Κάποτε, πολύ παλιά, πριν περίπου δύο εβδομάδες, ένας ολιγάρχης, ιδιοκτήτης ΠΑΕ (ονόματα και χρώματα δεν έχουν σημασία), μπήκε οπλισμένος στον αγωνιστικό χώρο προκαλώντας, μαζί με τα τριγύρω επεισόδια, ένα σκηνικό ντροπής και αγανάκτησης, που έκανε τον γύρο του κόσμου. Η κυβερνητική δέσμευση, ήταν η συνηθισμένη: «Το μαχαίρι θα φτάσει στο κόκκαλο». Η κατάληξη, δυστυχώς, επίσης

 kerk

του Θάνου Καμήλαλη

Με απόφαση του υφυπουργού Αθλητισμού, Γιώργου Βασιλειάδη, το πρωτάθλημα της Super League και το Κύπελλο Ελλάδα ξεκινούν ξανά, 16 μέρες μετά τα έκτροπα στο γήπεδο της Τούμπας και την είσοδο του προέδρου του ΠΑΟΚ, Ιβάν Σαββίδη, οπλισμένου στο γήπεδο. Θεωρητικά, η εικόνα του Σαββίδη με το όπλο, η συμπεριφορά του αλλά και εν γένει τα επεισόδια ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, με τον Βασιλειάδη να αποφασίζει αμέσως μετά τη διακοπή του πρωταθλήματος, να υπόσχεται καταπολέμηση της βίας στα γήπεδα και μάλιστα, να διατυμπανίζει ότι «αδιαφορεί για το πολιτικό κόστος» και ότι αδιαφορεί για το ενδεχόμενο η Ελλάδα να τιμωρηθεί με Grexit, δηλαδή απαγόρευση συμμετοχής σε διεθνείς διοργανώσεις, από τις FIFA και UEFA.

«Τούτη εδώ η κυβέρνηση είναι η μοναδική η οποία αντέχει κάθε σύγκρουση, προκειμένου να μπορέσει να φτιάξει μια κανονική χώρα σε όλους τους τομείς. Έτσι και στο ποδόσφαιρο είναι αποφασισμένη να αναλάβει κάθε πολιτικό κόστος. Επομένως, προφανώς και δεν υπάρχει περίπτωση να κάνουμε ένα βήμα πίσω. Ακόμη κι αν αυτό σημαίνει Grexit» δήλωνε για παράδειγμα στη Real News ο Βασιλειάδης, τις πρώτες ημέρες μετά τα επεισόδια. Ανάλογες δεσμεύσεις έγιναν και από άλλα κυβερνητικά στελέχη, όπως για παράδειγμα ο υπουργός Επικρατείας, Χριστόφος Βερναρδάκης, που έκανε λόγο για «αρρωστημένη κατάσταση στα όρια της παρανομίας», χαρακτήριζε το ποδόσφαιρο « βιτρίνα, πίσω από την οποία εκπληρώνονται άλλες δεσμεύσεις» και δεσμευόταν ότι η κυβέρνηση «θα είναι αμείλικτη προς όλους».

Τελικά, δεν ήταν. Η επανέναρξη του πρωταθλήματος και του κυπέλλου ποδοσφαίρου αποφασίστηκαν μετά τη συμφωνία του Διοικητικού Συμβουλίου της Super League σε τέσσερις προτάσεις του υφυπουργού Αθλητισμού, που υποτίθεται ότι έχουν στόχο την «πάταξη της βίας». Αυτές είναι οι εξής:

