Πηγή: The Press Project
Σύμφωνα με την ανακοίνωση των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) στο Φυλάκιο του Έβρουυπάρχουν σταθερά 240 άτομα, από τα οποία οι μισοί είναι ασυνόδευτοι ανήλικοι. Ζουν σε ακατάλληλες συνθήκες, ορισμένοι για αρκετούς μήνες, με περιορισμένη πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες φροντίδας υγείας.
Λόγω της περιορισμένης ιατρικής παρουσίας στο ΚΥΤ, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα τον Ιούλιο ξεκίνησαν παρέμβαση βασικής φροντίδας υγείας και σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας για να καλύψουν τα κενά στις ιατρικές υπηρεσίες για πρόσφυγες και μετανάστες. Σκοπός της παρέμβασής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα ήταν να δοθεί χρόνος στο Υπουργείο Υγείας να υλοποιήσει δράσεις φροντίδας υγείας στο ΚΥΤ στο πλαίσιο του εθνικού ιατρικού προγράμματος για τους πρόσφυγες.
«Οι αρχές είχαν άφθονο χρόνο για να οργανώσουν ιατρικές υπηρεσίες, ωστόσο οι ανάγκες αυτές εξακολουθούν να μην καλύπτονται. Καθημερινά βλέπουμε εδώ παιδιά και ενήλικες με προβλήματα τόσο σωματικής όσο και ψυχικής υγείας, τα οποία συνδέονται άμεσα με την επ’ αόριστον παραμονή τους στο ΚΥΤ, καθώς και με τα ψυχικά τραύματα που έχουν βιώσει στο ταξίδι τους. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι έχουμε περιθάλψει επίσης παιδιά που έχουν αυτοτραυματιστεί και έχουν κάνει απόπειρα αυτοκτονίας», δηλώνει η Ιφιγένεια Αναστασιάδη, συντονίστρια της ομάδας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στον Έβρο. «Η κατάσταση δεν είναι αποδεκτή. Το Υπουργείο Υγείας πρέπει επειγόντως να στελεχώσει το ΚΥΤ μια πλήρη ιατρική ομάδα ώστε να μειωθεί ο πόνος αυτών των ανθρώπων».
Πριν ξεκινήσουν οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα να εργάζονται στο ΚΥΤ στο Φυλάκιο, δεν υπήρχε γιατρός για οκτώ μήνες, παρόλο που από την αρχή της χρονιάς μέχρι τον Νοέμβριο περισσότεροι από 18.000 πρόσφυγες και μετανάστες έχουν φτάσει στην περιοχή του Έβρου.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα παρέτειναν τις δραστηριότητές τους πέρα από την αρχική συμφωνία με τις αρχές, από τα τέλη Οκτωβρίου μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου, ώστε να υπάρχει περισσότερος χρόνος να διασφαλιστεί ιατρική παρουσία στο πλαίσιο του προγράμματος Philos 2, ωστόσο εξακολουθούν να μην παρέχονται επαρκείς ιατρικές υπηρεσίες. Πλέον είναι επιτακτική ανάγκη το Υπουργείο Υγείας να ανταποκριθεί στον ρόλο του και να στελεχώσει το ΚΥΤ με μια πλήρη ιατρική ομάδα που να παρέχει βασική φροντίδα υγείας, φροντίδα ψυχικής υγείας και φροντίδα σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας και να περιλαμβάνει μια ομάδα διαπολιτισμικών μεσολαβητών.
Ακόμη, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουν διαπιστώσει προβλήματα που σχετίζονται με την απουσία κατάλληλης διακομιδής από το ΚΥΤ στο τοπικό νοσοκομείο, καθώς τη μεταφορά των ασθενών έχει αναλάβει η αστυνομία. Η απουσία τακτικής και οργανωμένης διακομιδής έχει συχνά ως αποτέλεσμα ευάλωτοι ασθενείς με χρόνια νοσήματα και άλλες σοβαρές ασθένειες να καθυστερούν σημαντικά να λάβουν την εξειδικευμένη φροντίδα που χρειάζονται. Πρέπει επειγόντως να αρχίσει να λειτουργεί μια οργανωμένη και αξιόπιστη υπηρεσία διακομιδής ευάλωτων ατόμων από το ΚΥΤ στο νοσοκομείο.
