Αλιεύσαμε από Info-war.gr

Δεν έγινε μπλουζάκι όπως ο Ερνέστο. Η εικόνα του δεν γέμισε εφηβικά δωμάτια και μόνο ο Ντιέγκο Μαραντόνα σκέφτηκε να κάνει τατουάζ με το πρόσωπό του. Κι όμως ο Φιντέλ Κάστρο, κέρδισε τη θέση του μεταξύ των μεγαλύτερων επαναστατών της ιστορίας.

 

Για τους εκατομμύρια ανθρώπους που ορκίζονται στο όνομά του και τους εκατομμύρια άλλους, που θα εύχονταν να είχαν πετύχει οι απόπειρες δολοφονίας της CIA, ο Φιντέλ αποτέλεσε ένα από τα σύμβολα της πολυτάραχης ιστορίας που μας κληροδότησε ο 20ός αιώνας. Θα μπορούσαν να το βεβαιώσουν οι εννέα Αμερικανοί πρόεδροι που ήλθαν και παρήλθαν κατά τη διάρκεια της προεδρίας του. Θα συμφωνούσαν και οι Ρώσοι στρατηγοί που παρά λίγο να οδηγηθούν σε πυρηνικό πόλεμο για ένα μικρό νησί της Καραϊβικής. Δεν θα διαφωνούσαν ούτε οι αντικαθεστωτικοί Κουβανοί που ζουν στο Μαϊάμι και ακόμη θρηνούν για την αποτυχημένη επέμβαση στον κόλπο των Χοίρων.

Εμείς παρουσιάζουμε σήμερα οχτώ ιστορίες από τη ζωή του Κουβανού επαναστάτη

Φιλαράκο… μήπως έχεις δέκα δολάρια;

Νοέμβριος του 1940. Στο γραμματοκιβώτιο του Λευκού Οίκου φτάνει μια επιστολή από τον 12χρονο τότε Φιντέλ Κάστρο που, μεταξύ άλλων, αναφέρει και τα εξής: “Καλέ μου φίλε Ρούσβελτ… αν θέλεις στείλε μου ένα χαρτονόμισμα των δέκα δολαρίων πράσινο αμερικάνικο, με γράμμα, γιατί δεν έχω ποτέ δει ένα χαρτονόμισμα δέκα δολαρίων πράσινο αμερικάνικο και θα ήθελα να έχω ένα από αυτά”. Και, για να μην φανεί αχάριστος, συμπληρώνει στο υστερόγραφο: “εάν θέλεις σίδερο για να φτιάξεις τα πλοία σου θα σου δείξω τα μεγαλύτερα minas (ορυχεία) σιδήρου. Είναι στο Μαγιάρι, στο Οριέντε της Κούβας”.

Κάποιος άμοιρος διπλωματικός υπάλληλος του Λευκού Οίκου μπήκε στον κόπο να απαντήσει στην επιστολή, χωρίς όμως να εσωκλείσει το δεκαδόλαρο. Πρόκειται ενδεχομένως για ένα από τα πλέον τραγικά ολισθήματα της αμερικανικής διπλωματίας, δεδομένου ότι ο μικρός Φιντέλ… τα πήρε πολύ άσχημα. Δυο δεκαετίες αργότερα είχε απαλλοτριώσει τουλάχιστον 900 εκατομμύρια δολάρια από τα περιουσιακά στοιχεία μεγάλων πολυεθνικών, όπως η United Fruit, ενώ επίσης είχε εθνικοποιήσει ξένες και κουβανικές περιουσίες (μεταξύ των οποίων και κάτι κτήματα της μάνας του).

Ο άνθρωπος που εφηύρε τον Φιντέλ

Υπάρχει ένα όνομα, η αναφορά του οποίου μπορεί να εξοργίσει τους περισσότερους διπλωματικούς συντάκτες και ανταποκριτές των Νιου Γιορκ Τάιμς: Χέρμπερτ Μάθιου. Τον φωνάζουν “Ο άνθρωπος που εφηύρε τον Κάστρο” από τον τίτλο ενός βιβλίου για τη ζωή του. Παλαιότερα τον αποκαλούσαν “ασβό”, το παρατσούκλι που του κόλλησε ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ.

