Πηγή: ΚΑΡ
Τη δεκαετία του 1920, η ομοφυλοφιλική κοινότητα της Γερμανίας και ειδικότερα του Βερολίνου, απολάμβανε την ελευθερία της και την ανεκτικότητα από τις άλλες κοινωνικές ομάδες όσο καμία άλλη στον κόσμο. Το Βερολίνο της εποχής ήταν μια πόλη με ελευθερίες, με πολλά gay bar και καμπαρέ. Ο αριθμός των ομοφυλοφιλικών στεκιών είχε περάσει τα 130 από 30 που ήταν το 1900, περισσότερα απ’ ό,τι υπάρχουν σε πολλές σημερινές πρωτεύουσες. Στην πόλη υπήρχαν, επίσης, πολλά μπαρ με drag shows, τα οποία επισκέπτονταν πολλοί ετεροφυλόφιλοι και ομοφυλόφιλοι τουρίστες. Το Βερολίνο ήταν όμως και μια πόλη με το πιο ενεργό gay κίνημα της εποχής. Ο Γερμανοεβραίος σεξολόγος Magnus Hirschfeld είχε ιδρύσει την Επιστημονική- Ανθρωπιστική Επιτροπή (Wissenschaftlich-humanitäres Komitee, WhK) στο Βερολίνο το 1897.
Παράλληλα, γύρω του είχε δημιουργηθεί ένα κίνημα για να υπερασπιστεί τα δικαιώματα της ΛΟΑΔ κοινότητας εναντίον της παραγράφου 175 του 1870. Η παράγραφος 175 ήταν ξεκάθαρη: «Όποιο άτομο ανδρικού φύλου έχει απρεπή συμπεριφορά με άλλο άτομο του ανδρικού φύλου ή ζώο, ή δέχεται να συμμετάσχει σε ενέργειες αυτής της μορφής θα τιμωρείται με ποινή φυλάκισης». Η Επιτροπή ήταν η πρώτη οργάνωση η οποία αγωνίστηκε για την αναγνώριση των ΛΟΑΔ δικαιωμάτων. Το 1903 μια αίτηση για την τροποποίηση της παραγράφου 175 υπέγραφαν σημαντικοί άνθρωποι της επιστήμης και του πνεύματος, όπως ο Albert Einstein, ο Leon Tolstoy, ο Emile Zola, ο Hermann Hesse, ο Henrich Mann και πολλοί άλλοι. Λίγο πριν τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, την ίδια αίτηση υπογράφουν πάνω από εκατό νομικοί, χίλιοι πανεπιστημιακοί και τρείς χιλιάδες ιατροί. Το 1919, ο Magnus Hirschfeld είχε ιδρύσει και το Ινστιτούτο Σεξουαλικών Ερευνών (Institut für Sexualwissenschaft) το οποίο ήταν ένα από τα πρώτα ινστιτούτα σεξουαλικής συμπεριφοράς. Διέθετε μια μεγάλη επιστημονική βιβλιοθήκη για έρευνα αλλά και ένα ειδικό συμβουλευτικό τμήμα γάμου και σεξ. Μάλιστα, κάλεσε σε αναγνώριση των πολιτικών δικαιωμάτων της ΛΟΑΔ κοινότητας, ενώ το 1933 το κίνημα του Hirschfeld αριθμούσε περίπου 48.000 μέλη.
Ο αέρας ελευθερίας που έπνεε, όμως, στο Βερολίνο σύντομα θα σταματούσε, με την άνοδο το 1933 στην εξουσία του ναζιστικού κινήματος του Αδόλφου Χίτλερ. Ο Χίτλερ θεωρούσε την ομοφυλοφιλία ανωμαλία, η οποία αποτελούσε απειλή στην «εθνική ασφάλεια και τον αρρενωπό χαρακτήρα του έθνους». Οι ομοφυλόφιλοι άνδρες θα καταγγέλονταν λίγο αργότερα ως εχθροί του κράτους και θα τους ασκούσαν κατηγορίες για διαφθορά του δημόσιου ήθους και για απειλή στην αναπαραγωγή του γερμανικού έθνους. Άνθρωποι όπως ο Magnus Hirschfeld θα κατηγορούνταν έντονα απο το ναζιστικό κίνημα, διότι εκπροσωπούσαν ιδέες και απόψεις οι οποίες δεν συμβάδιζαν με τη ναζιστική ιδεολογία. Ο αρχηγός των SS Heinrich Himmler, οργάνωνε τον αγώνα κατά των ομοφυλοφίλων στο Τρίτο Ράιχ. Οι λεσβίες δεν θεωρούνταν μεγάλη απειλή για τους Ναζί και για αυτό δεν θα αποτελούσαν βασικό στόχο τους. Απειλή δεν αποτελούσαν στην αρχή και όσοι ομοφυλόφιλοι δεν ήταν Γερμανοί, μιας και δεν ήταν της Αρείας φυλής εκτός αν είχαν Γερμανούς συντρόφους. Μπορεί το κυνήγι των ομοφυλοφίλων να πραγματοποιήθηκε κυρίως στη Γερμανία, αλλά συνεχίστηκε στις χώρες του Άξονα και σε χώρες όπως η Ολλανδία και η Γαλλία. Στις 6 Μαΐου του 1933, φοιτητές υπό την καθοδήγηση των Ναζί, έκαναν έφοδο στο Ινστιτούτο του Hirschfeld κατάσχοντας τη μοναδική βιβλιοθήκη.
