Χρειάστηκε η πάροδος σχεδόν επτά μηνών για να αποδώσει η αστυνομία της Λέσβου κατηγορίες κατά των δραστών του πογκρόμ προσφύγων και μεταναστών στην πλατεία Σαπφούς τον περασμένο Απρίλιο. Μεταξύ των κατηγορούμενων, στελέχη της Χρυσής Αυγής, μέλη του αυτοαποκαλούμενου «Πατριωτικού Μετώπου Μυτιλήνης» και τουλάχιστον ένας γνωστός νεοδημοκράτης. Ωστόσο, το γεγονός πως οι κατηγορίες που φέρονται να αντιμετωπίζουν δεν περιλαμβάνουν τις επιβαρυντικές διατάξεις του αντιρατσιστικού νόμου, σε συνδυασμό με την πρωτοφανή κάλυψη που απολαμβάνουν οι φασιστικές νοοτροπίες από τους εκπροσώπους της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο νησί του Βορείου Αιγαίου προκαλεί απορίες για την αντιμετώπιση των αρχών.
του Μηνά Κωνσταντίνου στο ThePressProject
Σύμφωνα με την ανακοίνωση της αστυνομίας της Λέσβου, η «πολύμηνη και εμπεριστατωμένη» έρευνα που διεξήγαγε από την Κυριακή 22 Απριλίου, όταν ομάδα ακροδεξιών και άλλων ακραίων στοιχείων πραγματοποίησε δολοφονική επίθεση κατά προσφύγων και μεταναστών που είχαν προχωρήσει σε καθιστική διαμαρτυρία στην πλατεία Σαπφούς της Μυτιλήνης, απέδωσε καρπούς την περασμένη Τρίτη. Σημειώνεται πως οι διαμαρτυρόμενοι ήταν κυρίως αφγανικές οικογένειες με ανήλικα παιδιά, και διαμαρτύρονταν για τις συνθήκες της Μόριας, ενώ ζητούσαν να τους επιτραπεί να συνεχίσουν στην ενδοχώρα.
Η αστυνομία ανακοίνωσε την ταυτοποίηση και την απόδοση κατηγοριών για 26 άτομα που συμμετείχαν στην επίθεση, που αντιμετωπίζουν τα αδικήματα της αντίστασης, της στάσης, της διατάραξης κοινής ειρήνης, της επικίνδυνης σωματικής βλάβης τετελεσμένης και σε απόπειρα, της απόπειρας πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης, της πρόκλησης διακεκριμένων περιπτώσεων φθοράς, του εμπρησμού, καθώς και της παράνομης κατοχής και χρήσης όπλων, κροτίδων και βεγγαλικών.
Εκείνο που ήταν γνωστό από πλήθος δημοσιευμάτων και μαρτυριών επιβεβαιώθηκε με τα αποτελέσματα της αστυνομικής έρευνας. Όπως δήλωσε την περασμένη Πέμπτη σε συνέντευξή του στο ραδιόφωνο TPP ο κοινωνικός ανθρωπολόγος-ιστορικός και δημοσιογράφος του νησιού, Θράσος Αβραάμ, οι περισσότεροι κατηγορούμενοι είναι μέλη της αυτοαποκαλούμενης «Πατριωτικής Κίνησης Μυτιλήνης», μέλη της Χρυσής Αυγής, ένας εν ενεργεία υπαξιωματικός του ελληνικού στρατού, καθώς και τουλάχιστον ένα γνωστό μέλος της Νέας Δημοκρατίας, επιχειρηματίας του νησιού.
Μάλιστα, ο υπαξιωματικός έχει μηνυθεί και από τον ανταποκριτή του Αθηναϊκού Πρακτορείου στη Λέσβο, Στρατή Μπαλάσκα, αναφορικά με διαδικτυακή επίθεση που είχε πραγματοποιηθεί εναντίον του, ενώ φέρεται να συμμετείχε σε ακόμη μία παρόμοια επίθεση κατά διαμαρτυρόμενων προσφύγων και μεταναστών στην ίδια πλατεία, τον Νοέμβριο του 2017.
Πολιτική κάλυψη από Νέα Δημοκρατία και Αθανασίου
Αξίζει να σημειωθεί πως τότε, την επίθεση είχαν καταδικάσει με ανακοινώσεις τους σχεδόν όλα τα πολιτικά κόμματα, πλήθος φορέων και προσωπικότητών, εκτός από τον τοπικό βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας και πρώην υπουργό Δικαιοσύνης, Χαράλαμπο Αθανασίου. Ο πρώην δικαστικός, όχι μόνο αρνήθηκε να καταδικάσει την επίθεση κατά των ανθρώπων στην πλατεία κάνοντας λόγο για «πολίτες που νιώθουν την ανάγκη “να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους”» ως αποτέλεσμα της απραξίας της κυβέρνησης, αλλά χαρακτήρισε την οργάνωση που οργάνωσε την επίθεση ως «μία κίνηση πολιτών που έχει σκοπό να προασπιστεί το νησί από τις ανεξέλεγκτες προσφυγικές ροές».