Ο Μάθιου έκανε το μεγάλο δημοσιογραφικό του ντεμπούτο το 1935 καλύπτοντας την ιταλική εισβολή στην Αβησσυνία – όπου τάχθηκε ανοιχτά στο πλευρό του Μουσολίνι. Ένα χρόνο αργότερα, τον βρίσκουμε να καλύπτει τον ισπανικό εμφύλιο, υποστηρίζοντας όμως τις δημοκρατικές – αντιφασιστικές δυνάμεις των κομμουνιστών και των αναρχικών. Η σύζυγος του Χέμινγουεϊ πίστευε για χρόνια ότι ο Μάθιου είναι ο πραγματικός ήρωας του “Για ποιον χτυπά η καμπάνα”.

 

Ο δαιμόνιος δημοσιογράφος θα αποφασίσει να ταξιδέψει στην Κούβα εν μέσω της επανάστασης, όχι για να αποκαλύψει νέα στοιχεία αλλά για να διαψεύσει μια πληροφορία που είχαν μεταδώσει τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης: το θάνατο του Κάστρο. Και τα καταφέρνει. Από τα ρεπορτάζ του η αμερικανική κοινή γνώμη θα γνωρίσει έναν “ρομαντικό επαναστάτη” της δεκαετίας του ’60 –γεγονός που εξοργίζει ακόμη και σήμερα τους συναδέλφους του στους Νιου Γιορκ Τάιμς.

Παραδόξως, το δημοσιογραφικό τέλος του “ασβού” θα έρθει από ένα φαινομενικά αθώο αστείο του Φιντέλ. “Θυμάσαι που ακολουθούσες την ομάδα μου στα δάση της Σιέρα Μαέστρα;” των ρώτησε όταν συναντήθηκαν το 1959 στις ΗΠΑ και συμπλήρωσε: “είχα μόνο 18 στρατιώτες και τους έβαζα να κάνουν κύκλους για να νομίζεις ότι είμαστε περισσότεροι”. Η ιστορία του Κάστρο δεν ήταν αληθινή. Για πρώτη φορά όμως σύσσωμος ο αμερικανικός Τύπος έδωσε βάση στα λεγόμενα του Κουβανού ηγέτη για να αποκαθηλώσει τον Μάθιου.

Δολοφονήσατε τον Κάστρο

Ένας μικρός θίασος στο Μπράιτον της Αγγλίας ανεβάζει την παράσταση “Σκοτώνοντας τον Κάστρο”. Η ιστορία διαδραματίζεται στο αρχηγείο της CIA το 1960 όπου πράκτορες και επιστήμονες καταθέτουν προτάσεις για τη δολοφονία του ηγέτη της κουβανικής επανάστασης. “Να του βάλουμε εκρηκτικά στο πούρο” λέει ο ένας. “Όχι, να του βάλουμε δηλητήριο στις κάλτσες” απαντά κάποιος άλλος. “Μα τι λέτε” τους διακόπτει ένας τρίτος “θα ντύσουμε κάποιον σαν τον Χριστό και θα τον βγάλουμε σε μια παραλία ώστε ο κόσμος να νομίζει ότι έρχεται η δευτέρα παρουσία και να ανατρέψει τον άθεο ηγέτη του”.

Φτηνά σενάρια θεατρικής φαντασίας; Κάθε άλλο! Όλες αυτές οι προτάσεις, με μικρές μόνο παραλλαγές (το δηλητήριο θα έμπαινε σε μαγιό και η αίσθηση της Δευτέρας Παρουσίας θα πραγματοποιούνταν με ρίψεις πυροτεχνημάτων), έχουν κατατεθεί επισήμως από υπαλλήλους της CIA. Πρόκειται για ορισμένες μόνο από τις τουλάχιστον 32 προτάσεις του διαβόητου προγράμματος Mongoose για την ανατροπή του Φιντέλ Κάστρο (το οποίο επέβλεπε προσωπικά ο Ρόμπερτ Κένεντι με εντολή του αδερφού του και προέδρου των ΗΠΑ, Τζον Φιτζέραλντ).
Ίσως σε καμιά άλλη περίοδο από την ιστορία της ανθρωπότητας ένα κράτος δεν σπατάλησε τόσα κεφάλαια, τόσες εργατοώρες και τόση φαιά ουσία για να απομακρύνει από την εξουσία έναν και μόνο άνθρωπο.

