Πηγή: Katiousa

Την ώρα που ακόμα και στελέχη του κυβερνώντος κόμματος με παρελθόν στο Υπουργείο Παιδείας -όπως ο Φορτσάκης και ο Σουφλιάς- φροντίζουν να κρατήσουν για τους δικούς τους λόγους αποστάσεις από την απόφαση της κυβέρνησης για την Πανεπιστημιακή Αστυνομία και τους πολιτικούς συνειρμούς που προκαλεί ένα τέτοιο σώμα, ο Χρυσοχοΐδης επιχειρεί να εμφανίσει την κυβέρνηση ως τη φωνή της κοινής λογικής, με την οποία όλοι πρέπει να συμφωνήσουν.

Στη σημερινή του ομιλία στη Βουλή, είπε μεταξύ άλλων ότι η Παιδεία είναι έντονα ιδεολογικά χρωματισμένο πεδίο και ο βασικός τρόπος για να γλιτώσει ο φτωχός από τη μοίρα του (!), χωρίς να εξηγήσει πιο συγκεκριμένα γιατί οι ρυθμίσεις της κυβέρνησης έχουν στόχο να αφήσουν χιλιάδες μαθητές εκτός ΑΕΙ.

Είπε ότι είναι άμεση ανάγκη να ξεκινήσει “χθες” η ενίσχυση των υποδομών ασφάλειας στις κτιριακές εγκαταστάσεις των Πανεπιστημίων -λες και η δική του κυβέρνηση είναι εξωτερικός παρατηρητής, χωρίς καμιά συμμετοχή και ευθύνη σε όλα αυτά.

Και πέρασε στο κομμάτι της αστυνόμευσης των ιδρυμάτων, εντοπίζοντας πως το βασικό πρόβλημα είναι η “αμηχανία να πατήσουμε κάποιες κόκκινες γραμμές”. Παραδέχτηκε πως “κανείς δε θέλει θεωρητικά την Αστυνομία στα Πανεπιστήμια” από θέση αρχής, γιατί δεν είναι αυτή η δουλειά της -όπως δεν είναι να ελέγχει την τήρηση των περιοριστικών μέτρων εν μέσω πανδημίας. Είναι όμως αναγκαστική πράξη -και όχι ιδεολογική επιλογή-, ύστατο καταφύγιο, όταν αποτυγχάνει το σύστημα.

Είπε ότι μεταξύ των επιλογών που είχε η Πολιτεία επέλεξε την αστυνόμευση, υπό την εποπτεία του κράτους, σε συνεργασία με τις αρχές του Πανεπιστημίου, ενώ ο μακροπρόθεσμος στόχος είναι να μεταβούμε στο καθεστώς των ιδιωτικών σεκιούριτι, υπό την ευθύνη του Πρύτανη. Αυτό όμως δεν μπορούσε να γίνει άμεσα, γιατί οι Πρυτάνεις έχουν δείξει τη “συνήθειά τους να διευθύνουν ανεχόμενοι και συνυπάρχοντας με τις ακραίες, βίαιες μειοψηφίες” που “δεν αποτελεί προσόν, αλλά μέρος του προβλήματος”. Εκτίμησε μάλιστα ότι οι πρυτάνεις είναι “κατά κάποιον τρόπο εθισμένοι στην απειλή κακοποίησης, θεωρώντας την ως ένα αναγκαίο κακό”. Και απόδειξη για αυτό είναι πως η επίθεση στον Πρύτανη της ΑΣΟΕΕ έγινε γνωστή από τους ίδιους τους δράστες και όχι κατόπιν καταγγελίας του ίδιου.

Με άλλα λόγια, ο Χρυσοχοΐδης λέει ότι οι Πρυτάνεις ευθύνονται για τη βία και τη θεωρούν αναγκαίο κακό. Ενώ ο ίδιος εκτιμά ως “αναγκαίο κακό” την αστυνομία στα Πανεπιστήμια και το θεωρεί ως “κομμάτι της λύσης” -και όχι της ακροδεξιά Ελληνικής Λύσης του Βελόπουλου.

Συμπέρανε μάλιστα πως με την κατάργηση του ασύλου “εμποδίστηκαν οι ναρκέμποροι και όχι οι ιδέες…”, ενώ αντίστοιχα αποτελέσματα είχε και ο νόμος για τις συναθροίσεις: δεν εμποδίστηκε κανείς να διαδηλώσεις, απλώς οι 50-100 που κλείνουν τον δρόμο. Και όλα αυτά λέγονται λίγες μόλις ώρες μετά την άγρια καταστολή της κινητοποίησης για τον Κουφοντίνα, πριν καν ξεκινήσει και “εμποδίσει” το παραμικρό…

Κλείνοντας, ο Χρυσοχοΐδης αποφάνθηκε πως όλα αυτά “δεν έβλαψαν τη δημοκρατία μας” -και εφόσον έχει βάλει αυτό το “μας” ως επιθετικό προσδιορισμό, συμφωνούμε απόλυτα. Η ωμή καταστολή είναι οργανικό κομμάτι της δημοκρατίας τους, δεν την βλάπτει, αλλά την ενισχύει.

Είπε επίσης πως το πραγματικό δίλημμα δεν είναι “δημοκρατία ή αστικό κράτος”, αλλά αν “θα συνεχίσουμε να κάνουμε τα στραβά μάτια ή έχουμε το θάρρος να λύσουμε το θέμα γιατί δεν ανέχεται άλλο η δημοκρατική μας συνείδηση αυτόν τον ευτελισμό”.

Επειδή ο υπουργός ΠροΠο έχει μια αγωνία να μη διαφωνήσει κανείς μαζί του, μπορούμε να συμφωνήσουμε και σε αυτό. Σε μια αστική δημοκρατία το δίπολο “δημοκρατία ή αστυνομικό κράτος” είναι ψευτοδίλημμα, γιατί αυτά πάνε πακέτο. Και όντως, δε χρειάζεται να είναι κανείς κομμουνιστής για να πάψει να ανέχεται αυτόν τον ευτελισμό και να εξεγερθεί.

Με άλλα λόγια, ο Χρυσοχοΐδης καταλήγει σε ένα ακροδεξιό παραλήρημα, όχι όμως ως ιδεολογική επιλογή, επειδή εκκινεί από ακροδεξιά ιδανικά ως θέση αρχής, αλλά αναγκαστικά, ως γνήσιος Πασόκος που στηρίζει πιστά το σύστημα και την εξουσία και καταλήγει νηφάλια και “ρεαλιστικά” στην επιλογή του γύψου.

Τα υπόλοιπα μπορείτε να τα δείτε στη συνέχεια και να τα ακούσετε στην τοποθέτησή του.