Η γνωστή και ως “Βασίλισσα της Σόουλ”, Aretha Franklin, έφυγε από τη ζωή στις 16 Αυγούστου 2018, δίνοντας μια μεγάλη μάχη με τον καρκίνο του παγκρέατος στο σπίτι της. Από την πρώτη στιγμή της νοσηλείας της βρέθηκαν στο πλευρό της πολλές από τις μεγάλες προσωπικότητες της μαύρης μουσικής, πολιτικοί, ακτιβιστές, πρώην και νυν φίλοι. Η Beyoncé κι ο Jay-Z μάλιστα, στα πλαίσια συναυλίας τους τη Δευτέρα στο Ford Field του Detroit, αφιέρωσαν το σόου τους στη Βασίλισσα της Σόουλ επισημαίνοντας ότι το Detroit είναι η γενέτειρά της και ευχαριστώντας τη για όλη την όμορφη μουσική που χάρισε απλόχερα.
του Νίκου Βασιλόπουλου στο ThePressProject
H Aretha Franklin αποτελεί κατά κοινή ομολογία μια από τις πιο σημαντικές και επιδραστικές φωνές στην ιστορία της σύγχρονης μουσικής. Η δισκογραφική της πορεία περικλείει διάφορα μουσικά είδη, όπως η μουσική gospel, η jazz, η R&B, η pop και βέβαια η soul. Το 1987, έγινε η πρώτη γυναίκα που πέρασε στο Rock and Roll Hall of Fame. Εκτός από τις τρομερές φωνητικές της δεξιότητες, η Franklin υπήρξε επίσης καταξιωμένη πιανίστρια και τραγουδοποιός καθώς είναι γεγονός ότι μερικές από τις πιο επιτυχημένες ηχογραφήσεις της είναι τραγούδια που έγραψε η ίδια. Επίσης παραμένει η πιο πολυβραβευμένη γυναίκα τραγουδίστρια ως σήμερα, έχοντας πάνω από 20 νο.1 επιτυχίες στο αμερικάνικο Billboard και δεκάδες σημαντικά βραβεία στο ενεργητικό της.
Μαθητεύοντας στα Gospel
Η Aretha Louise Franklin, όπως είναι το πλήρες όνομά της, γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου 1942 στο Detroit. Σε μια οικογένεια όντας η τέταρτη από πέντε παιδιά. Σύμφωνα με τους βιογράφους της, ο μεγάλος αδελφός θα κάνει καριέρα ως αξιωματικός της αεροπορίας και μετά οι άλλες τρεις αδελφές θα έχουν διαφορετικές σχέσεις με τη μουσική. Η τρίτη στη σειρά, η Cecil, θα αναλάβει μάλιστα χρέη μάνατζερ της Aretha. Η μητέρα της, Barbara Siggers, θα παραμείνει στην αφάνια όλη τη σύντομη ζωή της και θα πεθάνει σε ηλικία 34 ετών, το 1952, από ανακοπή στο Buffalo της Νέας Υόρκης. Παρόλα αυτά, οι φήμες λένε ότι υπήρξε σπουδαία φωνή των gospel και μάλιστα σύμφωνα με τον Nick Salvatore, βιογράφο του πατέρα της Aretha, C.L. Frankin, συγκρινόταν τη δεκαετία του 30 με τη μεγάλη κυρία των gospel Mahalia Jackson, η οποία Mahalia μάλιστα θεωρούσε ότι η Barbara ήταν σαφώς πιο ταλαντούχα από τον πατέρα της.
