Άννα Νίνη
Πηγή: Vice
Από την ημέρα που έγινε γνωστή η είδηση πως η Ελένη Τοπαλούδη, φοιτήτρια στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών στη Ρόδο, δολοφονήθηκε τόσο βάναυσα, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας αρνείται να σταθεί στο ίδιο το έγκλημα που διαπράχθηκε. Τα σχόλια για τον θάνατό της βρίσκονται παντού, αλλά σχεδόν κανείς δεν στέκεται στη φύση και τον πυρήνα του ίδιου του εγκλήματος.
Η Ελένη δεν ήταν ούτε «η φοιτήτρια από τη Ρόδο», ούτε «η 21χρονη». Η Ελένη, όπως όλες οι γυναίκες που έχουν τέτοια κατάληξη, είχε όνομα, φίλους, οικογένεια, παρελθόν και ζωή. Και αυτή η ζωή σταμάτησε όταν οι δύο φερόμενοι βιαστές και δολοφόνοι της, αποφάσισαν να την εξοντώσουν με τον πιο βάρβαρο τρόπο, όταν εν ψυχρώ αποφάσισαν πως έχουν δικαίωμα επάνω στο σώμα της και την αναπνοή της. Ο χάρτης καταγραφής έμφυλης βίας αναφέρει πως αυτή ήταν η 12η γυναικοκτονία μαζί με απόπειρα βιασμού ή τετελεσμένο βιασμό φέτος. Οι γυναίκες που βιάζονται καθημερινά είναι πολύ περισσότερες. Τα περιστατικά φτάνουν τα 5.000 τον χρόνο, ενώ πολλά απ’ αυτά δεν καταγράφονται ή δεν καταγγέλονται ποτέ.
«Η Ελένη μάς είπε να την πάμε στο νοσοκομείο, το ίδιο προέτρεπα κι εγώ τον φίλο μου, αλλά εκείνος με πίεσε να την ξεφορτωθούμε. Μου είπε: “Πάμε να την πετάξουμε στα βράχια, όπου βρούμε”. Τελικά φύγαμε με το βαν και την πετάξαμε ζωντανή, στην θάλασσα στους Πεύκους», φέρεται να είπε ο ένας στην ομολογία του, ενώ από τη στιγμή της σύλληψης τους οι φερόμενοι ως δράστες επιρρίπτουν ο ένας στον άλλο την ευθύνη για το θάνατο της. Γιατί προφανώς η αντρίλα και η ματσίλα που παρατηρεί κάποιος κοιτώντας τα προφίλ τους, εξαντλήθηκε στη δολοφονία της Ελένης. Δεν περίσσεψε ούτε ελάχιστη ώστε να αναλάβουν τις ευθύνες για τις πράξεις τους.
Αυτοί οι άνδρες δεν είναι «ανθρωπόμορφα κτήνη» ή «τέρατα». Αν έμοιαζαν με τέρατα οι βιαστές και οι δολοφόνοι θα μπορούσε κάθε γυναίκα να τους ξεχωρίσει. Καμιά δεν θα υπέφερε στα χέρια τους γιατί θα προλάβαινε να τρέξει μακριά. Είναι δύο άνδρες της διπλανής πόρτας, έχουν οικογένεια, φίλους, κοινωνικό περίγυρο. Ζουν δίπλα μας, είναι άνθρωποι υπεράνω πάσης υποψίας τις περισσότερες φορές και άλλες φορές ανήκουν στην ίδια την οικογένεια των θυμάτων. Έχουν όμως όλοι κάτι κοινό: θεωρούν πως έχουν δικαίωμα στη ζωή κάποιας γυναίκας, πως εκείνη δεν μπορεί και δεν πρέπει να τους αρνηθεί τίποτα, πως αν το κάνει μπορούν πολύ εύκολα να της αφαιρέσουν τη ζωή και την αξιοπρέπεια. Πέρα από τα αποπροσανατολισμένα σχόλια, υπάρχει δυστυχώς από πολλούς, για άλλη μια φορά, η ενοχοποίηση του ίδιου του θύματος, ενώ ορισμένοι σπεύδουν να δικαιολογήσουν τη βιαιότητα του ενός δράστη εξαιτίας των αναβολικών που κατανάλωνε.
Σε μια αρένα που στήθηκε, την ώρα που μια γυναίκα πετάχτηκε ζωντανή, χτυπημένη και ενδεχομένως βιασμένη στη θάλασσα επειδή είπε «όχι» σε κάτι που της ζητήθηκε να κάνει, ακόμη κάποιοι τολμούν να αναρωτιούνται φωναχτά «Γιατί πήγε;» ή «Μήπως τους προκάλεσε;». Υπάρχουν μέσα σε όλο αυτό τον οχετό και άνθρωποι που τη δολοφονούν δεύτερη φορά λέγοντας «Για να πάει βόλτα με δυο τύπους μάλλον τα ήθελε ο κώλος της» ή «καλά να πάθει που έκανε παρέα με Αλβανούς», ξεχνώντας αφενός πως εδώ έχουμε δυο δράστες και αφετέρου πως δεν είναι ο Έλληνας και ο Αλβανός, ούτε ο Αλβανός και ο Ροδίτης. Οι βιαστές και οι δολοφόνοι δεν έχουν υπηκοότητα, εθνικότητα και τόπο καταγωγής. Είναι βιαστές και δολοφόνοι (ακόμη φερόμενοι οι συγκεκριμένοι) και αυτή είναι η μόνη τους ταμπέλα.
Κι αν δεν είχαν αποφασίσει να την πετάξουν ζωντανή στη θάλασσα, τι πιθανότητες θα υπήρχαν να πιστέψει αυτή η κοινωνία ότι η Ελένη κακοποιήθηκε; Πόσες φορές θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης ή ακόμη και βιασμού αμφισβητήθηκαν ή έμειναν χωρίς δικαίωση εντός μιας δικαστικής αίθουσας; Πόσες φορές καταδικάστηκαν γυναίκες που προκειμένου να αμυνθούν σκότωσαν τους βιαστές τους επειδή στην Ελλάδα ακόμη δεν έχει αναγνωριστεί το δικαίωμα στην αυτοάμυνα σε τέτοιες περιπτώσεις; Πόσες φορές αυτή η κοινωνία που τώρα σοκάρεται από το θάνατο της Ελένης, είπε «έλα, τα ήθελε ο κώλος της αφού δεν αντέδρασε» ή εξέτασε το τι φορούσε το θύμα, για γυναίκες θύματα σεξουαλικής κακοποίησης ή έμφυλης βίας;
Η Ελένη δεν ζει πια, επειδή είπε «όχι», επειδή είχε μάθει να ορίζει το σώμα, τα θέλω της, τη ζωή, τη σεξουαλικότητα της, τις επιθυμίες της. Η Ελένη δεν ζει καθώς δυο άντρες αποφάσισαν πως επειδή είναι άντρες έχουν δικαίωμα επάνω στα θέλω της, τις επιθυμίες της και τη ζωή της. Επειδή αρνήθηκαν πολύ συνειδητά να ακούσουν το «όχι» της.