Παράλληλα, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα κάνουν έκκληση στη διοίκηση του κέντρου να βελτιώσει τις συνθήκες για τους πρόσφυγες και μετανάστες που διαμένουν στη δομή του ΚΥΤ, ιδιαίτερα για τους ασυνόδευτους ανήλικους που κρατούνται για μεγάλο διάστημα. Αυτή τη στιγμή, σε κάθε κοντέινερ μένουν κατά μέσο όρο 11 ασυνόδευτοι ανήλικοι. Μέχρι πρόσφατα οι συνθήκες παρέμεναν ακατάλληλες, ωστόσο οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έκαναν εργασίες στα κοντέινερ, επιδιόρθωσαν τα σπασμένα παράθυρα και αντικατέστησαν τους χαλασμένους θερμοσίφωνες, καθώς ορισμένοι άνθρωποι δεν είχαν πρόσβαση σε ζεστό νερό, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να φροντίσουν τη βασική υγιεινή τους τους κρύους μήνες του χειμώνα.
Είναι λοιπόν επιτακτική ανάγκη να σταλεί αμέσως μια πλήρης ιατρική ομάδα στο ΚΥΤ στο Φυλάκιο και παράλληλα να εξασφαλίσει η διοίκηση του καταυλισμού ανθρώπινες και αξιοπρεπείς συνθήκες για τα ευάλωτα άτομα που κρατούνται εκεί.
«Έχω προσπαθήσει να αυτοκτονήσω τρεις φορές και συνεχίζω να κάνω τις ίδιες σκέψεις»
Οι ΓΧΣ δημοσιεύουν επίσης και μια μαρτυρία ασυνόδευτου ανήλικου, 16 ετών, από τη Δαμασκό, Συρία
Ακολουθεί η επιστολή
«Πριν από τρία χρόνια αποφάσισα να φύγω από τη Συρία εξαιτίας του πολέμου. Η οικογένειά μου είναι ακόμα εκεί, δεν μπορούσαν να έρθουν μαζί μου επειδή οι γονείς έχουν προβλήματα υγείας. Η μητέρα μου έχει πρόβλημα με την καρδιά της και δεν μπορεί να περπατήσει καλά, ενώ ο πατέρας μου έχει χρόνια ασθένεια. Έχω μια αδελφή στην Αμερική κι άλλη μία στη Σαουδική Αραβία, όμως δεν ήθελα να πάω να τις βρω. Θέλω να φτιάξω το μέλλον μου μόνος μου, στην Ευρώπη…
Η οικογένειά μου χρειάστηκε πολύ καιρό για να μαζέψει τα χρήματα γι’ αυτό το ταξίδι. Από τη Συρία πέρασα στην Τουρκία, όπου έμεινα οκτώ μήνες. Εκεί δούλευα και μοιραζόμουν ένα διαμέρισμα με άλλα παιδιά. Ήμουν σερβιτόρος και δούλευα και σε πλυντήριο αυτοκινήτων για να μαζέψω χρήματα και να έρθω στην Ελλάδα. Ακόμα χρωστάω χρήματα στον διακινητή και πρέπει να τα βρω όταν βγω από εδώ [το ΚΥΤ].
Κατάφερα να έρθω στην Ελλάδα με τη δεύτερη προσπάθεια. Την πρώτη φορά, πήγα στο Μποντρούμ για να περάσω απέναντι στην Κω. Πήραμε μια μικρή βάρκα που ήταν για 4-5 άτομα μόνο, αλλά ο διακινητής έβαλε μέσα 11 από εμάς. Ακόμα και τα σωσίβια που μας έδωσε ήταν μεταχειρισμένα. Είχαμε φτάσει σχεδόν στα μισά όταν η βάρκα αναποδογύρισε και πέσαμε στη θάλασσα.
