρότυπο ηρωισμού και ανθρωπισμού. Ταυτόχρονα, ο Ερζέ είναι σταθερά εγκλωβισμένος στις κυρίαρχες ιδέες της κάθε περιόδου και σε μία διάθεση να πάει με το ρεύμα. (Θέλω να) Πιστεύω ότι αυτό τον έκανε να εργαστεί σε ένα περιοδικό που συνεργαζόταν με τους Ναζί και όχι κάποια προσωπική πεποίθηση στη φυλετική ανωτερότητα των λευκών. Στην περίπτωση του Τεν Τεν ισχύει ότι «ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με αγαθές προθέσεις».