Πηγή: Ημεροδρόμος
Νίκος Μπογιόπουλος
Ο κ.Τσίπρας, παραλαμβάνοντας το σκονάκι του υποβολέα του όσον αφορά τους Σλαβομακεδόνες που πολέμησαν στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, κι αφού διέπραξε την ύβρη να τους πιάσει στο στόμα του – το ίδιο στόμα που έγλειψε τον «διαβολικά καλό» Τραμπ – έστειλε ένα πολύ ευχάριστο στους Βορίδηδες, Γεωργιάδηδες και Βουκεφάλες μήνυμα. Το ΚΚΕ, είπε, έπαψε «να χαίρει ασυλίας»…
Αφού παρακάμψουμε την παραπάνω «υπεροψίαν και μέθην» του Δαρείου, περνάμε στη συνέχεια οπότε και ο κ.Τσίπρας, αφού μπουρδούκλωσε κι ανακάτεψε την έννοια «αυτοδιάθεση των εθνών» με την έννοια «αυτοπροσδιορισμός» – δείγμα ότι με σκονάκια δεν γίνεται δουλειά – επιστράτευσε το βαρύ ύφος που προδίδει τον βαθύ γνώστη του λενινισμού για να ψέξει το ΚΚΕ επί… αντιλενινισμώ! Ο λόγος; Επειδή το ΚΚΕ τοποθετήθηκε κατά της συμφωνίας των Πρεσπών. Πράξη που, κατά τον Τσίπρα, συνιστά απόδειξη ότι οι κομμουνιστές έχουν παραιτηθεί από τις λενινιστικές και διεθνιστικές αρχές της αυτοδιάθεσης των εθνών, τις οποίες, αντιθέτως, φαίνεται να λατρεύουν και να υπηρετούν οι (λενινιστές;) ΝΑΤΟικοί μέσα από συμφωνίες όπως αυτή των Πρεσπών. Μη σηκώνοντας, δε, αντίλογο στα όσα μηρύκασε μέσα από το σκονάκι, ο κ.Τσίπρας πρόσθεσε: «Ή εγώ διάβασα λάθος τον Λένιν όταν ήμουν μικρός ή εσείς κάτι δεν κάνετε καλά».
Κατ’ αρχάς είναι πολύ ευχάριστο που βρέθηκε και δεύτερος ο οποίος σε ηλικία 15 ετών βούτηξε στους κλασσικούς του μαρξισμού και τους κατανόησε. Η πρώτη ήταν η πρώην ΟΝΝΕΔίτισσα Παπαγγελή, που απέρριψε τον Μαρξ και ο δεύτερος ο «αριστερός» Τσίπρας που, όμως, ενστερνίστηκε, τον Λένιν…
Ίσως εξ αυτών των λόγων, της απόλυτης κατανόησης και της πλήρους αποδοχής τους από τον Τσίπρα, τον Κατρούγκαλο, τον Τσακαλώτο, και οι δυο, και ο Μαρξ και ο Λένιν, έχουν την… ευτυχία να μην υπάρχει «πρώτη φορά αριστερή» βρωμοδουλειά στην οποία να μην τους επικαλούνται οι ΣΥΡΙΖΑίοι διαστρεβλώνοντάς τους για να βαφτίζουν την λαχανίδα – κρέας και τα Μνημόνια – «αριστερά».
Επειδή, βέβαια, ο Λένιν δεν ήτο «κωλοτούμπας», κάθε φορά που τον πιάνουν στο στόμα τους κάτι τέτοιοι «μαρξιστές-λενινιστές», όλο η εγκυκλοπαιδική τους μόρφωση μαζί με το γνωστικό της φωτοστέφανο σκάει σαν φούσκα. Το αυτό και με τα περί αυτοδιάθεσης, την οποία – ειρήσθω εν παρόδω – ο Λένιν αντιμετώπιζε ως επαναστάτης και όχι σαν βαποράκι του ΝΑΤΟ.