Τέσσερις ημέρες αργότερα, το μεγαλύτερο μέρος των 12.000 βιβλίων και 35.000 φωτογραφιών που αποτελούσαν το αρχείο του ινστιτούτου, με πολλά άλλα λογοτεχνικά έργα τα οποία οι ναζί θεωρούσαν εκφυλισμένα, θα κάηκαν σε οργανωμένη καύση βιβλίων στην πλατεία της Όπερας, στο κέντρο του Βερολίνου. Ο Magnus Hirschfeld εκείνη την περίοδο βρισκόταν στο εξωτερικό για διαλέξεις και επέλεξε να μην επιστρέψει στην Γερμανία. Πέθανε από έμφραγμα στη Νίκαια της Γαλλίας στις 14 Μαΐου 1935, ενώ ο πρόεδρος του Ινστιτούτου, Kurt Hiller, θα συλληφθεί στις 23 Μαρτίου 1933 και θα μεταφερθεί στο τέλος του έτους στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Orianenburg. Η καταστροφή του Ινστιτούτου ήταν το πρώτο βήμα στην εξάλειψη της ΛΟΑΔ κουλτούρας από τη Ναζιστική Γερμανία. Η αστυνομία άρχισε να πραγματοποιεί εφόδους σε gay bar και club, όπως το διάσημο εκείνη την εποχή Eldorado και απαγορεύοντας την έκδοση εντύπων όπως το Die Freundschaft («Φιλία»). Το 1934 η περιβόητη για τη σκληρότητά της Γκεστάπο, έδωσε στην αστυνομία την οδηγία να συντάξουν λίστες ομοφυλοφίλων, τις γνωστές «ροζ λίστες», κάτι το οποίο η αστυνομία έκανε ήδη για χρόνια. Στις 28 Ιουνίου 1935, το υπουργείο Δικαιοσύνης αναθεώρησε την παράγραφο 175. Στις 26 Οκτωβρίου 1936, ο Χίμλερ ίδρυσε στην αστυνομία το ειδικό τμήμα καταπολέμησης εκτρώσεων και ομοφυλοφιλίας, ορίζοντας ως υπεύθυνό της τον Josef Meisinger.
Η αστυνομία πλέον είχε το δικαίωμα να φυλακίζει για απεριόριστη χρονική διάρκεια και χωρίς δίκη όποιον επιθυμούσε. Επιπλέον, οι ομοφυλόφιλοι φυλακισμένοι, συνήθως μετά την απέλευθέρωσή τους από τα κρατητήρια, συλλαμβάνονταν ξανά, για να σταλούν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, εάν η αστυνομία θεωρούσε ότι θα ξεκινούσαν πάλι τις ομοφυλοφιλικές δραστηριότητές τους. Από το 1937 εως το 1939, η αστυνομία έκανε εφόδους σε στέκια συνάντησης ομοφυλοφίλων, κατάσχεσε προσωπικές ατζέντες και δημιούργησε δίκτυο για την αναγνώριση και καταδίωξη ομοφυλοφίλων. 0pinkriangle2 Ο Pierre Seel, το 1940 σε ηλικία μόλις δεκαεπτά ετών πέφτει θύμα κλοπής, όπου του κλέβουν το ρολόι του, σε ένα πάρκο της Mulhouse, το οποίο ήταν γνωστό ως στέκι ομοφυλοφίλων. Πηγαίνει στο αστυνομικό τμήμα να κάνει καταγγελία. Δε γνωρίζει όμως ότι το όνομά του βρίσκεται στη λίστα με τους ομοφυλόφιλους που παρακολουθεί η τοπική αστυνομία. Λίγους μήνες μετά τη γερμανική εισβολή, στις 2 Μαΐου 1941, τον καλεί η Γκεστάπο.