Ο βασικός πυλώνας του σπιτιού και σημαντική παρουσία σε όλη τη ζωή της Aretha Franklin είναι ο πατέρας της. Ο αιδεσιμότατος Clarence LaVaughn Franklin θα είναι κάτι πέρα από πατρική φιγούρα για την Aretha. Παθιασμένος ρήτορας, μεγάλος οργανωτής εκκλησιών, πλούσιος νέγρος του γκέτο από τα φιλοδωρήματα των πιστών και από διάφορες άλλες εξωεκκλησιαστικές δραστηριότητες και με το χάρισμα του λόγου θα φτάσει να γίνει σημαντική μορφή του Κινήματος των Πολιτικών Δικαιωμάτων (Civil Rights Movement). Εκτός βέβαια από παθιασμένος και χαρισματικός, έχει πολλές αδυναμίες, όπως η καλή ζωή, τα χρήματα και τα ακριβά παπούτσια. Μια ακόμα αδυναμία του ήταν η 13χρονη Mildred Jennings, με την οποία το 1940 θα συνάψει σύντομη σχέση και θα αποκτήσει και παιδί.
O C.L. Franklin από το 1946 θα αναλάβει πάστορας στην περίφημη New Bethel Church στο Detroit. Η εκκλησία αυτή σε σύντομο διάστημα θα γίνει κέντρο της μαύρης κοινότητας του Detroit και τη δεκαετία του ‘60 κέντρο του Κινήματος των Πολιτικών Δικαιωμάτων. Οι ομιλίες του C.L. Franklin θα είναι διάσημες και χιλιάδες κόσμου θα αρχίσουν να τις παρακολουθούν. Οι φήμες της εποχής αναφέρουν ότι όταν ο δίσκος της εκκλησίας γύριζε στο τέλος της λειτουργίας τα δολάρια που μαζεύονταν ήταν μερικές χιλιάδες. Ένα σημαντικό στοιχείο που έκανε διάσημη την εκκλησία του C.L. Franklin είναι η παιδική της χορωδία. Εκεί θα κάνει τα πρώτα της βήματα στη μουσική η Aretha Franklin και κατά μία έννοια δεν θα φύγει ποτέ από την εκκλησία όπου έμαθε να τραγουδά. Σε αυτή την εκκλησία, το 1956, η 14χρονη Aretha Franklin θα ηχογραφήσει το πρώτο της άλμπουμ, Songs of faith, το οποίο φυσικά είναι μια ζωντανή ηχογράφηση γνωστών gospel τραγουδιών στην οποία η ίδια τραγουδά και παίζει πιάνο.
Soul jazz και R&B
Τα επόμενα χρόνια ως την ενηλικίωσή της, η Aretha Franklin ηγείται κατά βάση της χορωδίας της εκκλησίας του πατέρα της. Με την υποστήριξή του βέβαια, το 1961, θα μεταβεί στη Νέα Υόρκη να ηχογραφήσει το δεύτερο άλμπουμ της (και πρώτο σε στούντιο). Την έχει ανακαλύψει ο πολυτάλαντος παραγωγός της Columbia Records (και μεγάλη μορφή της σύγχρονης μουσικής) John H. Hammond,ύστερα από πρόταση του συνθέτη Curtis Reginald Lewis. Η 19χρονη Aretha Franklin δεν έχει βρει ακόμα τον ήχο της, ούτε όμως και οι άνθρωποι της Columbia μπορούν να την κατατάξουν κάπου. Το αποτέλεσμα είναι ένας πρώτος δίσκος ανάμεικτος από soul jazz και R&B τραγούδια στον οποίο η Aretha θα δείξει τις πρώτες σπουδαίες φωνητικές της ικανότητες, όπως για παράδειγμα σε αυτή τη διασκευή του George Gerswin.
Στην Columbia έμεινε ως το 1967, ηχογραφώντας άλλα 8 άλμπουμ τα οποία κινούνταν σε αυτόν τον ήχο μεταξύ soul jazz και R&B, κάνοντας μέτρια εμπορική επιτυχία, παρόλο που η ίδια μεγαλώνει τη φήμη της ως ερμηνεύτρια αλλά και ως τραγουδοποιός. Από την Columbia θα αποχωρήσει αφού έχει ηχογραφήσει το όγδοο της άλμπουμ όπου μεταξύ άλλων τραγουδιών διασκευάζει κι ένα κλασικό εργατικό τραγούδι του Pete Seeger, δίνοντάς του μια μοναδική soul διάσταση, εντάσσοντάς το στη νέα εποχή και δείχνοντας το δρόμο για το τι θα ακολουθήσει.
