του Έκτορα-Ξαβιέ Δελαστίκ

Πηγή: Infowar

Κανένας πόλεμος δεν κηρύσσεται και διενεργείται κυρίως με στρατιωτικούς όρους. Όλες οι αποφάσεις είναι οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές, με αυτή τη σειρά. Πράγμα που σημαίνει πως ο πόλεμος μπορεί να είναι κατανοητός από το ευρύ κοινό. Στην εποχή επιταχυνόμενων κρίσεων που ζούμε, οφείλουμε να τον καταλάβουμε, ώστε να αρχίσουμε να τον σταματάμε εν τη γενέσει του. Μελετάμε το διαφαινόμενο τέλος του πολέμου στην Ουκρανία ώστε να καταλάβουμε την αρχή του και τη μέση του.

Ευρωπαϊκή Ένωση: «γιατί κλείνετε τον πόλεμο χωρίς να μας ρωτήσετε;»

Η ομιλία της Προέδρου της Κομισιόν φον ντερ Λάιεν δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας: «είμαστε σε μια εποχή επανεξοπλισμού». Μεταξύ άλλων πρότεινε μια μέση αύξηση εξοπλιστικών δαπανών κατά 1.5% του ΑΕΠ. Ακόμα περισσότερο, πως αυτά τα κρατικά έξοδα δε θα υπόκεινται στους δημοσιονομικούς περιορισμούς.

Γιατί; Και όταν κάνουμε αυτήν την ερώτηση, δεν αναφερόμαστε σε θέσεις τύπου «προετοιμασία για το διεθνή ανταγωνισμό με τον εχθρό εξ’ ανατολάς», οι οποίες υπάρχουν μόνο για να δικαιολογείται ο μισθός πολεμικών αναλυτών της σειράς. Το πλαίσιο ίσως είναι… απλούστερο απ’ όσο θα μπορούσε να φανταστεί κανείς σε αυτήν την περίπτωση.

Στις Η.Π.Α. πάρθηκαν δύο αποφάσεις-κλειδιά σε σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Πρώτον, πως οι εχθροπραξίες θα παύσουν μέσω διαπραγμάτευσης Η.Π.Α.-Ρωσίας. Δεύτερον, πως ο Ζελένσκι θα είναι η «κόρη του πρωτομάστορα» που θα θυσιαστεί για να στεριώσει η όποια συμφωνία κλείσει αυτόν το γύρο εχθροπραξιών. Η αντίδραση των ευρωπαϊκών ηγεσιών ήταν άμεση και σχεδόν πανικόβλητη, στηριζόμενη σε δύο πυλώνες: πρώτον, τη συνέχεια (αν όχι αύξηση) παροχής πολεμικού εξοπλισμού στην Ουκρανία και δεύτερον τη διενέργεια διαπραγματεύσεων με πλήρη στήριξη συγκεκριμένα στην κυβέρνηση Ζελένσκι.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις πολέμου δι’ αντιπροσώπων (proxy war), μεταξύ ΗΠΑ (πρωτίστως), Ε.Ε. (δευτερευόντως) και Ρωσίας. Στο πλαίσιο αυτό φαίνεται λογικό το να θέλουν οι ΗΠΑ να κλείσουν τον πόλεμο με απ’ ευθείας διαπραγματεύσεις με τη ρωσική πλευρά, ενώ η Ε.Ε. προτιμά να εμπλέξει την ουκρανική κυβέρνηση, με την οποία έχει στενότερες σχέσεις. Η πλήρης εικόνα όμως φαίνεται να είναι λίγο πιο περίπλοκη και λίγο πιο απλή.

Μια δωροδοκία σε δημόσια θέα

Στις 20/12/2024, ο Σλοβάκος Πρωθυπουργός Ρόμπερτ Φίτσο προχώρησε σε μια αξιοσημείωτη καταγγελία: πως κεκλεισμένων των θυρών, ο Ζελένσκι του προσέφερε 500 εκατομμύρια δολάρια ως αντιστάθμισμα για τη στήριξη της Σλοβακίας στο αίτημα της Ουκρανίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Ακόμα σημαντικότερο είναι το γεγονός πως τα προσφερόμενα χρήματα θα προέρχονταν από παγωμένα ρωσικά κεφάλαια – πρόκειται δηλαδή για μια μικρή ματιά στον τρόπο με τον οποίο γίνεται η διαχείριση τεράστιων δεσμευμένων περιουσιακών στοιχείων απ’ ευθείας από τις εμπλεκόμενες κυβερνήσεις, με όρους πλήρους αδιαφάνειας.