Τον συλλαμβάνει, τον ανακρίνει, τον βασανίζει και τον βιάζουν για δύο εβδομάδες. Τον Μάιο του 1941 τον στέλνουν στο στρατόπεδο Schirmeck, κοντά στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Stuthof. Στο βιβλίο του «Moi, Pierre Seel, déporté homosexuel» γράφει μεταξύ άλλων: «Κάποια στιγμή είδαμε να βγάινουν από τους φακέλους οι λίστες. Έπρεπε να τις υπογράψουμε, να επιβεβαιώσουμε ότι οι λίστες ήταν οι λίστες με τους ομοφυλόφιλους της Mulhouse. Στα τείχη αντηχούσαν τα ουρλιαχτά μας. Μερικές φορές μας άλλαζαν γραφείο. Μας ζητούσαν να αναγνωρίσουμε τους άλλους ομοφυλόφιλους κρατούμενους και τα βλέμματά μας συναντιόντουσαν γεμάτα πανικό». αρχείο λήψης Μεταξύ 1933 και 1945 η αστυνομία συνέλαβε 100.000 άνδρες ως ομοφυλόφιλους. Πάνω από τους μισούς φυλακίστηκαν ή στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στα στρατόπεδα συγκέντρωσης οι ομοφυλόφιλοι κρατούμενοι, είναι αναγκασμένοι να φέρουν στα ρούχα τους ένα ροζ τρίγωνο, με τη μύτη προς το κάτω μέρος, για την αναγνώρισή τους. Η ιεραρχία στους κρατούμενους τούς τοποθετεί στο κατώτερο σκαλί της, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να συνεργαστούν ή να βοηθηθούν απο άλλους κρατούμενους, ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουν. Οι διοικήσεις τούς ταπεινώνουν καθημερινά και τους αναγκάζουν να κάνουν τις πιο άθλιες και εξοντωτικές εργασίες.
Αποτελούν βασικό αντικείμενο ανελέητης βίας καθώς και ιατρικών πειραμάτων τα οποία προκαλούσαν ανεπανόρθωτες ζημιές, αναπηρίες, ακόμα και θάνατο, χωρίς να προσφέρουν τίποτα στην επιστημονική γνώση. Η μαρτυρία του Josef Kohut στο βιβλίο του Die manner mit dem rosa Winkel (μετάφραση: Οι άνδρες με το ροζ τρίγωνο), το οποίο πρωτοκυκλοφόρησε στη Γερμανία το 1972 με το ψευδώνυμο Heinz Kager είναι συγκλονιστική. Homosexual-prisoners-in-Sachsenhausen-concentration-camp« Τον έδεσαν σε ένα παλούκι. Τα πόδια του και τα χέρια του ήταν δεμένα και δε μπορούσε να κινηθεί. Δύο SS έδωσαν εντολή να τους φέρουν ένα μεταλλικό φλιτζάνι με παγωμένο νερό και ένα με καυτό νερό. Τότε ο hauptscharfuhrer έβαλε το φλιτζάνι με το καυτό νερό ανάμεσα στα μπούτια του νεαρού άνδρα, βουτώντας τους όρχεις του γυμνού θύματος στο καυτό νερό. Ούρλιαζε, ζητούσε απεγνωσμένα βοήθεια. Προσπαθούσε να αντιδράσει αλλά τα δεμένα χέρια και πόδια του δεν του επέτρεπαν να κινηθεί. Τότε γελώντας ο SS είπε στο άλλο, δώσε του κρύο νερό γιατί είναι αρκετά ζεστός, και έβαλαν τους όρχεις του μέσα στο παγωμένο νερό. Το μπάνιο αυτό συνεχίστηκε πολλές φορές στο νεαρό άνδρα. Τότε είχαν μια ακόμα πιο διστραμένη ιδέα. Είπαν μεταξύ τους οτι έπρεπε να του δώσουν την ευχαρίστηση που αναζητούσε ως ομοφυλόφιλος. Και πήραν ένα σκουπόξυλο το οποίο έβαλαν βίαια στον πρωκτό του. Ο νεαρός άνδρας δεν είχε πλέον δύναμη να ουρλιάξει. Το σώμα του πεταγόταν από τον πόνο, μέχρι που έχασε τις αισθήσεις του. Τότε έκοψαν τους κόμπους με τους οποίους τον είχαν δεμένο και τον άφησαν να πέσει στο έδαφος. Ο τελευταίος SS Που έφευγε σκόνταψε πάνω στο σώμα του νεαρού άνδρα και αγανακτισμένος του έσπασε το κρανίο με την μπότα του». Screenshot_7.