Κυριεύοντας τη soul
Ήδη από τo 1960 έχει εμφανιστεί ο Μίδας της σόουλ μουσικής. Ο ιδιοκτήτης της θρυλικής Motown Records, o Berry Gordy Jr., θα πάρει την gospel μουσική, τη δομή και το συναίσθημά της και θα την φέρει στη mainstream κουλτούρα της μαύρης κοινότητας φτιάχνοντας τον περίφημο “ήχο της Motown”, που θα γίνει γνωστός από τα δυνατά ταμπούρα στα ντραμς, τις ρυθμικές και μουσικές αποκρίσεις (κύρια φωνή και χορωδία) και άλλα τέτοια συστατικά. Η ψυχή και η ένταση της νέας μουσικής θα της δώσουν και το όνομά της· soul. H Motown είναι γέννημα – θρέμμα της Motor Town, του Detroit, εκεί που γεννήθηκε η Aretha Franklin. Όμως η Aretha Franklin δεν είναι πια ένα κορίτσι από το γκέτο του Detroit, έχει ήδη πάει στη Νέα Υόρκη και έχει γίνει μέρος της Columbia και (για πολλούς) του συστήματος. Η μικρή, τότε, δισκογραφική εταιρία Motown δεν μπορεί να την προσεγγίσει οικονομικά κι εξάλλου έχει προλάβει να της κάνει συμβόλαιο η Atlantic Records του Jerry Wexler, μέσω της φιλικής σχέσης που είχε η Franklin με τον Louise Bishop, έναν dj από την Philadelphia.
Υπάρχουν πολλές φήμες σχετικά με το γιατί η Aretha Franklin δεν ηχογράφησε ποτέ με τη Motown. Μια από αυτές θέλει τον πατέρα της να αρνείται να στείλει την κόρη του να ηχογραφήσει τόσο νέα· όταν ιδρύθηκε η Motown, το 1960, η Aretha ήταν 18 χρονών. Βέβαια ένα χρόνο αργότερα τη συνόδευσε στη Νέα Υόρκη, που σημαίνει ότι ο διορατικός πάστορας είχε μεγαλύτερες βλέψεις για την ταλαντούχα κόρη του. Μια άλλη ενδιαφέρουσα ιστορία θέλει τον ιδρυτή της Motown, Berry Gordy Jr., να έχει ακούσει δύο από τις αδελφές Franklin (την Aretha και την Emma) να τραγουδούν και να προτίμησε τη δεύτερη. Σημασία έχει ότι καμία από τις δύο δεν ηχογράφησε για τη μοναδική Motown, την περίοδο που κυριαρχούσε στη soul μουσική και που είχε 79 στα 100 άλμπουμ της στο αμερικάνικο Billboard (1960-1969).
Όμως η soul μουσική ήταν έτοιμη να υποκύψει στο μεγαλείο της Aretha Franklin. Στη νέα της δισκογραφική θα έρθει σε επαφή με τον ήχο της soul όπως τον κατάλαβαν και τον διαμόρφωσαν στην Atlantic Records, με παράδειγμα τη μεγάλη επιτυχία Spanish harlem του Ben E. King. Εκεί, μαζί με σπουδαίους συντελεστές όπως ο παραγωγός Rick Hall και ο μηχανικός ήχου Tom Dowd, μοναδικούς μουσικούς αλλά και με τη βοήθεια της οικογένειάς της (των αδελφών Emma και Carolyn και της καλής της φίλης Cissy Houston, που συμμετέχουν με φωνητικά), η Aretha Franklin θα μεταμορφωθεί από σπουδαίο ταλέντο σε βασίλισσα της soul κυριολεκτικά σε μια βραδιά. Ο δίσκος της I Never Loved a Man the Way I Love You, του 1967, θα γίνει χρυσός και θα βγάλει δυο σπουδαία singles: το Respect, για το οποίο θα γίνει αναλυτικά λόγος παρακάτω και το I Never Loved a Man (The Way I Love You). Το I Never Loved a Man (The Way I Love You) είναι η πρώτη μεγάλη επιτυχία της Aretha, καθώς θα φτάσει το νο.1 του R&B chart και το νο.9 στα pop charts. Θα γίνει ένα τραγούδι σταθμός στην ιστορία της σύγχρονης μουσικής, καθώς θα επηρεάσει μεταξύ άλλων και τη ροκ μουσική, ενώ από εκείνο το σημείο και πέρα η πορεία της Franklin θα είναι συνεχώς ανοδική.