Μείναμε μισή ώρα στο νερό, μέχρι που μας μάζεψε το τουρκικό λιμενικό και μας γύρισε στην Τουρκία. Μείναμε με τα βρεγμένα ρούχα όλη μέρα. Όποτε έκανα μια ερώτηση, με έσπρωχναν και με χτυπούσαν. Μας χτυπούσαν πολύ και μας έδιναν φαγητό μόνο μία φορά τη μέρα, λίγα μπισκότα και χυμό μόνο.
Την άλλη μέρα με άφησαν και έστειλαν όλους τους Σύρους στην Ούρφα (μια πόλη στα σύνορα Τουρκίας-Συρίας). Ύστερα, γυρίσαμε με λεωφορείο στην Κωνσταντινούπολη. Κάναμε 20 ώρες να φτάσουμε, επειδή ήμασταν 30-35 σε ένα λεωφορείο που είχε μόνο 9 θέσεις. Από την Κωνσταντινούπολη πήγαμε στον ποταμό Έβρο για να περάσουμε στην Ελλάδα.
Από τότε, εδώ και δύο μήνες, βρίσκομαι εδώ στο ΚΥΤ. Προσπάθησα να κρεμαστώ στο κοντέινερ. Έχω προσπαθήσει να αυτοκτονήσω τρεις φορές και συνεχίζω να κάνω τις ίδιες σκέψεις. Αυτό το μέρος είναι η αιτία που θέλω να δώσω τέλος στη ζωή μου.
Το φαγητό, για παράδειγμα, είναι χάλια, αν το δίναμε στα σκυλιά δεν θα το έτρωγαν. Ο καθένας μού υπόσχεται ότι θα με βοηθήσει, αλλά είμαι ακόμα εδώ. Έχω μιλήσει με ψυχολόγο τρεις φορές, κι άλλες δύο φορές με ψυχίατρο στην Αλεξανδρούπολη. Η ψυχίατρος ήρθε εδώ μία φορά, αλλά δεν με βοήθησε αυτό. Έχω χάσει κάθε ελπίδα. Θέλω μόνο να βγω, δεν χρειάζομαι κανέναν. Θα βρω τον δρόμο μου…»
Καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις από τον Έβρο στην Τουρκία
Υπενθυμίζεται ότι σε έκθεση που δημοσιεύουν το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, η ΑΡΣΙΣ-Κοινωνική Οργάνωση, Υποστήριξης Νέων και το HumanRights360, περιλαμβάνονται 39 μαρτυρίες προσώπων που καταγγέλλουν ότι στην προσπάθεια τους να μπουν στην Ελλάδα από τα σύνορα της χώρας με την Τουρκία στην περιοχή του Έβρου, πιάστηκαν και επαναπροωθήθηκαν, κατά παράβαση του εθνικού, ενωσιακού και διεθνούς δικαίου, στην Τουρκία.
Οι οργανώσεις τονίζουν πως παρά τη σιγή και την άρνηση των αρμόδιων φορέων και αρχών, το φαινόμενο των παράνομων επαναπροωθήσεων συνεχίζεται αμείωτο. «Οι συνεχείς αναφορές που λαμβάνουμε τόσο στα γραφεία μας, όσο και στους χώρους κράτησης, προστατευτικής φύλαξης και σε κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης, μαρτυρούν ότι το φαινόμενο των επαναπροωθήσεων, παρά τη σιγή και άρνηση των αρμοδίων φορέων και αρχών, είναι ιδιαίτερα έντονο και δεν έχει μειωθεί, παρά τις αναφορές και τις καταγγελίες που έχουν λάβει χώρα στο πρόσφατο παρελθόν».
Στις μαρτυρίες γίνεται λόγος για πρόσωπα που εμπλέκονται σε αυτές τις πρακτικές «και φέρονται να ομιλούν άλλοτε την Ελληνική γλώσσα και άλλοτε γλώσσες διαφορετικής προέλευσης, ενώ φέρουν και διαφορετικό ρουχισμό – άλλοτε στρατιωτικό και άλλοτε αστυνομικό» και προσθέτουν ότι «πρόκειται εν ολίγοις για μία ανησυχητικά γενικευμένη πρακτική, συχνά συνοδευόμενη από βία, που εκθέτει ανεπανόρθωτα την πολιτεία και πλήττει το κράτος δικαίου».