Τι λέει, λοιπόν, ο Λένιν για την αυτοδιάθεση; Ας δούμε:
«Με την έννοια αυτοδιάθεση των εθνών εννοούμε τον κρατικό χωρισμό τους από ξένα εθνικά σύνολα, εννοούμε το σχηματισμό αυτοτελούς εθνικού κράτους» (Λένιν, Για το Δικαίωμα Αυτοδιάθεσης των Εθνών, Απαντα, τ. 25, σελ. 261)
Και παρακάτω:
«(…) η “αυτοδιάθεση των εθνών” δεν μπορεί να έχει στο πρόγραμμα των μαρξιστών, από ιστορικο-οικονομική άποψη, άλλη σημασία εκτός από την πολιτική αυτοτέλεια, την κρατική αυτοτέλεια, το σχηματισμό εθνικού κράτους».
Αλήθεια, ακούσατε ποτέ κομμουνιστή (κανονικό, όχι Κατρούγκαλο) να τοποθετείται ενάντια ή να μην αναγνωρίζει «την πολιτική αυτοτέλεια, την κρατική αυτοτέλεια, το σχηματισμό εθνικού κράτους», όσον αφορά την γειτονική μας χώρα, όπως κάνουν διάφορα φασιστικά και εθνικιστικά απολειφάδια με τα οποία συζητά ο μέχρι χτες συνεταίρος του Τσίπρα, ο Καμμένος;
Ακούσατε εσείς ποτέ κομμουνιστή να αρνείται πολιτικά ή θεωρητικά την λενινιστική ανάλυση για τον καπιταλισμό ότι
«η τάση (η επιδίωξη) κάθε εθνικού κινήματος είναι ο σχηματισμός εθνικών κρατών, που ικανοποιούν καλύτερα αυτές τις ανάγκες του σύγχρονου καπιταλισμού. Προς το σχηματισμό αυτό σπρώχνουν οι πιο βαθιοί οικονομικοί παράγοντες και, για το λόγο αυτό, για όλη τη Δυτική Ευρώπη – κάτι παραπάνω: για όλο τον πολιτισμένο κόσμο – χαρακτηριστικό φυσιολογικό φαινόμενο για την κεφαλαιοκρατική περίοδο είναι τα εθνικά κράτη (…)»; (Λένιν, Για το Δικαίωμα Αυτοδιάθεσης των Εθνών, ο.π.)
Ο Λένιν σημείωνε:
«Το άρθρο του προγράμματός μας για την αυτοδιάθεση των εθνών δεν μπορεί να ερμηνευτεί αλλιώς παρά μόνο με την έννοια της πολιτικής αυτοδιάθεσης, δηλαδή του δικαιώματος αποχωρισμού και σχηματισμού ανεξάρτητου κράτους» (Λένιν, Απαντα, τ. 23, σελ. 315).
Επειδή, όμως, δεν ήταν – επαναλαμβάνουμε – «κωλοτούμπας», αλλά επαναστάτης, γι’ αυτό πάντα τόνιζε ότι και το ζήτημα της αυτοδιάθεσης δεν μπορεί για έναν μαρξιστή να αντιμετωπίζεται παρά σε αδιάσπαστη ενότητα με το ζήτημα της κοινωνικής επανάστασης. Ως εκ τούτου:
«Η αναγνώριση (…) του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης όλων των εθνοτήτων δε σημαίνει καθόλου πως οι σοσιαλδημοκράτες (κομμουνιστές) παραιτούνται από το να δώσουν δική τους εκτίμηση όσον αφορά τη σκοπιμότητα του κρατικού αποχωρισμού του ενός ή του άλλου έθνους σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση. Αντίθετα οι σοσιαλδημοκράτες πρέπει να δίνουν ίσα – ίσα δική τους εκτίμηση, παίρνοντας υπόψη τόσο τις συνθήκες εξέλιξης του καπιταλισμού και της καταπίεσης των προλετάριων των διαφόρων εθνών από την ενωμένη αστική τάξη όλων των εθνοτήτων, όσο και τα γενικότερα καθήκοντα της δημοκρατίας και στην πρώτη σειρά και πάνω απ’ όλα τα συμφέροντα της ταξικής πάλης του προλετάριου για το σοσιαλισμό» (Λένιν, Απαντα, τ. 23, σελ. 316).