Την ίδια χρονιά, θα ηχογραφήσει το 12ο άλμπουμ της και δεύτερο για την Atlantic, το Aretha Arrives. Το άλμπουμ θα ακολουθήσει το ρεύμα του προηγούμενου. Σε αυτό ο ήχος είναι πιο καθαρός soul, χωρίς τα jazz στοιχεία της εποχής της Columbia και πλέον όλοι καταλαβαίνουν το μέγεθος του φαινομένου που έχουν μπροστά τους. Ενδεικτικό του πάθους και της εργατικότητας της Franklin είναι ότι παίζει πιάνο και τραγουδά στις ηχογραφήσεις του δίσκου έχοντας σπάσει τον ώμο της σε ατύχημα. Στο τραγούδι You are my sunshine, παίζει στο πιάνο μόνο με το αριστερό της χέρι.
Οι επόμενοι δίσκοι της στην Atlantic θα γνωρίσουν την ίδια επιτυχία. Ο ένας μετά τον άλλον θα σκαρφαλώνουν στις πρώτες θέσεις των charts, θα γίνονται χρυσοί και θα βγάζουν διαχρονικά singles. Η Aretha Franklin συνεργάζεται πλέον στενά και με τον συζυγό της Ted White, με τον οποίο θα μείνουν παντρεμένοι ως το 1969. Σε όλη τη διάρκεια αυτή η Franklin είναι υπερπαραγωγική. Βγάζει 2 άλμπουμ το χρόνο, πότε με την Atlantic και πότε με την Columbia, οι επιτυχίες πέφτουν βροχή και κανείς δε σταματάει να σκεφτεί, που πάει αυτή η κατάσταση.
Από την κορυφή της soul στον πειραματισμό
Στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 η προσωπική της ζωή και η ψυχική της υγεία είναι σε δύσκολη κατάσταση. Το άλλοτε ανασφαλές 18χρονο κορίτσι από το Detroit, μέσα σε τρία χρόνια από την υπογραφή της στην Atlantic Records είχε καταγράψει οκτώ χρυσά single, τρία χρυσά albums, δεκατέσσερις R&B επιτυχίες στο top-10 και 17 επιτυχίες στο top-40. To τελευταία μεγάλο single της της δεκαετίας του ‘60, το Share your love with me, είναι εντελώς χαρακτηριστικό για το πώς ένιωθε εκείνη την περίοδο.
Η υπερπαραγωγική δραστηριότητα των προηγούμενων χρόνων είχε δώσει αρκετές ηχογραφήσεις, ώστε ανάμεσα στο Soul ’69 και το Spirit in the Dark, που κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1970 να υπάρχει χρόνος για αναστοχασμό και διεκπαιρέωση των προσωπικών της προβλημάτων. Η Aretha εκείνης της εποχής ακυρώνει τη μία συναυλία μετά την άλλη, συλλαμβάνεται στη Ρώμη για παράνομη επιβίβαση σε αεροσκάφος, αποκτά φοβία επάνω στη σκηνή, δημιουργεί προβλήματα στους συνεργάτες της και βάζει αρκετό βάρος. Ένα ενδεικτικό επεισόδιο της κακής της ψυχολογίας της περιόδου αυτής είναι η μετά βδελυγμίας απόρριψη του τραγουδιού “Son of a preacher man” που γράφτηκε γι’ αυτή αλλά εφόσον το αρνήθηκε πολλές φορές δόθηκε στην Dusty Springfield κι έγινε μεγάλη επιτυχία.
