Πηγή: Κοσμοδρόμιο

Σε ηλικία 60 ετών άφησε την τελευταία του πνοή ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα. Σύμφωνα με πληροφορίες μέσων ενημέρωσης της Αργεντινής ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής υπέστη ανακοπή καρδιάς. Σύμφωνα με την ΕΡΤ την είδηση του θανάτου επιβεβαίωσε ο δικηγόρος του Μαραντόνα.

Ο θρύλος των γηπέδων, γνωστός ως το “Χρυσό Παιδί” και το “Χέρι του Θεού” έκλεισε τα 60 πριν από λίγες ημέρες, στις 30 Οκτωβρίου. Προ ημερών είχε υποβληθεί σε επέμβαση για θρόμβο στον εγκέφαλο.

Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα, ο φίλος του Φιντέλ Κάστρο και του Ούγκο Τσάβες, ήταν ο άνθρωπος που οδήγησε την εθνική Αργεντινής στην κατάκτηση του Παγκόσμιου Κυπέλλου το 1986. Υπήρξε ο πρώτος ποδοσφαιριστής στην ιστορία του αθλήματος που κατέρριψε το ρεκόρ της ακριβότερης μεταγραφής δύο φορές, την πρώτη όταν έπαιξε για την Μπαρτσελόνα για 3 εκατομμύρια λίρες και τη δεύτερη, όταν αγωνίστηκε στη Νάπολι για 5 εκατομμύρια λίρες.

Ο Μαραντόνα αγωνίστηκε με τους Αρχεντίνος Τζούνιορς, Μπόκα Τζούνιορς, Μπαρτσελόνα, Νάπολι, Σεβίλλη και στο τέλος της καριέρας του, στη Νιούελς Ολντ Μπόις. Κρέμασε τα παπούτσια του στην αγαπημένη του Μπόκα Τζούνιορς το 1997, την ημέρα των γενεθλίων του.

Με τα εθνικά χρώματα της αγαπημένης του Αργεντινής έκανε 91 εμφανίσεις και πέτυχε 34 γκολ. Εκτός από τον θρίαμβο του 1986 ο Ντιέγκο Μαραντόνα οδήγησε την εθνική της χώρας του στον τελικό του Παγκόσμιου Κυπέλλου της Ιταλίας, το 1990. Εκεί όμως ηττήθηκαν από τα “πάντσερ” της Δυτικής Γερμανίας. Το 1994 στο Μουντιάλ των ΗΠΑ φοράει και πάλι το περιβραχιόνιο του αρχηγού, αλλά αποβάλλεται από τη διοργάνωση καθώς βρίσκεται θετικός στην απαγορευμένη ουσία εφεδρίνη.

Ήταν μια διάνοια στο γήπεδο, ένας πανέξυπνος μαέστρος της ντρίπλας, αλλά εκτός γηπέδων ήταν επιρρεπής στις καταχρήσεις και αυτές ήταν που τον ταλαιπώρησαν πολύ μέχρι το τέλος της ζωής του. Είναι ο Αργεντινός που με το “Χέρι του Θεού” πήρε εκδίκηση για μια ολόκληρη χώρα τιμωρώντας τους Άγγλους για τον πόλεμο των Φόκλαντς.

Ο Ντιέγκο “έφυγε” την ίδια ημέρα (25 Νοεμβρίου) με τον Φιντέλ Κάστρο.

Τα παιδικά χρόνια στη Βίλα Φιορίτο

Ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου του 1960 στο Λανούς, μια μικρή πόλη στην ομώνυμη επαρχία του Μπουένος Άιρες, αλλά μεγάλωσε στη Βίλα Φιορίτο μια παραγκούπολη στα νότια προάστια του Μπουένος Άιρες. Ο γιος του Ντον Νιέγκο και της Ντάλμα Σαλβατόρα Φράνκο. Το πέμπτο παιδί μιας οκταμελούς φτωχής οικογένειας
που είχε μετακινηθεί από την επαρχία Κοριέντες. Ήταν ο πρώτος γιος μετά από τρεις κόρες. Έχει δύο νεότερα αδέρφια, τον Ούγκο και τον Ραούλ, και οι δύο επαγγελματίες ποδοσφαιριστές. Η μακρινή καταγωγή της οικογένειας ήταν από την ισπανική Γαλικία, έχοντας δεχτεί προσμίξεις ιταλικές και κροατικές. Ο πατέρας ήταν οικοδόμος αλλά εργάστηκε και σε εργοστάσια.