Κι επίσης:
«Οι διάφορες διεκδικήσεις της δημοκρατίας, μαζί και η αυτοδιάθεση, δεν είναι κάτι απόλυτο, αλλά ένα “μέρος” του πανδημοκρατικού (σήμερα: πανσοσιαλιστικού) “παγκόσμιου” κινήματος. Μπορεί σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις το μέρος να έρχεται σε αντίθεση με το όλο και τότε πρέπει να απορρίπτεται. Μπορεί σε κάποια χώρα το δημοκρατικό κίνημα να είναι απλώς όργανο των κληρικών ή χρηματιστικών – μοναρχικών ραδιουργιών των άλλων χωρών. Τότε εμείς δεν πρέπει να υποστηρίζουμε αυτό το δοσμένο συγκεκριμένο κίνημα, θα ήταν όμως γελοίο να πετάξουμε γι’ αυτό το λόγο το σύνθημα της δημοκρατίας από το πρόγραμμα της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας» (Λένιν, Απαντα, τ. 30, σελ. 39).
Κι επίσης:
«(…) άλλο πράγμα είναι το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και άλλο η σκοπιμότητα της αυτοδιάθεσης, του αποχωρισμού του ενός ή του άλλου έθνους στη μια ή στην άλλη περίπτωση» (Λένιν, Άπαντα, τ. 24, σελ. 205).
Κι επίσης:
«(…) η ανεπιφύλακτη αναγνώριση της πάλης για την ελευθερία αυτοδιάθεσης δεν μας υποχρεώνει καθόλου να υποστηρίζουμε κάθε διεκδίκηση εθνικής αυτοδιάθεσης. Η σοσιαλδημοκρατία σαν κόμμα του προλεταριάτου βάζει σαν βασικό και κύριο καθήκον της να βοηθήσει την αυτοδιάθεση όχι των λαών και των εθνών, αλλά του προλεταριάτου κάθε εθνότητας. Πρέπει να επιδιώκουμε πάντα κι ανεπιφύλακτα την πιο στενή ένωση του προλεταριάτου όλων των εθνοτήτων και μόνο σε ορισμένες, εξαιρετικές περιπτώσεις μπορούμε να προβάλλουμε και να υποστηρίζουμε δραστήρια διεκδικήσεις με σκοπό τη δημιουργία νέου ταξικού κράτους… Στα πλαίσια της ταξικής πάλης του προλεταριάτου πρέπει εμείς να υποτάσσουμε τη διεκδίκηση της εθνικής αυτοδιάθεσης» (Λένιν, Άπαντα, τ. 7, σελ. 231-240).