Στο τέλος του 1944, τα πρώτα στρατόπεδα ελευθερώνονται απο τις συμμαχικές δυνάμεις. Στην Ευρώπη κυριαρχεί το απόλυτο χάος και οι επιβιώσαντες ομοφυλόφιλοι κρατούμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με το να εξηγήσουν στον κοινωνικό τους περίγυρο τον λόγο της μεταφοράς τους στα στρατόπεδα, με τον κοινωνικό ρατσισμό καθώς και με νόμους σε όλες σχεδόν τις απελευθερωμένες πλέον χώρες, οι οποίοι καταδικάζουν την ομοφυλοφιλία. Παραδειγματικά μπορούμε να αναφέρουμε οτι ο νόμος που καταδίκαζε την ομοφυλοφιλία και τον οποίο είχε ψηφίσει η κυβέρνηση του Vichy στην κατεχόμενη Γαλλία, συνέχισε να ισχύει και μετά το λήξη του πολέμου, ενώ η φημισμένη παράγραφος 175 καταργήθηκε στη Γερμανία μετά την ενοποίησή της. Ελάχιστοι είναι αυτοί οι οποίοι μετά τη λήξη του πολέμου επέλεξαν να μιλήσουν για τα όσα δεινά είχαν υποστεί κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και μετά από αυτόν, λόγω της ομοφυλοφιλίας τους. Ο Pierre Seel γράφει μεταξύ άλλων: «Μια ημέρα, από τα μεγάφωνα μας κάλεσαν να παρουσιαστούμε. Επρόκειτο να γίνουμε μάρτυρες μιας καταδίκης σε θάνατο. Στο κέντρο του τετραγώνου το οποίο σχηματίζαμε, έφεραν έναν νεαρό άνδρα συνοδευόμενο από δύο SS. Πανικοβλημένος αναγνώρισα τον Jo, τον δεκαοχτάχρονο σύντροφό μου… Από τα μεγάφωνα ακουγόταν δυνατά κλασική μουσική, ενώ οι SS τον ξέντυναν. Του έβαλαν βίαια το κεφάλι σε ένα λευκό κουβά και αφήσαν τα άγρια σκυλιά του στρατοπέδου, γερμανικά λυκόσκυλα, που τον δάγκωναν καταρχάς στο κάτω μέρος της κοιλιάς καθώς και στις γάμπες, πριν τον φάνε μπροστά στα μάτια μας. Τα ουρλιαχτά πόνου του ήταν κρυμμένα μέσα στον κουβά που είχαν σφηνώσει το κεφάλι του. Υπό την φρίκη όσων έβλεπα και με τα μάγουλα γεμάτα δάκρυα ευχόμουν να χάσει γρήγορα τις αισθήσεις του…
Από τότε, συχνά ξυπνάω τα βράδια ουρλιάζοντας. Μπορεί να έχουν περάσει πενήντα χρόνια αλλά αυτή η σκηνή περνά συνέχεια από τα μάτια μου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη βάρβαρη δολοφονία της αγάπης μου. Μπροστά στα μάτια μου, μπροστά στα μάτια μας. Γιατί ήμασταν εκατοντάδες μάρτυρες. Γιατί σιωπούν σήμερα; Πέθαναν όλοι; Πιστεύω ότι πολλοί επιλέγουν να σιωπήσουν για πάντα, γιατί φοβούνται μη ξυπνήσουν σκληρές και απάνθρωπες αναμνήσεις. Εγώ μετά από δεκαετίες σιωπής, επέλεξα να μιλήσω, να πω τα όσα είδα και έζησα, να κατηγορήσω.» pink_triangle_uniformΜετά τον πόλεμο δεν γίνεται καμία επίσημη αναφορά στους ομοφυλόφιλους κρατούμενους. Κανείς δεν αναγνωρίζει τα όσα υπέστησαν και κυρίως κανείς δεν τους υποστηρίζει. Όσοι είχαν επιβιώσει δεν έλαβαν ποτέ καμία αποζημίωση. Στην περίπτωση του Josef Kohut, οι δημοκρατικές αρχές της απελευθερωμένης πλέον Αυστρίας αρνήθηκαν να τον αποζημιώσουν για τα όσα είχε υποστεί με τη δικαιολογία οτι η ομοφυλοφιλία ήταν παράνομη και δεν μπορούσε να λάβει αποζημίωση. Στη Γαλλία θα πρέπει να περιμένουμε το 1982 και τον Pierre Seel, θύμα ακόμα μιας φοράς της γραφειοκρατικής ομοφοβίας, ο οποίος σπάει τη σιωπή του και μιλάει για τις δύσκολες στιγμές που έζησε ως