Φυσικά, ένα καλό ρεπορτάζ δε μπορεί να στηρίζεται μόνο στις πηγές της μίας πλευράς, ειδικά δεδομένης της σταθερής θέσης της σλοβάκικης κυβέρνησης ενάντια στην ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και ενεργειακών ζητημάτων μεταξύ των δύο χωρών. Η πλευρά Ζελένσκι παραδέχθηκε δημοσίως την προσφορά αυτή, βάζοντας τέλος στην όποια παραφιλολογία.

Μπορούμε βάσει αυτού του γεγονότος να πούμε με σιγουριά πόσες και ποιες κυβερνήσεις έχουν ευεργετηθεί ήδη με ανάλογους τρόπους; Μπορούμε βάσει αυτού του γεγονότος να πούμε με σιγουριά πόσες και ποιες κυβερνήσεις έχουν ευεργετηθεί ήδη με ανάλογους τρόπους;

Σίγουρα όχι, αλλά μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως είναι πρακτική αρκετά συνηθισμένη και καθαγιασμένη στα πλαίσια αυτού του πολέμου ώστε να α) γίνει σε ένα πλαίσιο δημόσιο, όσο είναι μια Σύνοδος της Ε.Ε., β) να γίνει δημόσια η παραδοχή της, αλλά και γ) να μην υπάρξει καμία δημόσια τοποθέτηση των οργάνων της Ε.Ε. για το ζήτημα, με την ελπίδα να ξεχαστεί.

Ποιος κερδίζει από τον ίδιον τον πόλεμο;

Όταν περιγράφουμε τον πόλεμο ως οικονομική διαδικασία, ακριβολογούμε. Θα ξεκινήσουμε από την καινοτομία: αυτός είναι ο πρώτος πόλεμος ο οποίος παράγει δεδομένα ως εξαγώγιμο προϊόν και πρώτη ύλη. Συγκεκριμένα αναφερόμαστε σε εκατομμύρια ώρες βιντεοληπτικού υλικού από drones.

Από τις πρώτες ημέρες του πολέμου, η βιντεοσκόπηση με drones χρησιμοποιείται για πολεμικούς σκοπούς, αλλά ήταν σαφές πως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την εκπαίδευση συστημάτων «τεχνητής νοημοσύνης» για πολεμικούς σκοπούς. Συστημάτων όπως αυτο-οδηγούμενες βόμβες, ή συστήματα που αξιολογούν την αποδοτικότητα άλλων οπλικών συστημάτων είναι δύο μόνο από τους δεκάδες πιθανούς τομείς εφαρμογών. Το πρωτογενές αυτό υλικό που χρησιμοποιείται για εκπαίδευση είναι δευτερευούσης σημασίας για τις ΗΠΑ, οι οποίες φαίνεται να έχουν το βλέμμα τους στραμμένο προς την Κίνα παρά τη Ρωσία, αλλά είναι σίγουρο πως θα εξασφαλίσει χρυσοπληρωμένα συμβόλαια σε ευρωπαίους αγοραστές.

Έχοντας αναφέρει τις Η.Π.Α., δε μπορούμε να μην αναφέρουμε το γεγονός ότι ο στρατηγικός τους στόχος σε αυτόν τον πόλεμο επετεύχθη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως η Γερμανία είναι πλέον εξαρτημένες από αμερικανοκρατούμενες παροχές ενέργειας, έχοντας επί της ουσίας διακόψει τις ενεργειακές οδούς με τη Ρωσία, και οι αγωγοί του Νορντ Στριμ ανατινάχθηκαν, με τεράστιο κόστος μιας αβέβαιης ανοικοδόμησης. Τέτοια είναι η έκταση ενεργειακής πρόσδεσης της Ε.Ε. στο αμερικανικό άρμα, που μελετάται σχέδιο ανοικοδόμησης του αγωγού με επενδύσεις από Η.Π.Α. και Ρωσία, μετατρέποντας και αυτήν την ενεργειακή οδό σε εργαλείο άσκησης πολιτικής των Η.Π.Α. στην περιοχή.