 

Μιλώντας φυσικά για φαιά ουσία, ακόμη και στελέχη της CIA αναγνώρισαν ότι αυτή που καταναλώθηκε στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις τη δεκαετία του ‘60 και του ‘70 ίσως να μην ήταν και ιδιαίτερα υψηλής ποιότητας. “Εάν απλώς διηγούμασταν στον Κάστρο τους τρόπους με τους οποίους σχεδιάζαμε να τον δολοφονήσουμε είναι πολύ πιθανό να είχε πεθάνει από τα γέλια” είπε κάποτε στο BBC ένα πρώην στέλεχος των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών. “Αναρωτιέμαι τι σκεφτόμασταν” συμπλήρωσε ο ίδιος “όταν αναζητούσαμε χημικές ουσίες οι οποίες θα έκαναν το μούσι του Φιντέλ Κάστρο να πέσει.

Σύγκρουση με ένα μπουκάλι ρούμι

Είναι φαίνεται γραμμένο στη μοίρα κάθε ηγέτη του δυτικού ημισφαιρίου που θέλει να ανατρέψει τις υπάρχουσες ισορροπίες (προς το καλύτερο ή το χειρότερο), να βρίσκεται αντιμέτωπος με μια πολυεθνική εταιρεία. Εάν ο Αλιέντε της Χιλής βρήκε τον αντίπαλό του στο πρόσωπο της αμερικανικής ΙΤΤ, ο Φιντέλ έμελλε να συγκρουστεί με την οικογένεια Μπακάρντι.

Κι όμως τίποτα δεν προδίκαζε αυτή την θυελλώδη σχέση, όταν ο Κάστρο έμπαινε θριαμβευτής στην πόλη της Αβάνας. “Gracias, Fidel” έγραφε ένα μεγάλο πανό που είχαν κρεμάσει έξω από τα κεντρικά τους γραφεία οι ιδιοκτήτες της διάσημης εταιρείας με το ρούμι.

Λίγα χρόνια αργότερα, οι ίδιοι άνθρωποι αγόρασαν ένα αμερικανικό βομβαρδιστικό B-26 Marauder με στόχο να βομβαρδίσουν την Κούβα ενώ πιστεύεται ότι χρηματοδοτούσαν τα σχέδια δολοφονίας του Κουβανού ηγέτη. Η φιλία είχε μετατραπεί σε άσβεστο μίσος εν μια νυκτί όταν ο Κάστρο εθνικοποίησε τις εγκαταστάσεις της επιχείρησης. Το διάσημο ρούμι, με το οποίο ο Χέμινγουεϊ έπινε τα κοκτέιλ του (“τα μοχίτο μου στο La Bodeguita, και τα ντακίρι μου στο El Floridita” όπως συνήθιζε να λέει) απαρνήθηκε ακόμη και την καταγωγή του. Μόλις στη δεκαετία του ’90, όταν η Κούβα μετατράπηκε σε επίκεντρο του “νεοεπαναστατικού” τουρισμού, η ετικέτα στα μπουκάλια με το Ρούμι άρχισε να αναγράφει και πάλι: ”Casa Fundada en Cuba, 1862”.

Πόλεμος της προπαγάνδας

Η Μινέρβα Αλβάρεζ ζει σε μια από τις φτωχότερες γειτονιές της Αβάνας. Μια μέρα βρήκε έξω από το διαμέρισμά της μια φωτογραφία του Τζορτζ Μπους (που υποσχόταν να την ελευθερώσει από την τυραννία) μαζί με φωτοτυπίες από την χάρτα του ΟΗΕ για τα δικαιώματα του ανθρώπου!
Αποστολέας του μηνύματος ήταν το ίδιο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει δαπανήσει εκατομμύρια δολάρια σε προπαγανδιστικό υλικό. Σε ρόλο “ταχυδρόμου” βρισκόταν ο Αμερικανός διπλωμάτη Τζέιμς Κάσον, που μέχρι πρότινος εκτελούσε ατύπως χρέη πρεσβευτή στην Αβάνα.