«Μάλιστα, ο ίδιος βουλευτής αρνήθηκε να καταδικάσει και τις λεκτικές και φυσικές επιθέσεις στους δημοσιογράφους, ο οποίος ήταν προσκεκλημένος σε εκδήλωση της Ένωσης Συντακτών Πελοποννήσου Ηπείρου Νήσων προ μηνός εδώ στη Μυτιλήνη. Δεν καταδίκασε τις επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων, παρότι προκλήθηκε και από την αντιπρόεδρο της ΠΟΕΣΥ και από τον πρόεδρο της ΕΣΗΕΠΗΝ κ. Κορτέση. Βλέπουμε λοιπόν ότι από κάπου ξεκινούν όλα αυτά. Και έχουν στόχευση και κατάληξη της επερχόμενες βουλευτικές και τοπικές εκλογές συγκεκριμένου κόμματος« ανέφερε στο TPP ο Θρ. Αβραάμ.
Υπενθυμίζεται πως μετά από το ρεσιτάλ μισαλλοδοξίας του περασμένου Σεπτεμβρίου, η ανακοίνωση της τοπικής Νέας Δημοκρατίας προχωρούσε σε ευθεία κάλυψη της έξαρσης των φασιστικών φαινομένων. Τια τα γεγονότα που ξεκίνησαν με τον Σταυρό στην Απελή και την επίθεση σε κορίτσι με μαντήλι στη Γέρα, και κορυφώθηκαν με την χυδαία επίθεση κατά της δημοσιογράφου Ανθής Παζιάνου που δημοσίευσε την ιστορία του κοριτσιού αλλά και ρεπορτάζ-αποδόμηση της ψευδούς είδησης για νέο καταυλισμό προσφύγων σε χωριό του νησιού που διακινούσαν ακροδεξιοί.
«Δεν θα διανοούμουν ποτέ ότι θα πρέπει να σκεφτώ τους ακροδεξιούς για το αν θα κάνω ένα ρεπορτάζ» είχε δηλώσει τον περασμένο Σεπτέμβριο σε συνέντευξή της στο TPP η δημοσιογράφος, ενώ η ανακοίνωση της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε λόγο για «τον Μυτιληνιό που δεν μπορεί να είναι ασφαλής μέσα στην πόλη ή το χωριό του», ενστερνιζόμενη πλήρως εθνικιστική ρητορική, και φυσικά δίχως να καταδικάσει τα φαινόμενα των επιθέσεων σε μετανάστες και δημοσιογράφους.
«Φερέφωνα της συγκυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖ.Α.-ΑΝ.ΕΛ., θα χαρακτήριζαν αυθαίρετα “φασίστα” κάθε πολίτη που αντιδρά και θα χρησιμοποιούσαν ακόμα και τη δικαιοσύνη, για να σταματήσουν κάθε φωνή που αντιστέκεται στην κατάσταση που επικρατεί!» ανέφερε η ανακοίνωση για την προσφυγή της δημοσιογράφου στη δικαιοσύνη, ενώ λίγο πιο κάτω «στη προσπάθεια τους να κρατηθούν στην εξουσία δεν διστάζουν να διχάσουν τον Λεσβιακό λαό, να χαρακτηρίζουν φασίστα κάθε πολίτη που είναι αντίθετος στη πολιτική τους και να κατασκευάζουν ειδήσεις και καταστάσεις».
Σημειώνεται πως το φαινόμενο των επιθέσεων και της στοχοποίησης δημοσιογράφων στη Λέσβο δε λέει να κοπάσει, καθώς μόλις το Σάββατο βρέθηκε στο στόχαστρο σεξιστικής και ρατσιστικής επίθεσης η αρθρογράφος του lesvosnews.net και της «Αυγής», Τζώρτζια Ρασβίτσου, ενώ μόλις την περασμένη Τετάρτη, η Ανθή Παζιάνου απολύθηκε από την εφημερίδα «Εμπρός», και μάλιστα την ώρα που ήταν σε επίσχεση εργασίας διεκδικώντας δεδουλευμένα επτά μηνών.
