Πηγή: Ριζοσπάστης
Στα όριά του δούλεψε και χτες το δίκτυο της ηλεκτρικής ενέργειας εξαιτίας των αυξημένων αναγκών που προκαλεί ο παρατεταμένος καύσωνας, ενώ στην Αττική και σε άλλες περιοχές δεν έλειψαν τα προβλήματα με διακοπές και αυξομοιώσεις στην τάση του ρεύματος.Η οριακή λειτουργία του συστήματος είναι συνέπεια της πολιτικής της «απελευθέρωσης» και της διεύρυνσης της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας, με παράλληλη αύξηση της παραγωγής από το ακριβό φυσικό αέριο και την επέκταση των εισαγωγών ρεύματος από άλλες χώρες, μέσω του δικτύου διασύνδεσης.
Τόσο το εισαγόμενο φυσικό αέριο όσο και η αγορά ρεύματος από άλλες χώρες, σε τιμές που διαμορφώνονται χρηματιστηριακά, αυξάνουν την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας και «απογειώνουν» το κόστος του ρεύματος για τα λαϊκά νοικοκυριά.
Με δεδομένο μάλιστα ότι η ημερήσια τιμή χονδρικής του ηλεκτρικού ρεύματος συνεχίζει να τραβάει την ανηφόρα, ο λαός πληρώνει τον καύσωνα όχι μόνο με την ταλαιπωρία από την ανυπόφορη ζέστη και τα προβλήματα που αυτή προκαλεί, αλλά και απευθείας από την τσέπη του. Ακόμα και λίγες στιγμές δροσιάς κάτω από το air condition τσουρουφλίζουν το λαϊκό εισόδημα, για να διασφαλίζονται κάτω απ’ όλες τις συνθήκες τα κέρδη των εταιρειών – παρόχων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι για σήμερα Τετάρτη η τιμή χονδρικής του ηλεκτρικού ρεύματος στο Χρηματιστήριο Ενέργειας θα ξεπεράσει ακόμα και τα 200 ευρώ (!), αυξημένη κατά 20% σε σχέση με χτες.
Η τιμή χονδρικής στη χώρα μας έχει τριπλασιαστεί από τον Νοέμβρη του 2020 και, με τις ρήτρες που περιλαμβάνονται στα «ψιλά γράμματα» των συμβολαίων, οι αυξήσεις αυτές περνάνε αργά ή γρήγορα στα τιμολόγια, φορτώνονται δηλαδή στους καταναλωτές.
Με τον τρόπο αυτό, οι νόμοι της «απελευθερωμένης» αγοράς διασφαλίζουν ότι οι εταιρείες – πάροχοι θα πουλάνε πάντα με κέρδος, ακόμα κι όταν αγοράζουν το ρεύμα με πολύ υψηλές τιμές χονδρικής.
Οι τιμές αυτές, ωστόσο, δεν έπεσαν από τον ουρανό. Είναι αποτέλεσμα της συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα, η οποία μεγαλώνει, παράλληλα με την απολιγνιτοποίηση που προχωράει και στην οποία συναινούν η κυβέρνηση και όλα τα άλλα αστικά κόμματα στη χώρα μας.
Σε συνθήκες αυξημένης ζήτησης και χαμηλής παραγωγής από τις ΑΠΕ, όπως συμβαίνει με τον καύσωνα, αυξάνεται το κόστος της Ενέργειας, με την είσοδο στο σύστημα των λιγνιτικών μονάδων και την πληρωμή των ανάλογων «καπέλων» από τα δικαιώματα ρύπων, η τιμή των οποίων διαμορφώνεται επίσης χρηματιστηριακά.
Με άλλα λόγια, τώρα που η άπνοια κρατάει ακίνητες της ανεμογεννήτριες και η ζήτηση για ρεύμα εκτοξεύεται, το σύστημα, για να καλύψει τις ανάγκες, αυξάνει την παραγωγή στις λιγνιτικές μονάδες, με τα ανάλογα «πράσινα» πρόστιμα, που ενσωματώνονται στη συνέχεια στην τιμή του ρεύματος και καταλήγουν στο τιμολόγιο που θα πληρώσει ο καταναλωτής.
Είναι κι αυτό μια απόδειξη των κάλπικων υποσχέσεων της κυβέρνησης και όλων των άλλων κομμάτων, ότι με την πολιτική της «απελευθέρωσης», της διασυνδεσιμότητας των δικτύων και κυρίως με την ανάπτυξη «πράσινων» μορφών Ενέργειας, ο λαός θα απολαμβάνει τάχα φτηνότερο ρεύμα, με μεγαλύτερη επάρκεια.
Αυτά τα άθλια ψέματα, με τα οποία προσπαθούν να κάνουν τον λαό συμμέτοχο στους σχεδιασμούς του κεφαλαίου, καταρρέουν αυτές τις μέρες με πάταγο.
Οπως μάλιστα επιβεβαίωσε χτες ο υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος Κ. Σκρέκας μιλώντας στον «ΣΚΑΪ», οι αυξήσεις στο ρεύμα είναι προ των πυλών. «Η ενεργειακή μετάβαση έχει κόστος», διαπίστωσε κυνικά και θεωρώντας βέβαιες τις αυξήσεις, συμπλήρωσε ότι εξαρτάται από την κάθε εταιρεία το κομμάτι της αύξησης που «θα μπορέσει να απορροφήσει».
