Άρης Χατζηστεφάνου | Η Εφημερίδα των Συντακτών 06/08/2022
Η Νέα Υόρκη γεμίζει και πάλι από ποντίκια για λόγους που σχετίζονται με οικονομικές και πολιτικές επιλογές
Τα δύο τελευταία χρόνια τα συνεργεία αυτοκινήτων στη Νέα Υόρκη έχουν αποκτήσει μια νέα πηγή εσόδων, καθώς πελάτες φέρνουν περισσότερα οχήματα με ηλεκτρολογικά προβλήματα. Ανοίγοντας το καπό οι μηχανικοί συνήθως βρίσκουν υπολείμματα από πίτσες, χοτ ντογκ και άλλα τρόφιμα, ενώ με έναν πιο προσεκτικό έλεγχο εντοπίζουν μικρές δαγκωματιές σε καλώδια, αισθητήρες και πλαστικές σωληνώσεις. Εκατοντάδες οχήματα μετατρέπονται σε «εστιατόρια» για τους περίπου δυο εκατομμύρια αρουραίους που μεταφέρουν και απολαμβάνουν το φαγητό τους εκεί. Το γεγονός μάλιστα ότι τα σύγχρονα αυτοκίνητα καλύπτουν τις καλωδιώσεις τους με μονωτικά υλικά, που έχουν ως βάση τη σόγια, τα μετατρέπει σε πραγματική λιχουδιά.
Τους πρώτους μήνες της πανδημίας οι Νεοϋορκέζοι παρατήρησαν μια μικρή κάμψη στους αριθμούς των τρωκτικών, το «μορατόριουμ» όμως δεν κράτησε για πολύ. Καθώς οι άνθρωποι και οι πηγές τροφής μειώθηκαν με τα λοκντάουν οι αρουραίοι άρχισαν να κυκλοφορούν περισσότερο στους δρόμους και να αναζητούν πιο άφοβα την τροφή τους. Όταν όμως η ζωή επανήλθε στους κανονικούς ρυθμούς οι αρουραίοι δεν επέστρεψαν στις παλιές συνήθειες.
Όπως εξηγούσε μερικά χρόνια νωρίτερα το περιοδικό Nature «οι αρουραίοι της πόλης είναι γνήσιοι Νεοϋορκέζοι». Σε αντίθεση με άλλες πόλεις των ΗΠΑ, είναι σχεδόν όλοι απόγονοι ευρωπαϊκών τρωκτικών που έφτασαν τον 18ο αιώνα με καράβια όταν η περιοχή αποτελούσε ακόμη αποικία της Μεγάλης Βρετανίας. Με το πέρασμα των αιώνων όμως το DNA τους εξελίχθηκε με τρόπους που θεωρητικά τουλάχιστον μπορεί να επηρεάζει τις συνάψεις στους νευρώνες του εγκεφάλου τους και συνεπώς τη συμπεριφορά τους, αλλά και τις διατροφικές τους συνήθειες.
Το 2014, γενετιστές πληθυσμών και βιοστατιστικολόγοι από Πανεπιστήμια της Νέας Υόρκης, του Σαν Φρανσίσκο και άλλων πόλεων χαρτογράφησαν το πλήρες γονιδίωμα δεκάδων αρουραίων για να το συγκρίνουν με αυτό των προγόνων τους που κατοικούσαν στη Νέα Υόρκη τον 19ο αιώνα. Η έρευνα έφερε στο φως σημαντικές μεταλλάξεις χάρη στις οποίες οι αρουραίοι μπορούσαν να προσαρμόζονται στις νέες διατροφικές συνήθειες των ανθρώπων, όπως η αύξηση των υδατανθράκων και της ζάχαρης.
Σύντομα όμως οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι υπάρχει και νέα γενετική ανθρωπογεωγραφία (ή ποντικογεωγραφία) ανάμεσα σε διαφορετικές περιοχές της πόλης. Ο Μάθιου Κόμπς, από το Πανεπιστήμιο του Φόρντχαμ, εξηγούσε στο περιοδικό The Atlantic ότι υπάρχουν αρουραίοι βορείων και νοτίων προαστίων (uptown και downtown). Mεταπτυχιακοί φοιτητές, μάλιστα, που είχαν αναλάβει να πιάνουν τρωκτικά με δολώματα για τις έρευνες, διαπίστωσαν και άλλες διαφορές: οι αρουραίοι του Μανχάταν π.χ. είχαν προτίμηση στο φιστικοβούτυρο, ενώ οι αρουραίοι στην περιοχή του Κέιμπριτζ προτιμούσαν τα ντόνατς της αλυσίδας Dunkin, αλλά και τα Slim Jims – ένα είδος αποξηραμένου λουκάνικου που για αδιευκρίνιστους λόγους το τρώνε και οι άνθρωποι.
