Συντάκτης: 

Η δικιά μου η γενιά πέρασε τα παιδικά της χρόνια μέσα σε έναν Παγκόσμιο Πόλεμο και σε έναν Εμφύλιο. Το τι μας άφησε, ο Θεός και η ψυχή μας το ξέρει. Γιατί εμείς από μόνοι μας δεν μπορούμε να κατεβούμε σε αυτά τα βάθη όπου μας περιμένει η τρέλα, που βρίσκεται πέρα από το σημείο επιστροφής. Κάποιοι, ελάχιστες εξαιρέσεις, τα κατάφεραν και επέστρεψαν για να μας μεταφέρουν αυτήν την εμπειρία, είτε με τη μορφή της τέχνης και της δημιουργίας, είτε μέσα από την επιστήμη.

Αλλά στη μεγάλη πλειονότητά τους οι άνθρωποι θάβουν αυτές τις εμπειρίες στο βαθύτερο υπόγειο της ψυχής τους, τις κλειδαμπαρώνουν και πετάνε το κλειδί, στη μάταιη προσπάθειά τους να βρουν μια ήρεμη ζωή. Μια κατηγορία από αυτή τη γενιά είχε παραπάνω εμπειρίες. Είναι οι Επτανήσιοι που έζησαν τους απόλυτα καταστροφικούς σεισμούς του 1953.

Προσωπικά έχω και τις τρεις εμπειρίες. Φαίνεται πως ο καλός Θεός δεν θεώρησε τον φάκελό μου επαρκή και θέλησε να εμπλουτίσει τη ζωή μου και με μια νέα εμπειρία. Αυτήν της πυρκαγιάς. Εχω βρεθεί συμπτωματικά σε μέρη που ξέσπασε πυρκαγιά ή έχω επισκεφθεί εθελοντικά καμένες περιοχές.

Φαίνεται πως ο φάκελος κρίθηκε επαρκής και έτσι δεν χρειάστηκε να προστεθούν νέες γνώσεις. Οπως π.χ., ναυάγια, τυφώνες, χιονοθύελλες, τσουνάμια ή πυρηνικές καταστροφές. Με αυτήν λοιπόν την ατελή εμπειρία που έχω, μπορώ να πω πως η μεγαλύτερη συμφορά είναι η φωτιά.

Σε έναν πόλεμο, ακόμα και αυτοί που συμμετέχουν δεν σκοτώνονται όλοι. Κάποιοι γυρίζουν στο σπίτι τους ακέραιοι. Και άλλοι, λιγότερο τυχεροί, γυρίζουν με ένα μέρος του κορμιού τους -το υπόλοιπο το έκαναν προσφορά στην πατρίδα. (Οπως είναι γνωστό, η κάθε πατρίδα είναι κρεατοφάγος).

Η φωτιά όμως δεν αφήνει τίποτα ζωντανό στο πέρασμά της. Αδιαφορεί για παιδιά, ανάπηρους, γέρους και δεν δείχνει κανένα έλεος. Και να μη μιλήσουμε για χλωρίδα και πανίδα, σπίτια, αυτοκίνητα, μαγαζιά. Είναι το πιο ισχυρό και απόλυτο κακό και δεν μπορεί να κάνει καμιά παραχώρηση. Μόνο τον εαυτό της φοβάται. Εξ ου και σβήνουν τη φωτιά με μιαν άλλη, ελεγχόμενη φωτιά, που της επιτίθεται γιατί ξέρει καλά τα όπλα της.

