Αλιεύσαμε από το facebook του Δημήτρη Τσίρκα
Ο φόβος και το μίσος για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες δεν προκύπτουν αυθόρμητα. Παράγονται καθημερινά μέσα από λόγους που τους εμφανίζουν ως εισβολείς, έτοιμους να κλέψουν, να βιάσουν, να σκοτώσουν, να αλλοιώσουν τον πολιτισμό και το DNA των ντόπιων. Λόγοι που μεταμορφώνουν ανθρώπους με τραγικά προβλήματα σε… πρόβλημα.
Λαθρομετανάστες, ασύμμετρη απειλή, ωρολογιακή βόμβα, είναι ορισμένοι από τους χαρακτηρισμούς που επιφυλάσσει ο κυρίαρχος λόγος για τους πρόσφυγες τα τελευταία χρόνια, μαζί με αναλύσεις επί αναλύσεων για τον τεράστιο κίνδυνο που αντιπροσωπεύουν για τη χώρα.
Χαρακτηρισμοί που εκφωνούνται από τα πιο επίσημα χείλη και αναπαράγονται συστηματικά από τα ΜΜΕ, ώστε να καθίστανται αυταπόδεικτη αλήθεια, ακόμα και για εκείνους που δεν έχουν την παραμικρή επαφή με προσφυγικούς πληθυσμούς. Ιδίως για αυτούς, αφού η αόρατη απειλή φαντάζει πιο επικίνδυνη από την απτή.
Οι λόγοι ετούτοι ωστόσο, δεν θα μπορούσαν να γίνουν μαζική συνείδηση, δίχως τις κρατικές πολιτικές που καθηλώνουν τους πρόσφυγες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης – θερμοκήπια εξαχρείωσης και οργής, δημιουργώντας ασφυκτικές συνθήκες τόσο για τους ίδιους, όσο και για τους ντόπιους.
Είναι ακριβώς αυτές οι πρακτικές που «δικαιώνουν» εκ των υστέρων τους ρατσιστές και τους μεταναστοφάγους, δημιουργώντας τις εκρηκτικές καταστάσεις τις οποίες εκείνοι προφήτευαν, για να τους δώσουν αμέσως μετά, πάτημα να απαιτήσουν ακόμα πιο σκληρές αντιπροσφυγικές πολιτικές, ως «αίτημα» πλέον, της κοινωνίας, σε έναν τοξικό φαύλο κύκλο.
Έτσι, σε μια διαστροφή του Λόγου, η φρίκη της Μόριας δεν ενισχύει το αίτημα να κλείσει επιτέλους για να σταματήσει το μαρτύριο των ανθρώπων, αλλά την απαίτηση για ακόμα πιο απάνθρωπη αντιμετώπιση των προσφύγων, για χειρότερες Μόριες.
Και αυτό δυστυχώς δεν πρόκειται να αλλάξει όσες εικόνες τρομαγμένων παιδιών και αν ανεβάσουμε στο σόσιαλ μήντια. Η ενσυναίσθηση προϋποθέτει την ανθρώπινη ιδιότητα.
Ετούτη όμως ο κυρίαρχος λόγους και οι κρατικές πολιτικές την έχουν αφαιρέσει από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, για να τους μετατρέψουν σε γυμνές ζωές, άξιες μόνο να εκμηδενιστούν. «Να καούν, να καούν», όπως κραύγαζαν πολλοί, μόλις ξέσπασε η φωτιά στη Μόρια.