  1. Σε περίπτωση που κατά τη διάρκεια μία αγωνιστικής περιόδου, οπαδοί μιας ομάδας προκαλέσουν φαινόμενα βίας, ήτοι α) είσοδος οπαδών στον εν γένει χώρο του γηπέδου ή/και στις κερκίδες και στα αποδυτήρια ή/και στον αγωνιστικό χώρο ή/και συμπλοκές εντός αγωνιστικού χώρου με οποιαδήποτε αφορμή, για τρεις φορές ή β) την πειθαρχική τιμωρία των ομάδων τους με βάση την εν γένει έκνομη βίαιη συμπεριφορά οπαδών τους, τουλάχιστον τέσσερις φορές, τότε η ομάδα θα τιμωρείται με ανάκληση του πιστοποιητικού συμμετοχής και υποβιβασμό. Η ανωτέρω ρύθμιση θα ξεκινήσει να ισχύει από την αγωνιστική περίοδο 2018-19 και εφεξής, με τροποποίηση των ρυθμίσεων αδειοδότησης, τόσο της Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού, όσο και της ΕΠΟ.
  2. Σε περίπτωση δυσφημιστικών δηλώσεων από αξιωματούχους που υποδαυλίζουν φαινόμενα βίας και πραγματοποιούνται με οποιοδήποτε τρόπο, για παράδειγμα σε ΜΜΕ ή social media, τότε θα τιμωρείται η ομάδα τους.
  3. Η ευθύνη για τη φύλαξη των αγώνων, από την επόμενη αγωνιστική περίοδο, θα περιέρχεται εξ ολοκλήρου στις ΠΑΕ και η αστυνομία μένει εκτός γηπέδων.
  4. Καταργείται το Διαιτητικό Δικαστήριο της ΕΠΟ ως τρίτος βαθμός των πειθαρχικών αδικημάτων.

Όσον αφορά την ουσία, δηλαδή το πρόβλημα της βίας, η μόνος όρος Βασιλειάδη για την αντιμετώπιση της είναι ο πρώτος, η ποινή του υποβιβασμού για μία ομάδα της οποίας οι οπαδοί εισβάλλουν στο γήπεδο σε τρεις διαφορετικούς αγώνες ή έχουν «βίαιη έκνομη συμπεριφορά» (γενικώς και αορίστως) σε τέσσερις. Στα χαρτιά, για κάποιον ξένο προς τους υπόλοιπους κανονισμούς του ελληνικού ποδοσφαίρου, ο όρος μοιάζει λογικός, απειλητικός προς όσους προκαλούν συστηματικά επεισόδια κι ελπιδοφόρος για συμμόρφωσή τους. Στην πράξη όμως, όπως σχολιάζει και ο δημοσιογράφος, Αντώνης Καρπετόπουλος, ο όρος είναι γελοίος, για λόγους… μαθηματικών.

Μία ομάδα της οποίας οι οπαδοί κάνουν επεισόδια τιμωρείται ούτως ή άλλως με αγώνες κεκλεισμένων των θυρών. Παίζει δηλαδή κάποιους, ανάλογα το μέγεθος της ποινής, εντός έδρας αγώνες της χωρίς την παρουσία κόσμου στις κερκίδες. Παράλληλα, λόγω και της απαγόρευσης μετακινήσεων οργανωμένων οπαδών στα εκτός έδρας παιχνίδια, πολύ σοβαρά επεισόδια ουσιαστικά σε έναν αγώνα πρωταθλήματος, όπως είσοδος στο γήπεδο, μπορούν να κάνουν μόνο οι οπαδοί της γηπεδούχου ομάδας. Μια ομάδα επίσης στο ελληνικό πρωτάθλημα παίζει 15 εντός έδρας αγώνες και, με λίγα λόγια, οι οπαδοί της δεν προλαβαίνουν να κάνουν πολύ σοβαρά ή… λιγότερο σοβαρά επεισόδια, τρεις ή τέσσερις φορές αντίστοιχα. Ο λόγος είναι απλός: Αν π.χ. γίνουν συμπλοκές εντός γηπέδου, η υπαίτια ΠΑΕ αντιμετωπίζει ήδη την ποινή πολλών αγωνιστικών κεκλεισμένων των θυρών σε εντός έδρας αγώνες. Αν αυτό συμβεί δεύτερη φορά στο ίδιο πρωτάθλημα, η ΠΑΕ είναι υπότροπη, που σημαίνει ότι η ποινή διπλασιάζεται, ενώ στην Τρίτη φορά, τριπλασιάζεται.

Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι οπαδοί μιας ομάδας τιμωρούνται για βίαιη «έκνομη συμπεριφορά»: Την πρώτη φορά η ποινή είναι δύο αγωνιστικές χωρίς φιλάθλους, τη δεύτερη τέσσερις και την Τρίτη οχτώ. Άθροισμα δεκατέσσερα και μαζί με τους τρεις αγώνες που έπαιξε η ομάδα με φιλάθλου δεκαεπτά, δύο πάνω από τον ετήσιο αριθμό των εντός έδρας. Επομένως, τέταρτη φορά, που θα τιμωρείται με υποβιβασμό, δεν προλαβαίνει να υπάρξει. Ανάλογη είναι η κατάσταση και με την πιο σοβαρή κατηγορία επεισοδίων, όπου το όριο είναι στα τρία παραπτώματα, αλλά εκεί οι ποινές κεκλεισμένων περισσότερες ανά περίπτωση (ο ΠΑΟΚ  για παράδειγμα μετά τα έκτροπα του περσινού τελικού κυπέλλου με την ΑΕΚ τιμωρήθηκε με επτά αγωνιστικές χωρίς φιλάθλους). Βάλτε στην εξίσωση και το πόσες φορές οι αρχικές ποινές που αντιμετωπίζουν οι ομάδες εξαλείφονται ή υποβαθμίζονται από τα αρμόδια δικαστικά όργανα κι έχετε μια εικόνα όπου τίποτα δεν έχει αλλάξει (εκτός, ίσως, μιας εξαιρετικής σχεδόν απίθανης περίπτωσης όπου μία ομάδα κινδυνεύει με υποβιβασμό στις ελάχιστες τελευταίες αγωνιστικές και αφού θα έχουμε παρακολουθήσει σειρά εκτρόπων).

Η κυβέρνηση υποστήριζε ότι δεν θα αναλογιστεί το πιθανό Grexit αλλά τελικά, έτρεξε να προλάβει την προθεσμία που είχαν θέσει FIFA και UEFA, να εμφανίσει μια δήθεν σοβαρή συμφωνία και να συνεχίσουν όλα κανονικά. Υποστήριζε ότι θα είναι αμείλικτη, ωστόσο ακόμα και οι αρχικές προτάσεις Βασιλειάδη, που έθεταν το όριο των σκηνικών βίας στα δύο, ήταν πιο αυστηρές από το επίσημο κείμενο. Μέχρι και οι αντιπροτάσεις κάποιων συλλόγων, μπορεί να έγιναν για το θεαθήναι, αλλά σίγουρα ήταν πιο αυστηρές. Υποστήριζε ότι δεν την ενδιαφέρει το πολιτικό κόστος, αλλά τελικά υποχώρησε μπροστά στην πιθανότητα να βρεθεί απέναντι στους φανατικούς και σε όσους βάζουν την μπάλα πάνω από άλλα πολιτικοικονομικά ζητήματα. Υποστήριξε ότι δεν θα διστάσει να συγκρουστεί αλλά τελικά η πιθανότητα να χάσουν εκατομμύρια οι ολιγάρχες από συμμετοχή σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις αποδείχθηκε ισχυρότατο εμπόδιο. Υποστήριζε τα ίδια επίσης το καλοκαίρι του 2017, όταν ο Βασιλειάδης έκανε συσκέψεις με την UEFA υποσχόμενος αλλαγές.