Χτες, εξάλλου, καταγράφηκε νέο ρεκόρ δεκαετίας στη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Μέχρι τις 3 μ.μ. η αναλογία στο μείγμα της παραγόμενης ενέργειας ήταν η εξής: Λιγνιτικά εργοστάσια 17%, φυσικό αέριο 47%, υδροηλεκτρικά εργοστάσια 16%, ΑΠΕ (φωτοβολταϊκά, που σταματούν με τη δύση του ηλίου, και ανεμογεννήτριες) 7% και εισαγωγές 13%.
Την ώρα εκείνη, η συνολική παραγωγή έφτανε τα 8.182 MW, με τον ΑΔΜΗΕ να προβλέπει κορύφωση της ζήτησης το διάστημα 7 μ.μ. – 9 μ.μ., με μέγιστο φορτίο του συστήματος στα 9.550 MW. Με την προσθήκη του δικτύου χαμηλής και μέσης τάσης, το συνολικό φορτίο αναμενόταν να προσεγγίσει χτες τα 11.000 MW. Η συνολική κατανάλωση τη Δευτέρα που μας πέρασε ήταν 10.700 MW.
Και ενώ οι συνέπειες της πολιτικής της – όπως και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων – στην Ενέργεια χτυπάνε από όλες τις μπάντες τον λαό, η κυβέρνηση συνέχισε και χτες να απευθύνει «συστάσεις» στα λαϊκά νοικοκυριά να κάνουν …οικονομία στην κατανάλωση ρεύματος, περιορίζοντας τις ανάγκες τους,που αντικειμενικά αυξάνονται με τον καύσωνα.
Ο εκπρόσωπος Τύπου της ΝΔ Τ. Γαϊτάνης επανέλαβε χτες ότι ο κρατικός μηχανισμός βρίσκεται «σε διαρκή ετοιμότητα» για να αντιμετωπίσει τα παρατεταμένα φαινόμενα καύσωνα, «που μπορούν να προκαλέσουν πυρκαγιές ή να δοκιμάσουν το ηλεκτρικό δίκτυο», την ώρα που τα φώτα αναβόσβηναν σε πολλά σπίτια της Αττικής και το πευκοδάσος της Βαρυμπόμπης είχε τυλιχτεί στις φλόγες!
Πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση «χρησιμοποιεί όλες τις διαθέσιμες μονάδες που υπάρχουν, καθώς και τη διασύνδεση με γειτονικές χώρες, προκειμένου να μην υπάρξει πρόβλημα» και επανέλαβε την έκκληση – πρόκληση του πρωθυπουργού «να μην υπάρχει άσκοπη χρήση του ηλεκτρικού ρεύματος», αποθεώνοντας κι εδώ την ατομική ευθύνη.
Την ίδια ώρα, βέβαια, οι μεγάλες ενεργοβόρες βιομηχανίες συνέχιζαν και χτες να δουλεύουν κανονικά, με την κυβέρνηση να διαρρέει ότι ενδέχεται να ζητήσει την ενεργοποίηση της «διακοψιμότητας», της παύσης δηλαδή της λειτουργίας τους για ορισμένο διάστημα με το αζημίωτο, προκειμένου να αποσυμφορηθεί το σύστημα.
Σε ανακοίνωσή του το κλαδικό Σωματείο Ενέργειας Αττικής – Βοιωτίας – Εύβοιας – Κορινθίας, υπενθυμίζει ότι «μόλις πριν λίγους μήνες, ο τότε υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος και νυν Υπουργός Εργασίας, πανηγύριζε για τη συμμετοχή της χώρας στο περίφημο target model, δηλαδή στην πλήρη μετατροπή της ηλεκτρικής ενέργειας σε χρηματιστηριακό προϊόν και τη σύνδεσή του με τα χρηματιστήρια των υπολοίπων χωρών, λέγοντας ότι ο ανταγωνισμός θα έριχνε δήθεν τις τιμές.
Σήμερα η χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος αγγίζει πρωτόγνωρα για τη χώρα επίπεδα (…) Τελικά ποιος κέρδισε από τον “ανταγωνισμό τους” και ποιος έχασε; Ποιος κερδίζει εκατομμύρια και ποιοι θα κληθούν να αποπληρώσουν το τεράστιο κόστος ενέργειας που έχουν διαμορφώσει με την πολιτική της απελευθέρωσης της ενέργειας;
Τις συνέπειες της πολιτικής τους τις βιώνουμε και θα τις βιώσουμε πολύ πιο βίαια προσεχώς στις αυξήσεις στα τιμολόγια. Τις συνέπειες της πολιτικής τους τις βιώνουμε στο κλείσιμο των λιγνιτικών εργοστασίων και στις απολύσεις χιλιάδων εργαζομένων. Τα ίδια εργοστάσια, που πριν απαξιωθούν πλήρως, λειτουργούν αυτές τις μέρες άρον – άρον για να έχουμε επάρκεια στο σύστημα και να το στηρίξουν για να μην καταρρεύσει, ενώ η ΔΕΗ πριν λίγες μέρες ανακοίνωσε πρόγραμμα εθελουσίας για άλλους 1.283 εργαζομένους!
Τις συνέπειες τις βλέπουμε και τις ζούμε καθημερινά στα συνεργεία που δουλεύουν χωρίς τα απαραίτητα μέτρα σε συνθήκες καύσωνα, στους εργαζόμενους στις βάρδιες που ζουν με το άγχος και την πίεση διαχείρισης των όποιων συμβάντων».