Προφανώς οι διατροφικές συνήθειες είναι ένα πρώτο στάδιο ταξικής διαφοροποίησης μεταξύ των αρουραίων, υπάρχουν όμως δεκάδες άλλοι πολιτικοί, οικονομικοί και κοινωνικοί παράγοντες που επηρεάζουν τα χαρακτηριστικά αλλά κυρίως τον αριθμό τους σε κάθε περιοχή. Έχει παρατηρηθεί ότι σε γειτονιές με έντονο gentrification, οι εργασίες αναπαλαίωσης πολυκατοικιών ωθούν εκατοντάδες ποντίκια μακριά από τις φωλιές τους και πιο κοντά στους ανθρώπους.
Παράλληλα η υπερθέρμανση του πλανήτη προκαλεί ηπιότερους χειμώνες που βοηθούν την αναπαραγωγή των αρουραίων. Τα φαινόμενα αυτά σε συνδυασμό με τη συνήθεια κατοίκων και καταστημάτων να αφήνουν τα σκουπίδια εκτεθειμένα στα πεζοδρόμια για ώρες, μέχρι να ξεκινήσει η πρωινή αποκομιδή, θα ωθούσαν πιθανότατα τον Τζον Στάινμπεκ να γράψει το «Άνθρωποι και ποντίκια» για την πολιτεία της Νέας Υόρκης και όχι για την Καλιφόρνια.
Το βασικότερο ζήτημα όμως, όπως εξηγούσε ο Μπόμπ Κόριγκαν, διδάκτορας Τρωκτολογίας (η μελέτη των τρωκτικών), «είναι ότι οι αρουραίοι λατρεύουν τις περικοπές στα κοινωνικά προγράμματα της πόλης». Μόνο την περασμένη χρονιά κόπηκαν δαπάνες δύο εκατομμυρίων δολαρίων από τις υπηρεσίες αποκομιδής των απορριμμάτων, αλλά και σε εφαρμογές όπως κάδοι σκουπιδιών που κλείνουν ερμητικά για να μην αφήνουν τα ποντίκια να μπαίνουν.
Εδώ και δεκαετίες κάθε δήμαρχος που σέβεται την εικόνα του (με πρώτο τον Ρούντι Τζουλιάνι) ανακοινώνει την «κήρυξη πολέμου στους αρουραίους», η οποία πάντα οδηγεί σε μεγαλύτερα η μικρότερα Βατερλό. Το 2017 εγκρίθηκε κονδύλι 32 εκατομμυρίων δολαρίων για την αντιμετώπιση των αρουραίων αλλά στα χρόνια που ακολούθησαν οι σχετικές δαπάνες άρχισαν να ροκανίζονται από τα τρωκτικά της λιτότητας. Φαίνεται πως μια χώρα που το 2023 θα δαπανήσει 773 δισεκατομμύρια δολάρια για πολεμικούς εξοπλισμούς, έχει αποφασίσει ότι το να ζουν οι κάτοικοι της πολυπληθέστερης πόλης ανάμεσα σε αρουραίους μήκους 30 εκατοστών είναι απόλυτα φυσιολογικό.
Οι νεοϋορκέζικοι αρουραίοι λοιπόν οφείλουν την ευημερία και την αύξηση του αριθμού τους σε πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες όπως η υπερθέρμανση του πλανήτη, το gentrification και κυρίως οι περικοπές δημοσίων δαπανών.
Υστερόγραφο: Όσες μελέτες και αν διάβασα το τελευταίο διάστημα για τους αρουραίους της Νέας Υόρκης, ήταν μια προσωπική εμπειρία που με βοήθησε να καταλάβω τα ταξικά χαρακτηριστικά του προβλήματος. Πριν από μερικές εβδομάδες στήσαμε μαζί με τον συνάδελφο Θάνο Τσάντα μια κάμερα στο ανατολικό Μανχάταν για να καταγράψουμε έναν ιδιαίτερα «φωτογενή» αρουραίο που έβγαινε από το κρησφύγετό του και έπαιρνε τηγανητές πατάτες από μια πεταμένη, χάρτινη συσκευασία των McDonald’s. Ύστερα από τριάντα λεπτά αναμονής (στα οποία προφανώς μας είχε αντιληφθεί και μας απέφευγε) πέρασε ένας νεαρός. Έσκυψε, ελαφρά αμήχανα, πήρε μερικές πατάτες από τη συσκευασία και τις έφαγε.