Οι ΠΑΕ στην Ελλάδα λειτουργούν ακριβώς όπως τα ιδιωτικά κανάλια: Ο ολιγάρχης βάζει λεφτά, με πιθανότερο σενάριο να έχει (ή τουλάχιστον να εμφανίσει) ζημίες εκατομμυριών. Χρησιμοποιεί όμως την προβολή, την ισχύ του ως ένα πρόσωπο με χιλιάδες οπαδούς, για να χειραγωγεί τις μάζες και να πιέζει την εκάστοτε κυβέρνηση να εξυπηρετεί τα συμφέροντά του, βάζοντας την στη μέγγενη του πολιτικού κόστους (ή αλλιώς ψηφοθηρικού πειρασμού). Όταν αυτά τα συμφέροντα δεν εξυπηρετούνται, χρησιμοποιεί τους «πιστούς» ως οπαδικό στρατό, τουλάχιστον στο επικοινωνιακό κομμάτι, με τη σύμπραξη μάλιστα βαμμένων «δημοσιογράφων». Το είδαμε με τον Μελισσανίδη και το γήπεδο της ΑΕΚ, με τον Σαββίδη στην Τούμπα, το βλέπουμε σε κάθε ποινική δίωξη που αντιμετωπίζει ο Βαγγέλης Μαρινάκης. Οι φανατικοί συχνά φωνάζουν «είναι τρελός ο πρόεδρος». Ο πρόεδρος δεν είναι τρελός, ξέρει πολύ καλά τι κάνει.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ μοιάζει συνήθως με μια μικρή ομάδα που κατεβαίνει στο γήπεδο να αντιμετωπίσει έναν πολύ ισχυρότερο αντίπαλο. Στα αποδυτήρια εκφράζεται η πίστη σε ένα καλό αποτέλεσμα, υποσχέσεις για νίκη, ελπίδες και λεκτικές επιθέσεις στον αντίπαλο. Τελικά ο αγώνας λήγει άλλοτε με ήττα, άλλοτε με συντριβή κι ακολουθείται από τυποποιημένες δηλώσεις όπως «κάναμε ό,τι μπορούμε» ή «κρατάμε τα θετικά». Στους αγώνες της με τους ολιγάρχες οι ήττες διαδέχονται η μία την άλλη. Τα φρουτάκια του ΟΠΑΠ χαρίστηκαν στον Μελισσανίδη, το γήπεδο του χτίζεται με 40 εκατ. κρατικού χρήματος, οι νέοι καναλάρχες θα έχουν δώρο μείωση φόρου, ο Σαββίδης έλαβε φωτογραφική τροπολογία για τη ΣΕΚΑΠ και μέρος του ΟΛΘ, ο Λάτσης το Ελληνικό ουσιαστικά άνευ όρων. Οι αγώνες της με τους δανειστές αποτελούν πλέον ανέκδοτο. Όπως ακριβώς συνέβαινε με τις προηγούμενες κυβερνήσεις

Και ο αγώνας της με τις ΠΑΕ για την «κάθαρση» του ποδοσφαίρου έχει την ίδια κατάληξη. Το αποτέλεσμα θα γίνει κατανοητό την επόμενη φορά. Στον επόμενο Ιβάν, τον επόμενο ΠΑΟΚ, στα επόμενα επεισόδια.  Κι αφού «το έθνος προσκυνά σώβρακα και φανέλες», όπως έλεγε ο Τζίμης Πανούσης, η ευθύνη είναι δυσανάλογη μεν, λίγο πιο ευρεία δε.

Υ.Γ. Σε σημερινό της αφιέρωμα, η μεγαλύτερη ιταλική αθλητική εφημερίδα, Gazzetta dello Sport, γράφει για το «Πρωτάθλημα του πιστολιού»:

«Ταξίδι στην Αθήνα, εκεί που οι πρόεδροι των ομάδων μπαίνουν στον αγωνιστικό χώρο οπλισμένοι. Καταλήγουν υπό έρευνες για διακίνηση ναρκωτικών, διαφθορά, στημένα ματς. Εκεί όπου τα τελευταία τέσσερα χρόνια το πρωτάθλημα διακόπηκε τέσσερις φορές λόγω βίας. Και δεν μπορείς να μετρήσεις πλέον τα ματς που έχουν κριθεί στα χαρτιά»