Ο ξάδελφος Μπέτο Ζαράτε ήταν αυτός που έκανε στον Ντιέγκο δώρο μια μπάλα ποδοσφαίρου, την οποία ο μικρός Αρμάντο ερωτεύτηκε από την πρώτη στιγμή. Κοιμόταν μαζί της για έξι ολόκληρους μήνες γιατί φοβόταν ότι κάποιος θα μπορούσε να του την κλέψει. Η μητέρα του ήταν αυτή που έκρυβε συχνά την μπάλα με την ελπίδα ο Ντιέγκο να επικεντρωθεί στα μαθήματά του. Το όνειρό της ήταν να δει τον γιο της, λογιστή. Η “Δόνια Τότα” συνειδητοποίησε γρήγορα ότι ο γιος της είχε ένα χάρισμα και αυτό λεγόταν: ποδόσφαιρο. Εννέα ετών ο Ντιέγκο Μαραντόνα έπαιζε για την ομάδα “Little Onions” (Μικρά Κρεμμύδια) και ήταν ο ηγέτης της ομάδας για 140 εμφανίσεις.

Στο ντοκιμαντέρ του Εμίρ Κουστουρίτσα ο Μαραντόνα είχε πει για τα δύσκολα παιδικά του χρόνια: “Ποτέ δεν έλειψε φαγητό από το τραπέζι γιατί έλειπε συνεχώς ο πατέρα μας. “Όταν το φαγητό ήταν λίγο και δεν έφτανε, η μητέρα μου προσποιούταν στομαχόπονο” για μοιρασιά μιας επιπλέον μερίδας σε οκτώ παιδιά. “Παρότι δεν είχαμε φως τη νύχτα, παίζαμε μπάλα κι έτσι την ημέρα τα καταφέρναμε πολύ καλύτερα, ήμασταν πολύ πιο γρήγοροι”, εξιστορούσε ο Μαραντόνα σχετικά με τη σχέση του με το ποδόσφαιρο. Ο πατέρας του Γκόγιο, ενός παιδιού από την παρέα και γείτονας της οικογένειας Μαραντόνα, είχε πελάτη έναν οδηγό φορτηγού ονόματι Χοσέ Τρότα. Όταν ο Τρότα έμαθε για την παρουσία ενός τόσο σπουδαίου ταλέντου στη γειτονιά, δεν έχασε την ευκαιρία και προσέγγισε τον Δον Ντιέγκο. Παρότι ο τελευταίος είχε στήσει μία μικρή τοπική ομάδα (“Ερυθρός Αστέρας”), δεν αρνήθηκε να ακούσει την πρόταση του Τρότα, που ήθελε να ενημερώσει για τον μικρό Ντιέγκο τον προπονητή της Σεμπολίτσας (“Κρεμμυδάκια”), θυγατρικής της Αρχεντίνος Τζούνιορς (ομάδα πρώτης κατηγορίας τότε).

Ο Τσιτόρο αντιλήφθηκε την ανάγκη του Μαραντόνα να εξερευνήσει το καλύτερο για το μέλλον του και δέχθηκε. Ο προπονητής, Φρανθίσκο Κορνέχο, δέχθηκε να δοκιμάσει τον Μαραντόνα κατόπιν πιέσεων του Γκόγιο και τον Δεκέμβριο του 1968, ο Τρότα μετέφερε με το φορτηγό του τον 8χρονο Ντιεγκίτο στη γειτονιά Πατερνάλ για προπόνηση. “Έμοιαζε να ήρθε από άλλον πλανήτη. Από την αρχή, όταν άγγιξε την μπάλα, την έκανε ότι ήθελε”, θυμάται ο Κορνέχο.