Ποιος κερδίζει από το ράλι των εξοπλισμών;

Τέλος, φτάνουμε στην καρδιά του όλου ζητήματος, επιστρέφοντας στην ομιλία της φον ντερ Λάιεν. Η διαφαινόμενη «ευρωπαϊκή πολεμική οικονομία» δεν είναι κάτι καινούριο. Δεν εννοούμε με αυτό απλά πως θυμίζει προεόρτια πολέμων, αλλά κάτι αρκετά μονιμότερο για τους λαούς. Πρόκειται για μια αλλαγή προαναγγελθείσα από το 2022, όταν ο Όλαφ Σολτς ανακοίνωσε την αλλαγή της εξοπλιστικής πολιτικής της Γερμανίας.

Η πολιτική αθρόας αποστολής οπλισμού στην Ουκρανία δεν έρχεται μόνη της: συνοδεύεται από κολοσσιαία συμβόλαια για την ανανέωση και επέκταση του ευρωπαϊκού οπλοστασίου – με άλλα λόγια, ένα «πρόωρο» τέλος της σφαγής απειλεί άμεσα τα κέρδη των κεντροευρωπαϊκών οπλοβιομηχανιών. Ακριβώς και γι’ αυτόν το λόγο, μια άλλη ομιλία της φον ντερ Λάιεν στις 25/2/2025 προλόγισε τις εκτοξεύσεις στους πολεμικούς εξοπλισμούς που ανακοινώθηκαν. Προλόγισε όμως και τις εκτοξεύσεις των μετοχών των μεγάλων ευρωπαϊκών οπλοβιομηχανιών, όπως η Rheinmetall, η Rolls- Royce, η Leonardo, η Kongsberg και η BAE Systems τις επόμενες ημέρες, καθώς περιμένουν τα συμβόλαια τα οποία αδειοδοτεί αυτή η πολιτική.

Ποιος χάνει από το ράλι των εξοπλισμών;

Δε χρειάζεται να αναλύσουμε πως η απόφαση εξοπλιστικού shopping therapy δε γεννάει χρήματα από το πουθενά. Κάθε ευρώ εξοπλιστικών συμβολαίων θα αφαιρεθεί από τις κοινωνικές παροχές και τις υποδομές των κρατών-μελών της Ε.Ε. Θα ήταν όμως αφελές να υποθέσουμε πως μια τέτοια οικονομική κίνηση θα είναι αναλογική και ισομοιρασμένη. Ήδη, οι πρώτες δηλώσεις της ελληνικής κυβέρνησης μιλούν για μια γενική «θωράκιση» της χώρας, ενώ η εγχώρια πολεμική βιομηχανία δεν προετοιμάζεται για κάποιο «εγχώριο παραγωγικό πάρτι».

Παρατηρούμε τρεις ιμάντες μεταφοράς πλούτου. Πρώτον, από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα προς το γενικό τομέα των εξοπλιστικών βιομηχανιών, μέσω των κρατικών συμβολαίων που θα υπογραφούν, με δριμύτατες επιθέσεις σε κάθε φωνή που θα κάνει κριτική ή θα ζητά έστω στοιχειώδη λογοδοσία. Δεύτερον, από τις χώρες της περιφέρειας στις κεντρικές οικονομίες της Ε.Ε., καθώς τα εξοπλιστικά συμβόλαια αποτελούν πάντα έναν επίσημο φόρο υποτέλειας της μίας αστικής τάξης στην άλλη. Τρίτον, από τη γενική σφαίρα της πολεμικής πολιτικής προς τα πολιτικά πρόσωπα που θα κληθούν να πάρουν αποφάσεις. Είτε με επίσημο τρόπο (όπως είδαμε στην περίπτωση Φίτσο-Ζελένσκι) είτε με ανεπίσημο τρόπο, όπως έχουμε δει σε σειρά υποθέσεων για εξοπλιστικά προγράμματα, των οποίων το σύστημα παραγγελιών πάντα λειτουργεί σαν καλολαδωμένη μηχανή.