Ο πόλεμος έχει σαν δάσκαλο τη φωτιά. Από τον καιρό της πυρίτιδας μέχρι τις πυρηνικές βόμβες, όλα αυτά εντάσσονται στην ιεραρχία της φωτιάς. Δύναμη πυρός λέμε για τους στρατούς. Και δεν είναι τυχαίο πως το κάθε εναρκτήριο παράγγελμα της όποιας μάχης είναι η λέξη «πυρ». Μπορούμε να πούμε πως η πυρκαγιά των δασών είναι ένας πόλεμος της φύσης εναντίον όλων όσα βρίσκονται μπροστά της ή είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο που παίρνει τη μορφή του πύρινου πολέμου;

Οι ειδικοί μάς λένε πως είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο. Και η φωτιά ευδοκιμεί στο οικοσύστημα της Μεσογείου. Αλλά και σε άλλες χώρες που είναι μακριά από μας, π.χ. Αυστραλία, Χιλή, Νότια Αφρική, Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας, ΗΠΑ (Καλιφόρνια) κ.λπ. και δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από μας. Και δυστυχώς πρέπει να πω πως δεν είμαστε η μοναδική χώρα με αυτές τις πυρκαγιές, όσο και αν αυτό μειώνει την εθνική μας υπερηφάνεια. (Δεν είμαστε πάντα πρώτοι σε όλα;) Εδώ κατατασσόμεθα ως μια χώρα της σειράς. Εντούτοις μια καμένη περιοχή, τον επόμενο χρόνο μετά την πυρκαγιά, γίνεται κήπος. Και η πληγή επουλώνεται.

Παρ’ όλα αυτά σε κανονικές συνθήκες η φωτιά αντιμετωπίζεται (τώρα όχι πια με την καταστροφή του περιβάλλοντος). Χτυπητό παράδειγμα η Καλιφόρνια. Από το 1985 έχουν καταγράψει όλες τις πυρκαγιές και τις έχουν μελετήσει. Εχουν όλα τα δεδομένα και ανά πάσα στιγμή μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν. Ξέρουν τα μετεωρολογικά και κλιματικά στοιχεία. Ξέρουν από πού φυσούν οι άνεμοι και ποια είναι η ταχύτητά τους. Γνωρίζουν όλα τα είδη των φυτών που έχουν φυτρώσει και ποια η ηλικία τους.

Και έχουν αρχεία και ξέρουν πότε και πώς έχουν ξανακαεί. Και με όλα αυτά τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους, μπορούν να αντιμετωπίσουν τις φλόγες αποτελεσματικά, έχοντας πάντοτε τον απαραίτητο εξοπλισμό, μελετημένο και σύγχρονο, για να αντιμετωπίσουν και να εξουδετερώσουν τα πλοκάμια της φωτιάς. Η σύγκριση με την Ελλάδα είναι καταλυτική. Είμαστε πάντα μαθητευόμενοι μάγοι. Τα πυροσβεστικά μέσα ελάχιστο ρόλο παίζουν για την κατάσβεση του πυρός. Κακός εξοπλισμός, παλιά μηχανήματα, έλλειψη σχεδίου για την αντιμετώπιση της φωτιάς.

Και καμία πρόβλεψη για την εκκένωση της περιοχής την κατάλληλη στιγμή. Δύσκολη επιχείρηση βέβαια, λόγω της ταχύτητας της φωτιάς. Μπορεί να κάθεσαι αμέριμνος στο Μάτι και να πίνεις το καφεδάκι σου, να δεις τη φωτιά από μακριά και σε πέντε λεπτά μπορεί να λαμπαδιάσεις.

Αφού λοιπόν είμαστε «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» γιατί δεν θα μπορούσαμε να εκμεταλλευτούμε τουλάχιστον την τεχνογνωσία τους; Δεν θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε με την Καλιφόρνια και ακόμα με Καναδά και Αυστραλία για να μάθουμε την τέχνη; Γιατί ο ηρωισμός και το φιλότιμο των πυροσβεστών, πολύτιμη ανθρώπινη προσφορά, δεν αρκούν και όχι σπάνια σκοτώνουν τους ίδιους. Χρειάζεται και γνώση. Καμία κυβέρνηση δεν θέλησε ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό πυροσβεστικό σώμα. Εξάλλου, ο λαός ξεχνά τι σημαίνει πυρκαγιά. Ο θρήνος μας θα κρατήσει για λίγες μέρες.