Ήταν μια μόνο από τις μάχες στον πόλεμο της προπαγάνδας που ο Κάστρο και ο Κάσον είχαν ανάγει σε τέχνη Όταν ο πρώτος τοποθέτησε έξω από κτήριο της αμερικανικής αποστολής μια πινακίδα νέον με τον αριθμό 75 (αναφορά στον αριθμό των πολιτικών αντιφρονούντων που είχε συλλάβει η κυβέρνηση) οι άνθρωποι του Κάστρο γέμισαν την περιοχή με εικόνες από τα βασανιστήρια στο Άμπου Γκράιμπ και ναζιστικές σημαίες με το σύνθημα “Φασίστες: Made in USA”. Και όταν ο Κάσον, απτόητος, αποφάσισε να συνεχίσει το έργο του, η κουβανική τηλεόραση τον έκανε ήρωα μιας σειράς κινουμένων σχεδίων και περίγελο χιλιάδων παιδιών σε ολόκληρη την Κούβα. Σε ένα από τα επεισόδια ο Κάσον κυκλοφορούσε με ένα μαγικό ραβδί και ιδιωτικοποιούσε ότι έβρισκε μπροστά του (σχολεία νοσοκομεία, εργοστάσια) μέχρι που το αγριεμένο πλήθος τον κυνήγησε μέχρι το κτίριο της αμερικανικής αποστολής.

 

Ο διάδοχος του Κάσον απάντησε λίγους μήνες αργότερα τοποθετώντας στο ίδιο κτίριο γιγαντοοθόνες που μετέδιδαν αντικαθεστωτικά μηνύματα. Μέσα σε λίγες εβδομάδες ο Κάστρο είχε καταφέρει να κρύψει σχεδόν ολόκληρο το κτίριο πίσω από ένα “δάσος” από σημαίες που, σύμφωνα με την κουβανική κυβέρνηση, συμβολίζουν τους 3.400 Κουβανούς που έχουν σκοτωθεί από ενέργειες των ΗΠΑ.

Ο Κόλπος των Χοίρων

Φορώντας τη στρατιωτική του στολή, ο Κάστρο παρακολουθούσε αμίλητος δυο γέροντες που λογομαχούσαν σε χαμηλούς τόνους – σαν παλιοί φίλοι. Δεξιά καθόταν ο Μπομπ Ρέινολντς, ένας από τους δεκάδες κατασκόπους της CIA που αναπτύχθηκαν στο νησί μετά τη επανάσταση. Ήταν ο άνθρωπος που, ως “σταθμάρχης” της υπηρεσίας στο Μαϊάμι, στρατολόγησε και εκπαίδευσε τους ακροδεξιούς Κουβανούς οι οποίοι πραγματοποίησαν την επίθεση στον Κόλπο των Χοίρων. Αριστερά καθόταν ο Ραμίρο Βαλδές, πρωτοπαλίκαρο του Κάστρο, ο οποίος στη συνέχεια ανέλαβε επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας. “Είχατε τόσους πληροφοριοδότες στο νησί που ήταν φυσικό να αποκαλύψετε τα σχέδιά μας” παραπονιόταν ο Ρέινολντς.

“Απλώς είχαμε το λαό με το μέρος μας” του απαντούσε ο Βάλντες. Η στιχομυθία καταγράφηκε στην Αβάνα τον Απρίλιο του 2001, όταν οι πρωταγωνιστές των δυο στρατοπέδων αποφάσισαν να συζητήσουν τα περασμένα -αλλά διόλου ξεχασμένα- γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή τους πριν από τέσσερις δεκαετίες. Ο Κάστρο συμμετείχε στην παρέα, αλλά σιωπούσε όποτε ανέβαιναν οι τόνοι της συζήτησης. Μπορούσες όμως να υποθέσεις τι σκεφτόταν. Για αυτόν, ο Κόλπος των Χοίρων δεν σηματοδοτούσε απλώς μια στρατιωτική επιτυχία. Ήταν η στιγμή που αποφάσισε να ανακηρύξει την Κούβα “πρώτη Λαοκρατική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λατινικής Αμερικής” και κοιτάζοντας προς την ΕΣΣΔ να αναφωνήσει “Είμαι Μαρξιστής – Λενινιστής και θα είμαι Μαρξιστής – Λενινιστής μέχρι να πεθάνω”. Η εποχή όπου έτρωγε χάμπουργκερ στις ΗΠΑ και ζητούσε την στήριξη του Αμερικανού προέδρου είχε περάσει ανεπιστρεπτί.

