Πηγή: Katiousa
«Κάθε χορός εκφράζει και κάτι διαφορετικό. Εκφράζει τα συναισθήματα, τις εμπειρίες, την ψυχική διάθεση κάθε ανθρώπου, κάθε κοινωνικής ομάδας. Γι’ αυτό και το ζεϊμπέκικο, και το χασάπικο, το τσιφτετέλι αν θες, ήταν οι χοροί των λαϊκών στρωμάτων…» Θόδωρος Δερβενιώτης
Όταν τον Νοέμβρη του 1995, κυκλοφορεί ο ένατος προσωπικός του δίσκος, με τίτλο «Άφησέ με μόνο», ο Πασχάλης Τερζής είναι ήδη καταξιωμένος ως σπουδαίος λαϊκός τραγουδιστής κι όλη η Ελλάδα τραγουδάει τα τραγούδια του. Ανάμεσα στα τραγούδια του δίσκου που γνωρίζουν επιτυχία είναι το «Εννέα όγδοα» ένα από πιο «δυνατά» ζεϊμπέκικα, που έχει ερμηνεύσει ο ίδιος και γενικότερα του λαϊκού τραγουδιού.
Οι στίχοι της αξέχαστης Ιφιγένειας Γιαννοπούλου αποτελούν «τοιχογραφία» των δεκαετιών που ακολούθησαν το τέλος του εμφυλίου πολέμου. Η αναφορά της Καισαριανής δεν είναι τυχαία. Στις γειτονιές της εξελίχτηκαν σκληρές μάχες των δυνάμεων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ απέναντι στους Γερμανοφασίστες καταχτητές και τους Έλληνες συνεργάτες τους, ενώ στον «τοίχο» της, δηλαδή στο Σκοπευτήριο, γράφτηκαν σελίδες ύψιστου μεγαλείου και ηρωισμού, που σφράγισε η εκτέλεση των 200 κομμουνιστών, την Πρωτομαγιά του 1944, που μεταφέρθηκαν εκεί από τις φυλακές Χαϊδαρίου.
Τη μουσική του τραγουδιού έχει γράψει η Μαντώ, εξαιρετική ερμηνεύτρια και μουσικός με σημαντική διαδρομή.
Ο ζεϊμπέκικος είναι ένας χορός που δεν έχει βήματα, με ρυθμό που ακολουθεί το βυζαντινό μέτρο που είναι στα 9/8. Τα τεχνικά του τραγουδιού τα γνωρίζουν καλύτερα οι συνθέτες και οι μουσικοί. Ο χορευτής του ζεϊμπέκικου ακολουθεί το ρυθμό με τα «βήματα» της ψυχής, με τα βιώματα και τις μνήμες να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο σ’ αυτή τη διαδικασία. Οι μνήμες και τα βιώματα αποτελούν επίσης πολύτιμες αποσκευές ενός μεγάλου ερμηνευτή όπως ο Πασχάλης Τερζής, που πριν γίνει γνωστός πάλευε για το μεροκάματο στις οικοδομές και ακόμα και όταν ακόμα έγινε διάσημος δεν έπαψε να λέει: «Εγώ μεγάλωσα με τα τραγούδια του Στέλιου [Καζαντζίδη]. Υπάρχουν κι άλλοι τραγουδιστές που θαυμάζω, αλλά πονάω με το Στέλιο. Θυμάμαι, ξεχνάω, χαίρομαι, κλαίω, γελάω, με το Στέλιο. Φτάνει στην ψυχή μου».
Ένα από τα βιώματά του διηγήθηκε κάποτε ο ίδιος. Υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία στα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών, στο Κιλκίς, με ειδικότητα «μουλαράς» (φρόντιζε και πετάλωνε μουλάρια. Την ίδια ειδικότητα είχε ο Καζαντζίδης στη Μακρόνησο). Γνωρίζοντας τις αριστερές καταβολές της οικογένειας του τραγουδιστή, ο διοικητής για να τον «καψονάρει» τον διέταξε να του ζωγραφίσει το σύμβολο της χούντας, το φοίνικα που ξαναγεννιέται απ’ τις στάχτες του και τον φαντάρο. Ο Πασχάλης του πήγε κάτι που ψευτοζωγράφισε κι ο διοικητής του λέει «Γιατί, ρε, δε βάζεις τ’ όνομά σου από κάτω; Μην τυχόν και το δει ο πατέρας σου ο κομμουνιστής;»…
Συννεφιασμένη Κυριακή, σχεδόν πενήντα χρόνια,
αποσκευές και φυλακή, σε πλοία και βαγόνια.
Της μετανάστευσης σκιά, Σικάγο, Βερολίνο,
με δυο τσιγάρα δανεικά και κλάμα από κλαρίνο.
Ό,τι έχω πάρει από της μάνας μου τα μάτια,
σκόνη και στάχτη και ζωή σε δυο κομμάτια.
Ό,τι θυμάμαι απ’ του πατέρα μου τον ήχο,
εννέα όγδοα στης Καισαριανής τον τοίχο.
Συννεφιασμένη Κυριακή, σχεδόν πενήντα χρόνια,
εγώ εδώ κι η Ελλάδα εκεί, να πέφτει από μπαλκόνια.
Φωτογραφία μιας ζωής, στη μέση στο σαλόνι,
σαν τους φυγάδες που κανείς ποτέ τους δε γλιτώνει.
Ό,τι έχω πάρει από της μάνας μου τα μάτια,
σκόνη και στάχτη και ζωή σε δυο κομμάτια.
Ό,τι θυμάμαι απ’ του πατέρα μου τον ήχο,
εννέα όγδοα στης Καισαριανής τον τοίχο.
Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια όχι… και από 26/10/2020 νέα ονομασία: Τα χρόνια περνούν, τα τραγούδια ταξιδεύουν… Τι κι αν γράφτηκαν πριν από πολλά χρόνια, κάποια τραγούδια συνεχίζουν να συγκινούν, να συντροφεύουν τις μικρές και μεγάλες στιγμές των ανθρώπων, να εκφράζουν τις αγωνίες, τον πόνο και τα όνειρά τους, να εμπνέουν τους αγώνες τους.
Η στήλη, χωρίς να διεκδικεί το αλάθητο ή τον τίτλο του «ειδικού», «παίζει» τραγούδια που γράφτηκαν για τον έρωτα, την αγάπη, το μεροκάματο, τη μετανάστευση, τον αγώνα για λευτεριά και για καλύτερη ζωή. Τραγούδια γραμμένα από ποιητές, αλλά κι από δημιουργούς που δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους ποίηση… Ανασκαλεύοντας το παρελθόν και ψηλαφώντας την ιστορία τους, πότε γράφτηκαν, σε ποιες συνθήκες, από ποιους πρωτοτραγουδήθηκαν, ποιοι τα τραγουδούν στις μέρες μας.
Χωρίς διαχωρισμούς, χωρίς αποκλεισμούς, τραγούδια ελληνικά και «ξένα», με γνώμονα ότι, εκτός από το να θυμίζουν εικόνες από το παρελθόν, συναρπάζουν τις αισθήσεις, γεννούν συναισθήματα, εμπνέουν και συγκινούν σήμερα.