Πογκρόμ κατά προσφύγων και μεταναστών χωρίς ρατσιστικό κίνητρο;
Η επίθεση κατά των διαμαρτυρόμενων προσφύγων και μεταναστών εκείνο το βράδυ διήρκησε περισσότερες από εννέα ώρες, με την ομάδα των φασιστών να επιχειρούν να διαλύσουν το πλήθος των ανθρώπων που βρίσκονταν στην πλατεία πετώντας μάρμαρα και ξηλώνοντας πεζοδρόμια, πετώντας ναυτικές φωτοβολίδες και επιτιθέμενοι με σιδηρικά, λοστούς και φλεγόμενους κάδους μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της επόμενης ημέρας, μετά από την πολύωρη επίθεση που άφησε πίσω της τουλάχιστον 28 πρόσφυγες, μεταξύ των οποίων και παιδιά, καθώς και τρεις με χτυπήματα στο κεφάλι, η αστυνομία είχε προχωρήσει στη σύλληψη 120 μεταναστών και καμία από την πλευρά των δραστών.
Όπως δήλωσε ο Θρ. Αβραάμ, από τη δημοσιογραφική έρευνα έχει προκύψει πως ο εισαγγελέας υπηρεσίας είχε δώσει εντολές στους αστυνομικούς υπευθύνους να προχωρήσουν «σε ότι κρίνουν εκείνοι δυνατόν, σε περίπτωση που παραβιαζόταν ο νόμος». Κάτι που όπως είναι προφανές συνέβαινε, αφού μεταξύ των κατηγοριών που αντιμετωπίζουν οι 26, εκ των οποίων οι 7 κακουργηματικές, είναι αυτές της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, απόπειρας πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης, εμπρησμού, παράνομης κατοχής όπλων και άλλες. Όμως κανένας από όσους κατηγορούνται για τη διάπραξη των παραπάνω δεν συνελήφθη εκείνο το βράδυ.
Σημειώνεται δε πως, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, αρκετοί από τους ταυτοποιηθέντες βρίσκονται εμπλεκόμενοι και σε άλλες υποθέσεις φασιστικών και ρατσιστικών συμπεριφορών, γεγονός που αυξάνει τα ερωτήματα για τους χειρισμούς των αρχών απέναντι στην επίθεση.
«Μπροστά από τα ΜΑΤ πέρασε άτομο που είπε θα πάμε να τους γαμήσουμε και στη συνέχεια κατευθύνθηκε στ αυτοκίνητο του προς την Ερμού. Είχαν κατέβει πολλοί συντονισμένα και είχαν παρκάρει κοντά στην πλατεία (που απέχει ελάχιστα από την πλατεία) για να έχουν πρόσβαση στα πολεμοφόδια τους. Στη συνέχεια είδα άτομο να γυρνάει με μεγάλα γαλλικά κλειδιά και μπουκάλι, ενώ δεν τα είχε προηγουμένως πάνω του. Στο σημείο βρέθηκαν και άτομα με διακριτικά αθλητικών ομάδων που έλαβαν μέρος στην επίθεση. Ήταν ξεκάθαρα μια προσχεδιασμένη επίθεση και αυτό φάνηκε από το πόσοι ήταν συγκεντρωμένοι, ανάμεσα τους υπήρχαν άνθρωποι της νύχτας» δήλωσε αυτόπτης μάρτυρας στο TPP, ενώ μαρτυρίες στην Εφημερίδα των Συντακτών και το Ποντίκι περιέγραφαν την αστυνομία ως απλό παρατηρητή των επεισοδίων, αλλά και την «προετοιμασία» που είχε γίνει με σχετικά καλέσματα σε «αγανακτισμένους» κατοίκους, με την προτροπή να είναι «έτοιμοι για όλα».
Τέλος, ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο που προκύπτει από τη δημοσιογραφική έρευνα, και από την ανακοίνωση της αστυνομίας, είναι το γεγονός πως οι κατηγορίες που βαρύνουν τους 26 ταυτοποιηθέντες δεν περιλαμβάνουν τις διατάξεις του αντιρατσιστικού νόμου. «Δεν έχει οριστεί στις κατηγορίες το ρατσιστικό κίνητρο, που είναι μία επιβαρυντική για τα δεδομένα περίσταση […] Είναι ζήτημα του εισαγγελέα να το συμπληρώσει αυτό. Μπορεί να γίνει και τώρα, διότι εδώ που τα λέμε, είναι ο ορισμός της ρατσιστικής επίθεσης. Εάν δεν είναι αυτό ρατσιστική επίθεση, τι είναι δηλαδή;» εξήγησε ο Θρ. Αβραάμ.
Και πράγματι, ποιοι λόγοι θα έπρεπε ακόμη να συντρέχουν για να θεωρηθεί από τις αρχές πως η επίθεση εκείνης της νύχτας συντελέστηκε με ρατσιστικό κίνητρο;
Πηγή: ThePressProject