“Μπάσταρδε Νικίτα”

“Νo cojones… maricón”. Οι βρισιές (τις οποίες αρνούμαστε να μεταφράσουμε) βγαίνουν από το στόμα του αναψοκοκκινισμένου Κάστρο καθώς μιλάει στο τηλέφωνο. Είναι 28 Οκτωβρίου του 1962 και ο διευθυντής της εφημερίδας Ρεβολουσιόν, Κάρλος Φράνκι, μόλις τον έχει ενημερώσει για το τηλεγράφημα που μεταδίδουν τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία: Ο Νικίτα Χρουστσόφ πρόκειται να αποσύρει τους πυρηνικούς πυραύλους που είχε τοποθετήσει στην Κούβα και οι οποίοι οδήγησαν τις δυο υπερδυνάμεις στα πρόθυρα του πυρηνικού ολοκαυτώματος (“Να… τόσο δα κοντά”, όπως λέει ακόμη και σήμερα ο Αμερικανός τότε υπουργός Άμυνας Ρόμπερτ Μακναμάρα).

Είναι τέτοια η οργή του Κάστρο, ώστε ο Χρουστσόφ αναγκάζεται να του τηλεφωνήσει προσωπικά για να τον εξευμενίσει λέγοντάς του ότι μόνο έτσι μπορούσε να αποφευχθεί αμερικανική εισβολή στην Κούβα. Μάταιος κόπος. Τις ίδιες ημέρες οι βρισιές του Φιντέλ για τον Νικίτα γίνονται συνθήματα από χιλιάδες Κουβανούς – “το ανατριχιαστικό παράδειγμα ενός λαού” γράφει στο ημερολόγιό του ο Τσε Γκεβάρα “που ήταν έτοιμος να αιματοκυλιστεί σε μια πυρηνική επίθεση”.

Η Γνωριμία με τον Ερνέστο

“Δεν μου λέτε καλύτερα καμιά ιστορία με καουμπόηδες;”. Η πρώτη φράση του Τσε Γκεβάρα όταν του διηγήθηκαν τις ιστορίες κάποιου νεαρού δικηγόρου ονόματι Φιντέλ Κάστρο που μαχόταν τη δικτατορία του Μπατίστα δεν προδίκαζε τη δημιουργία ισχυρών δεσμών φιλίας. Οι δυο άνδρες συναντήθηκαν τελικά για πρώτη φορά σε ένα διαμέρισμα στην οδό Εμπαράν 49 στην πόλη του Μεξικού. Κάθισαν και συζήτησαν από τις οκτώ το βράδυ μέχρι τα ξημερώματα – για τους Αμερικανούς και τους Ρώσους, για φιλοσοφία και πολιτική. “Έχω μια ιδέα για μια μελλοντική επανάσταση με στόχο την ανατροπή της δικτατορίας του Μπατίστα” είπε εκείνο το βράδυ ο Φιντέλ. Και όταν έφυγε, ο Τσε εξομολογήθηκε στη σύντροφό του Ίλδα: “είναι σκέτη τρέλα, αλλά μια τρέλα εφικτή, μια τρέλα ρεαλιστική…”
Το αν τελικά οι δυο επαναστάτες αποτέλεσαν ταιριαστό δίδυμο και μετά τις επιχειρήσεις που τους έφεραν στην εξουσία ίσως να μην απαντηθεί ποτέ.

Ο Ερνέστο ίσως να ένιωσε τα πρώτα σημάδια της αποξένωσης κάτω από τον καυτό ήλιο της Αιγυπτιακής ερήμου όταν επισκέφτηκε τη χώρα εκπροσωπώντας το νεαρό επαναστατικό καθεστώς της Αβάνας. “Τι δουλειά έχω εγώ εδώ;” μουρμούριζε μέσα από τα δόντια του και μια υπόνοια σχηματιζόταν στο μυαλό του. Ότι ο Κάστρο θα προτιμούσε να του αδειάσει τη γωνιά για να κυβερνήσει την Κούβα.

Άρης Χατζηστεφάνου
Περιοδικό Κ, Καθημερινή – Αύγουστος 2006

(Το κείμενο δημοσιεύτηκε με αφορμή τα 80α γενέθλια του Φιντέλ Κάστρο)