Το τότε αφεντικό της Columbia και στενός της φίλος, Jerry Wexler, προσπαθεί να τη βάλει σε μια σειρά. Το album Spirit in the Dark, αποτέλεσμα του πειραματισμού της περιόδου, είναι μάλλον το πιο “εσωτερικό” άλμπουμ της Franklin, ηχογραφημένο στο Μαϊάμι με νέους μουσικούς και παραγωγό κι αρκετά τραγούδια δικής της έμπνευσης. Παρόλο που το πιο γνωστό τραγούδι του άλμπουμ είναι το Don’t Play That Song (You Lied), εγώ θεωρώ ότι δεν αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα του άλμπουμ. Αντίθετα το When the battle is over, με τον αξεπέραστο Duane Allman των Allman Brothers στην κιθάρα, αποτυπώνει καλύτερα την περίοδο αυτή της Aretha.
Η υπόλοιπη δεκαετία θα κυλήσει με πολλά σκαμπανεβάσματα για την ίδια. Το 1972 είναι μια χρονιά – σταθμός. Ερωτευμένη ξανά, γοητευμένη από το κύμα blaxploitation της εποχής και την αίσθηση της μαύρης υπερηφάνειας, θα βρει το κουράγιο και τη διάθεση να ηχογραφήσει τον εικοστό προσωπικό της δίσκο. Το Young, Gifted and Black, εμπνευσμένο από το ομώνυμο τραγούδι της Nina Simone του 1969, είναι γεγονός. Το πιο γνωστό τραγούδι του άλμπουμ είναι το soul/funk διαμάντι Rocksteady, το οποίο έχει γράψει η ίδια. Το προσωπικό μου αγαπημένο από τον δίσκο είναι το All the king’s horses, το οποίο αναδεικνύει τη στιχουργική εξυπνάδα της Franklin και τον τρόπο που έχει κατακτήσει να χτίζει τραγούδια πάνω στις φωνητικές της δυνατότητες. Επιστρέφοντας δυναμικά μετά από δυο χρόνια περιπετειών, θα κάνει δύο σπουδαίες ζωντανές ηχογραφήσεις που θα μείνουν στην ιστορία. Η πρώτη το 1971, με το περίφημο Live at Fillmore West και η δεύτερη είναι μια επιστρφοή στην εκκλησία που παρακολουθούσε τα τελευταία χρόνια, όπου και θα ηχογραφήσει τον πιο πετυχημένο εμπορικά δίσκο της. Τη ζωντανή ηχογράφηση gospel ύμνων και νέων θρησκευτικών τραγουδιών με τίτλο Amazing grace.
Οι υπόλοιποι δίσκοι αυτής τη δεκαετίας δεν θα έχουν την ποιότητα και την αποδοχή του Young, Gifted and Black, παρόλο που η ίδια θα κάνει τολμηρά βήματα. Θα περάσει και στην παραγωγή δίσκων της αλλά και θα συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα όπως ο Quincy Jones. Ενδιαφέρον έχει ότι το άλμπουμ που έκαναν μαζί το 1973, το Hey Now Hey (The Other Side of the Sky), δεν πήγε καθόλου καλά από άποψη αποδοχής ενώ το πιο ενδιαφέρον τους κοινό τραγούδι κι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα τραγούδια συνολικά της περιόδου, το Master Of Eyes (The Deepness Of Your Eyes), παρότι κυκλοφόρησε ως single δεν συμπεριλήφθη ποτέ στο άλμπουμ! Η καταξίωσή της όμως είναι τέτοιοα ώστε ως το 1974, η Βασίλισσα Aretha κερδίζει επί 8 σερί χρονιές το βραβείο Grammy Καλύτερης Τραγουδίστριας R&B, ακόμα κι αν δεν κάνει εμπορικές επιτυχίες ανάλογες του παρελθόντος.