ομοφυλόφιλος κρατούμενος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Επίσημα πλέον και με βάση τα στοιχεία του United States Holocaust Memorial της Washington, 90.000 με 100.000 ομοφυλόφιλοι φυλακίστηκαν και μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταξύ του 1933 και του 1945, εκ των οποίων 10.000 με 15.000 πέθαναν υπό τη ναζιστική θηριωδία, αν και ο ακριβής αριθμός δεν μπορεί να υπολογιστεί. To 2000, o Rob Epstein και ο Jeffrey Friedman, παρουσίασαν το ντοκυμαντέρ Paragraph 175, στο οποίο μιλούν λιγότεροι από δέκα επιβιώσαντες. Η ταινία παρουσιάζει το ιστορικό κενό το οποίο υπάρχει όσον αφορά αυτά τα θύματα του ναζισμού, με μαρτυρίες ανθρώπων που τις έζησαν, όπως ο Karl Gorath, ο Gad Beck, η Annette Eick, ο Albrecht Becket και ο Pierre Seel.
Η σιωπή σχετικά με τη δολοφονία χιλιάδων ομοφυλοφίλων καθώς και αυτή των Ρομά και Σίντι (τσιγγάνοι), των μαρτύρων του Ιεχωβά, των αναπήρων, μας κάνει όλους να απορούμε για την έλλειψη επίσημης αναγνώρισης αυτών των θυμάτων του ναζισμού και την απουσία τους από τους επίσημους κρατικούς εορτασμούς μνήμης των θυμάτων του ολοκαυτώματος. Στόχος των σημερινών ερευνών για αυτά τα θύματα δεν είναι να γίνει διαχωρισμός τους και καταλογοποίηση των βασανισμών αλλά η αναγνώριση και αυτής της μερίδας του πληθυσμού, αυτών των θυμάτων του ναζισμού. Η μνήμη πρέπει και οφείλει να είναι κοινή για όλα τα θύματα. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τις συγκλονιστικές μαρτυρίες του Pierre Seel, του Josef Kohut (Heinz Hager), του Albrecht Becket, του Kurt von Ruffin και τόσων άλλων που επιβίωσαν της ναζιστικής θυριωδίας. Όλους τους νεκρούς, τους ανώνυμους μάρτυρες, κανείς δεν έχει το δικαίωμα να τους ξεχάσει. H Γαλλική κυβέρνηση το 2001 αναγνώρισε τους ομοφυλόφιλους θύματα του ναζισμού και επέτρεψε την επίσημη συμμετοχή ΛΟΑΔ οργανώσεων σε επίσημες κρατικές εκδηλώσεις. Στη Γερμανία δημιουργήθηκε το μνημείο για τους ομοφυλόφιλους που καταδιώχθησαν από το ναζισμό στο Βερολίνο και το οποίο εγκαινιάσθηκε στις 27 Μαΐου 2008. Μνημεία στη μνήμη των ομοφυλόφιλων θυμάτων του ναζισμού υπάρχουν στο Άμστερνταμ, το Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης, στο Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ. Αφιερωμένο σε όλα τα θύματα του ολοκαυτώματος. Αφιερωμένο σε όλους τους νεκρούς, όλους τους ανώνυμους μάρτυρες, τους οποίους κανείς μας δεν έχει το δικαίωμα να τους ξεχάσει.
H 27η Ιανουαρίου είναι η Διεθνής Μέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος Του Λουκά Σαμαλτάνου-Ferrier Δημοσιεύτηκε στο τεύχος 36 του περιοδικού antivirus Ένα πολύ ενδιαφέρον ντοκυμαντέρ είναι το Paragraph 175, στο οποίο γκέι και λεσβίες που επέζησαν του Ολοκαυτώματος, περιγράφουν τα βιώματά τους από εκείνη την εποχή. Το όνομα του ντοκυμαντέρ προέρχεται από το άρθρο 175 του γερμανικού Ποινικού Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο η ομοφυλοφιλία καταδικαζόταν ως αδίκημα. Ο νόμος αυτός ίσχυε από το 1871 και καταργήθηκε οριστικά μόλις το 1994.