Συνεπώς: Ο Λένιν και οι κομμουνιστές, είναι υπέρμαχοι του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης και γνήσιοι και αδιάλλακτοι πολέμιοι κάθε μορφής εθνικής καταπίεσης. Παρά τους ισχυρισμούς των παραχαρακτών τους, όμως, δεν υπήρξαν ποτέ «ευαγγελιστές» του «ντε και καλά» διαχωρισμού. Ήταν ανέκαθεν φορείς της διαλεκτικής σκέψης που εξετάζει τα ζητήματα υπό το πρίσμα της «συγκεκριμένης ανάλυσης της συγκεκριμένης κατάστασης». Αυτός είναι και ο λόγος που ο Λένιν μιλώντας για «Το Δικαίωμα των Εθνών για Αυτοδιάθεση», σημειώνει με αρκετή δόση ειρωνείας:
«Το να κατηγορεί κάποιος αυτούς που υποστηρίζουν την αυτοδιάθεση (δηλαδή την ελευθερία απόσχισης) ότι ενθαρρύνουν το διαχωρισμό, είναι ηλιθιότητα και υποκρισία, αφού είναι σαν να κατηγορεί αυτούς που συνηγορούν υπέρ της ελευθερίας στα διαζύγια ότι ενθαρρύνουν την καταστροφή των οικογενειακών δεσμών»
Για να έρθουμε, τώρα, στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού, ο Λένιν σημείωνε:
«Ιμπεριαλισμός είναι η εποχή της προοδευτικής αύξησης της καταπίεσης των εθνών όλου του κόσμου από μια χούφτα “μεγάλες” δυνάμεις και γι’ αυτό ο αγώνας για τη διεθνή σοσιαλιστική επανάσταση ενάντια στον ιμπεριαλισμό δεν είναι δυνατός χωρίς την αναγνώριση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης των εθνών» (Λένιν, Απαντα, τ.26, σελ.335-336)
Έτσι, εξετάζοντας Το Δικαίωμα των Εθνών για Αυτοδιάθεση υπό το πρίσμα της Σοσιαλιστικής Επανάστασης, το 1916 έγραφε στο «Vorbote»
«1) ότι στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού η διεκδίκηση αυτή (σσ: αυτοδιάθεση των εθνών) έχει εξαιρετικά επιτακτικό χαρακτήρα,
2) ότι όλες οι διεκδικήσεις της πολιτικής δημοκρατίας, μαζί και η διεκδίκηση της αυτοδιάθεσης, είναι πολιτικά σχετικές κι έχουν ταξικό περιεχόμενο,
3) ότι είναι ανάγκη να γίνεται διάκριση ανάμεσα στα συγκεκριμένα καθήκοντα των σοσιαλδημοκρατών των εθνών που καταπιέζουν και των σοσιαλδημοκρατών των εθνών που καταπιέζονται,
4) ότι η αναγνώριση από τους οπορτουνιστές και τους καουτσκιστές της αυτοδιάθεσης είναι ασυνεπής και τυπική και επομένως από πολιτική άποψη υποκριτική,
5) ότι οι σοσιαλδημοκράτες ιδιαίτερα των κυρίαρχων εθνών των μεγάλων δυνάμεων (Μεγαλορώσοι, Αγγλοαμερικανοί, Γερμανοί, Γάλλοι, Ιταλοί, Γιαπωνέζοι κτλ), που δεν υπερασπίζουν την ελευθερία αποχωρισμού των αποικιών και των εθνών που καταπιέζουν τα έθνη “τους”, συμφωνούν ουσιαστικά με τους σοβινιστές,
6) ότι είναι ανάγκη να υποταχθεί η πάλη γι’ αυτή τη διεκδίκηση, όπως και για όλες τις βασικές διεκδικήσεις της πολιτικής δημοκρατίας, στην άμεση επαναστατική πάλη των μαζών για την ανατροπή των αστικώ κυβερνήσεων και για την πραγματοποίηση του σοσιαλισμού».
Αλήθεια τι σχέση έχουν ο Τσίπρας και οι υπόλοιποι με τα όσα αναφέρει ο Λένιν παραπάνω, πλην του σημείου στο οποίο μιλάει για τον οπορτουνισμό;…
Εν ολίγοις ο Λένιν, επειδή ήταν μαρξιστής και επειδή δεν γνώρισε τον μαρξισμό μέσα από σκονάκια, ήξερε τι έγραφαν οι Μαρξ και Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο:
– «Η πάλη του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη, αν όχι στο περιεχόμενο, στη μορφή, είναι στην αρχή εθνική. Φυσικά το προλεταριάτο κάθε χώρας πρέπει να ξεμπερδέψει, πριν απ’ όλα με τη δική του αστική τάξη»
– «Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Δεν μπορεί να τους πάρεις αυτό που δεν έχουν. Μα μια και το προλεταριάτο πρέπει πρώτα να κατακτήσει την πολιτική εξουσία, να ανυψωθεί σε εθνική τάξη (σ.σ.: στην αγγλική έκδοση του 1888 στο σημείο αυτό γράφει: «να ανυψωθεί σε ηγέτιδα τάξη του έθνους»), να συγκροτηθεί το ίδιο σαν έθνος, είναι και το ίδιο επίσης εθνικό, αν και σε καμιά περίπτωση με την έννοια της αστικής τάξης».