Η κάθοδος των 70’s μια νέα αρχή στα 80’s κι η πορεία ως τα μέσα του 2000
Το 1974 ξεκινά μια καθοδική πορεία η οποία θα κρατήσει ως το 1980. Οι δίσκοι της τότε είναι εμπορικά και δημιουργικά κατώτεροι των περιστάσεων. Δεν μπορεί να ενσωματωθεί εύκολα στο πνεύμα της disco, η οποια έρχεται να επικαλύψει τη soul και να δώσει έναν τόνο ανεμελιάς, αλλά και αισθητικής μετριότητας με έμφαση στην εφήμερη διασκέδαση. Εξάιρεση θα αποτελέσει το soundtrack της ταινίας Sparkle του 1976, με παραγωγό τον Curtis Mayfield.
H υπερσυγκέντρωση της πολιτιστικής παραγωγής και κάθε νεανικής υπό-κουλτούρας στη Νέα Υόρκη καθώς και το νέο consensus μετά το Κίνημα Πολιτικών Δικαιωμάτων και τον πόλεμο του Βιετνάμ στήνουν μια νέα πραγματικότητα. Αυτή η πραγματικότητα ξεκινά από την κρίση του 1973 και περνά στην πολιτική ταυτοτήτων από ομάδες ειδικού ενδιαφέροντος -μια πολιτική διαρκούς δυσαρέσκειας- και συνοδεία όλων αυτών των παραπάνω, κυριαρχούν τα συναισθήματα της αποξένωσης, της παραίτησης, της άμυνας, της απογοήτευσης και της προδοσίας. Η μεγάλη συναίνεση που επιτεύχθηκε με αίμα την προηγούμενη περίοδο έχει πια τελειώσει για την Αμερική κι έτσι η φωνή των μαύρων, η μεγάλη Aretha Franklin, έμπαινε κι αυτή στο περιθώριο. Το τελευταίο της άλμπουμ με την Atlantic Records μετά από 14 χρόνια, το La Diva του 1979, είναι απόλυτα ενδεικτικό του πόσο χαμηλά είναι πια η ίδια καλλιτεχνικά και πόσο δεν ταιριάζει με το κλίμα της δισκογραφικής αλλά και με τη νέα ευρύτερη κατάσταση.
Μπαίνοντας η δεκαετία του ‘80 δίνει μια νέα ευκαιρία στη μεγάλη αυτή προσωπικότητα. Η αρχή γίνεται με τη συμμετοχή της στην ταινία The Blues Brothers, στην οποία ξεδιπλώνει το υποκριτικό της ταλέντο αλλά και ηχογραφεί μια νέα εκδοχή της παλιάς της επιτυχίας Think. Παίρνοντας δημιουργική ανάσα μετά από πέντε χρόνια καθόδου, εξασφαλίζει συμβόλαιο στην εταιρεία Arista και ηχογραφεί το άλμπουμ Aretha (έχει άλλα δύο άλμπουμ με τον ίδιο τίτλο, το 1961 και το 1986) το οποίο έχει μέτρια αποδοχή. Το 1982 έχει προλάβει να ενσωματώσει το νέο ήχο της δεκαετίας του ‘80 και με παραγωγό τον Luther Vandross θα ηχογραφήσει το άλμπουμ Jump to It, όπου το ομώνυμο τραγούδι θα τη φέρει πάλι στις πρώτες θέσεις των charts.
