Πηγή: Katiousa
Θα έρθουν οι κομμουνιστές να μας πάρουν τις γυναίκες”, έλεγαν κάποτε στους νοικοκυραίους για να τους φοβίσουν. Και για να πειστούν πως όντως έτσι έχουν τα πράγματα, οι εφημερίδες της εποχής κυκλοφορούσαν με καυτά ρεπορτάζ-πορνογραφήματα από τις καυτές περιπέτειες των συντροφισσών.
Η εξιστόρηση είναι από το βιβλιαράκι-θησαυρός της Αύρας Παρτσαλίδου “Αναμνήσεις από τη ζωή της ΟΚΝΕ” που κυκλοφορεί από τη Σύγχρονη Εποχή. Το σκίτσο είναι του Τάσου Αναστασίου.
Η αντίδραση στην προσπάθειά της να χτυπήσει το Κόμμα, χρησιμοποιούσε βέβαια, μαζί με όλα τα άλλα, και το προσφιλές της όπλο της συκοφαντίας. Ο τύπο της, σε συνεργασία με την Ασφάλεια, σερβίριζε συστηματικά στους αναγνώστες του με τη μορφή “συνταραχτικών αποκαλύψεων”, το αντικομμουνιστικό τροπάριο της παγκόσμιας αντίδρασης απ’ την εποχή που πρωτοκυκλοφόρησε το “Κομμουνιστικό Μανιφέστο”. Παρουσίαζε το ΚΚΕ σαν ένα κατασκεύασμα ανήθικων ανθρώπων, που σαν κύριο μέλημά τους έχουν την κοινοκτημοσύνη της γυναίκας, τη διάλυση της οικογένειας, την κατάργηση της θρησκείας κλπ, κλπ. Κάθε τόσο δημοσίευε ολοσέλιδες συνέχειες στην μπροστινή σελίδα με φωτογραφίες στελεχών και μελών του Κόμματος και της Νεολαίας.
Απ’ όλα αυτά εμείς οι γυναίκες παίρναμε το μερίδιό μας με το παραπάνω. Κει που πήγαινες αμέριμνη στη δουλιά σου, έβλεπες ξαφνικά στο περίπτερο να κρέμεται η εφημερίδα με μια πελώρια φωτογραφία σου κι από κάτω με μεγάλα γράμματα: “Η Μαντελόν του Κομμουνισμού” ή κάτι τέτοιο. Και ακολουθούσε ένα ολόκληρο ανάγνωσμα-πορνογράφημα πως η τάδε “συντρόφισα” πήγε στο καμπαρέ με το γραμματέα της Νεολαίας (σε μεγάλη φωτογραφία κι αυτός) κι άλλα παρόμοια. Όλα αυτά διανθίζονταν με διαλόγους στη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο υπόκοσμος. Ένα τέτιο ανάγνωσμα, θυμάμαι, εξιστορούσε πως δυο αδερφές “συντρόφισες” ντύθηκαν φαντάροι, μπήκαν στο τραίνο και πήγαν στη Θεσσαλονίκη να κάνουν όργια. Γεμάτο κι αυτό από φωτογραφίες, που τις προμήθευε η Ασφάλεια απ’ τη σήμανση. Τη συκοφαντική αυτή δουλιά της αντίδρασης τη σιγοντάριζαν και οι αρχείοι, που διαδίδανε ότι όλες οι γυναίκες μέλη του Κόμματος και της Νεολαίας ήταν πόρνες με βιβλιάριο του Τμήματος Ηθών.
Πηγαίνει μια νεολαίισα πρωί-πρωί στο γραφείο που δούλευε και βλέπει τον προϊστάμενό της βλοσυρό με την εφημερίδα στο χέρι. Κοιτάζει με τρόπο και για πολλοστή φορά βλέπει δημοσιευμένη τη φωτογραφία της.
-Τι θα γίνει, δεσποινίς; Αυτό δεν μπορεί να εξακολουθήσει. Παρ’ όλο που γνωρίζω την οικογένειά σας και είμαι φίλος του πατέρα σας, θα είμαι υποχρεωμένος να σας απολύσω γιατί η εταιρία εκτίθεται.
Οι μανάδες μας δεν ξέρανε κι αυτές τι να κάνουν. Πήγαιναν στα γραφεία των εφημερίδων και στήνανε τον καυγά. Άλλες τόστηναν στην προπαγάνδα και τη διαφώτιση στη γειτονιά, που μας κοιτούσε περίλυπη. Άλλοι από τους γείτονες αγαναχτούσαν και άλλοι τα πίστευαν: “Τέτοιο κορίτσι και να καταντήσει έτσι!”
Ένα πρωί η Ηλέκτρα ξεκίνησε απ’ το σπίτι της στου Βεΐκου να πάει να ψωνίσει στον μπακάλη. Με την ένταση της τρομοκρατίας οι γνωστοί κομμουνιστές φρόντιζαν να μη μαθαίνει η Ασφάλεια τα σπίτια τους για να προφυλάγονται από αιφνιδιαστικές συλλήψεις. Έτσι και της Ηλέκτρας το σπίτι ήταν “παράνομο”. Έρχεται σε λίγο πίσω, σκασμένη στα γέλια αλλά και στενοχωρημένη.
-Πάει η παρανομία! -λέει. Είδα στο περίπτερο μια εφημερίδα με ολόσωμη τη φωτογραφία μου κι απ’ τα δύο πλάγια δύο φωτογραφίες του τάδε και του τάδε. Και ονομάτισε δυο γνωστά στελέχη του Κόμματος.
Πήραμε με τρόπο την εφημερίδα από ένα μακρυνό μαγαζί και τι έλεγε; Τα γνωστά κατασκευάσματα της Ασφάλειας με μπόλικο αλατοπίπερο.
Ο “Ριζοσπάστης” και η “Νεολαία” μάχονταν και σ’ αυτό το μέτωπο, εξηγούσαν στο λαό τι σκοπούς επιδιώκει η αντίδραση με τις ασφαλίτικες αυτές καμπάνιες. Όταν πια φούντωσε το κίνημα και το Κόμμα άρχισε να μαζικοποιείται, τα δημοσιεύματα τα σχετικά με την κοινοκτημοσύνη των γυναικών ξεθύμαναν γιατί κανένας πια δεν τα πίστευε.
Τα συκοφαντικά κατασκευάσματα εξακολουθούν και σήμερα και θα υπάρχουν όσο θα υπάρχει αντίδραση. Κατά τις περιπτώσεις αλλάζουν μορφή. Στον εμφύλιο πόλεμο γινήκαμε “συμμορίτες”. Σήμερα είμαστε “κατάσκοποι”. Με τη συκοφαντική αυτή κατηγορία πλήθος στελέχη, μέλη και οπαδοί του Κόμματος στήθηκαν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, άλλοι εξοντώθηκαν και άλλοι κάθονται ακόμα φυλακή. Όμως κανένας δεν το πιστεύει πως οι κομμουνιστές είναι κατάσκοποι. Σχεδόν κάθε ελληνική οικογένεια έχει, είτε η ίδια είτε στο συγγενικό της κύκλο, κομμουνιστές -σκοτωμένους ή ζωντανούς- και περηφανεύεται γι’ αυτούς όλο το σόι.