Και επειδή ήξερε τι έγραφαν, μπορούσε και να κατανοήσει και τι έλεγαν:
«Στο “Κομμουνιστικό Μανισφέστο” λέγεται ότι οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Όμως, εκεί δεν λέγεται μόνο αυτό. Εκεί λέγεται ακόμη ότι με τη διαμόρφωση των εθνικών κρατών ο ρόλος του προλεταριάτου γίνεται κάπως ιδιόμορφος. Αν πάρουμε την πρώτη θέση (οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα) και ξεχάσουμε τη σύνδεσή της με το δεύτερο (οι εργάτες διαμορφώνονται ως τάξη εθνικά, όχι όμως με την ίδια έννοια που διαμορφώνεται η αστική τάξη), θα κάνουμε πολύ μεγάλο λάθος. Που βρίσκεται η σύνδεση αυτή; Κατά τη γνώμη μου, ακριβώς στο γεγονός ότι, όταν έχουμε δημοκρατικό κίνημα (σε μια τέτοια στιγμή, σε μια τέτοια συγκεκριμένη κατάσταση), το προλεταριάτο δεν μπορεί να μην το υποστηρίξει (συνεπώς δεν μπορεί να μην υπερασπίσει και την πατρίδα σε ένα εθνικό πόλεμο)» (Λένιν, Απαντα, τ.49, σελ. 329)
Κι επίσης:
«Από μαρξιστική άποψη, όμως, τέτοιοι γενικοί και αφηρημένοι ορισμοί, όπως ο “μη πατριωτισμός”, δεν έχουν καμιά απολύτως αξία. Η πατρίδα, το έθνος, είναι ιστορικές κατηγορίες. Αν σε καιρό πολέμου πρόκειται για την υπεράσπιση της δημοκρατίας ή για αγώνα ενάντια στο ζυγό που καταπιέζει ένα έθνος, εγώ δεν είμαι καθόλου ενάντια σ’ ένα τέτοιο πόλεμο και δεν φοβάμαι τις λέξεις “υπεράσπιση της πατρίδας” όταν αναφέρονται σ’ ένα τέτοιου είδους πόλεμο ή εξέγερση. Οι σοσιαλιστές τάσσονται πάντοτε με το μέρος των καταπιεζόμενων και συνεπώς δεν μπορούν να είναι αντίπαλοι των πολέμων που έχουν σκοπό τη δημοκρατική ή σοσιαλιστική πάλη ενάντια στην καταπίεση» (Λένιν, Άπαντα, τ. 30, σελ. 262)
Εν κατακλείδι και με δυο κουβέντες: Ακόμα κι όταν είναι πρόθυμοι για την προώθηση της πολιτικής τους να μετέρχονται – όπως εν προκειμένω – το «ηθικό πλεονέκτημα» της παραχάραξης, είναι καταδικασμένοι να συλλαμβάνονται με την αστειότητά τους στην πλάτη.
Ειδικά, μάλιστα, όταν ως βαποράκια του ΝΑΤΟισμού και της αμερικανοφροσύνης, παριστάνουν τους προφέσορες περί «έθνους», «αυτοδιάθεσης», «πατρίδας», «διεθνισμού» και… «λενινισμού», απέναντι στους κομμουνιστές.
Ας περιοριστούν στα όσα γνωρίζουν καλά ως υπηρέτες του ιμπεριαλισμού. Ή, τουλάχιστον, ας έχουν περισσότερα σκονάκια όταν θα λειτουργούν ως υπονομευτές της προλεταριακής συνείδησης από την αστική ιδεολογία, η οποία – και ανάλογα με τις πολιτικές επιδιώξεις του κεφαλαίου – όταν δεν προάγει τον εθνικισμό, βαφτίζει τον ιμπεριαλισμό… «διεθνισμό».