Ο δρόμος προς την επιτυχία είναι όμως πιο μακρύς πια. Θα χρειαστούν άλλα τρία χρόνια προσπαθειών, συνολικά μια ολόκληρη δεκαετία από το 1974, για να φτάσει ξανά στην επιτυχία. Το άλμπουμ Who’s Zoomin’ Who? του 1985 είναι καρπός μιας δουλειάς νέων συνεργατών αλλά και ωριμότητας της ίδιας ως καλλιτέχνιδας και παραγωγού του εαυτού της. Εδώ θα δούμε την πιο ροκ, ας πούμε, πλευρά του εαυτού της, με τραγούδια όπως το Freeway of love στο οποίο συμμετέχει ο Clarence Clemons, σαξοφωνίστας του Bruce Springsteen και βέβαια η μεγάλη συνεργασία με τους Eurythmics στο Sisters Are Doin’ It for Themselves. Η δεκαετία του ‘80 θα κλείσει για την Aretha με δυο βραβεύσεις Grammy. Η μία για τον δίσκο Through the Storm, όπου υπάρχει αυτό το ντουέτο με τον Elton John και μία για τον gospel δίσκο One Lord, One Faith, One Baptism.
Στα επόμενα 28 χρόνια ως το 2017, η Aretha Franklin θα ηχογραφήσει άλλα 9 άλμπουμ και θα κυκλοφορήσει δεκάδες συλλογές. Τα πιο σημαντικά που αξίζει να αναφερθούν είναι το A Rose Is Still a Rose, του 1998, στο οποίο η Aretha συνεργάστηκε με τη νέα γενιά γυναικών της soul (Mary J. Blidge και Lauryn Hill) άλλά και νέων παραγωγών με σκοπό να μπει δυναμικά στην τέταρτη δεκαετία οπαδών και καριέρας. Βέβαια οι καιροί είναι πια διαφορετικοί, αν και το ομώνυμο single το οποίο υπογράφει δημιουργικά η Lauryn Hill, δείχνει ότι στην ηλικία των 56 η Aretha Franklin παρέμενε μια σπουδαία ερμηνεύτρια. Τα τελευταία χρόνια οι κυκλοφορίες της αφορούν κυρίως αρχειακό υλικό που έχει ηχογραφήσει με νέες ενορχηστρώσεις, αλλά η τελευταία επιτυχία που ηχογράφησε είναι στο άλμπουμ Aretha: A Woman Falling Out of Love, με το τραγούδι How long I’ve been waiting, το 2011.
Η φεμινίστρια και πολιτική Aretha Franklin
Η Aretha Franklin δεν υπήρξε μόνο σπουδαία ερμηνεύτρια και φωνή της μαύρης αμερικάνικης κοινότητας για πάνω από μισό αιώνα. Σε όλη της τη ζωή υπήρξε πολιτική, με κύριο θέμα της τον φεμινισμό και τη γυναικεία ενδυνάμωση. Αυτό ίσως εξηγείται από τα οικογενειακά πρότυπα. Η μητέρα της θα αφήσει τον πατέρα της το 1948, όταν η Aretha είναι 6 ετών, γιατί θεωρεί ότι δεν της αξίζει μια συμπεριφορά μειωτική με αφορμή τις δεκάδες άλλες σεξουαλικές σχέσεις που είχε ο αιδεσιμότατος. Αντίστοιχα, σε όλη της τη ζωή υπήρξε μια γυναίκα που εργαζόταν σκληρά και ακατάπαυστα για να τροφοδοτεί τη μουσική βιομηχανία, αλλά κατά όπως έλεγε κι η ίδια τη μαύρη κοινότητα, που της έδινε τη δύναμη και τα χρήματα να βρίσκεται σε καλή θέση. Παρόλο που δεν υπήρξε ταγμένη με τον ριζοσπαστικό τρόπο της μεγάλης Nina Simone στο Κίνημα Πολιτικών Δικαιωμάτων, εντούτοις μπορεί κανείς να δει σε αυτή τρία σημαντικά στοιχεία: μια μη-απολογητική υπερηφάνεια της μαύρης κοινότητας, μια αγωνιστική αξιοπρέπεια και μια αφοσίωση στη χρήση του ταλέντου της για να προωθήσει τα αιτήματα των μαύρων της Αμερικής, ανεξάερτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση.
Διαβάστε τη συνέχεια στο ThePressProject