Πηγή: EFSYN

Άρης Χατζηστεφάνου

Λίγους μόλις μήνες μετά την ίδρυσή της, στις στάχτες του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου, η Βασιλική Πολεμική Αεροπορία (RAF) της Βρετανίας ανέλαβε μια ιδιότυπη αποστολή. Τα αεροσκάφη της στάθμευαν σε βρετανικές αποικίες και αναλάμβαναν δράση όταν τοπικές φυλές στασίαζαν ή απλώς αρνούνταν να πληρώσουν τους φόρους που επέβαλλε το Λονδίνο. Τα αεροσκάφη αρχικά έριχναν γραπτά μηνύματα με τα οποία καλούσαν τον τοπικό πληθυσμό να συνετιστεί στις εντολές της αυτοκρατορίας. Οι κάτοικοι των αποικιών βέβαια έμαθαν σύντομα πως όπου δεν πίπτει λόγος… πίπτουν οι βόμβες της RAF. Οι πρώτοι βομβαρδισμοί κατοικημένων περιοχών επέτρεπαν στο Λονδίνο να εκτελεί επιχειρήσεις αστυνόμευσης στα πέρατα της αυτοκρατορίας χωρίς να απαιτείται η κινητοποίηση ισχυρών, επίγειων δυνάμεων.

Οπως ανέφερε με βρετανικό φλέγμα η ιστοσελίδα ιστορικών θεμάτων Weapons and warfare, «αν και η συγκεκριμένη μέθοδος είχε χαμηλό κόστος και υψηλή αποτελεσματικότητα, δεν κατάφερνε να δημιουργήσει βαθιά συναισθήματα συμπάθειας προς τη βρετανική κυριαρχία». Παρ’ όλα αυτά, χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές στη Μεσοποταμία μετά την εξέγερση του 1920 και αργότερα στη Σομαλία, στην Παλαιστίνη και στην Ινδία. Ο Τσόρτσιλ μάλιστα είχε προτείνει να χρησιμοποιηθεί και εναντίων των ανταρτών στην Ιρλανδία.

Ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι αυτές οι επιχειρήσεις εναέριας αστυνόμευσης αποτελούσαν τον προάγγελο για αυτό που σήμερα αποκαλούμε ζώνες απαγόρευσης πτήσεων (no-fly zones). Ομολογουμένως, η σύγκριση δεν είναι προφανής, ιδιαίτερα για όσους ενηλικιώθηκαν μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και άκουγαν διαρκώς από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης ότι οι ζώνες απαγόρευσης πτήσεων έχουν ως μοναδικό στόχο την προστασία και όχι την τιμωρία του τοπικού πληθυσμού.

Τέτοιες ζώνες στήθηκαν στο Ιράκ, στη Σερβία και στη Λιβύη με πρόσχημα την προστασία των Κούρδων από τον Σαντάμ Χουσεΐν, των Κοσοβάρων από τον Μιλόσεβιτς και των αντικαθεστωτικών δυνάμεων της Λιβύης από τον Μουαμάρ Καντάφι. Αυτό βέβαια που συνδέει τις τρεις περιπτώσεις δεν είναι η αγωνία της Ουάσινγκτον και των συμμάχων της για τους συγκεκριμένους λαούς, αλλά το γεγονός ότι αμερικανικές και ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις βομβάρδιζαν ανηλεώς τις συγκεκριμένες περιοχές.

Οπως έγραφε προ ημερών ο αναλυτής αμυντικών θεμάτων Φρεντ Κάπλαν, «θα πρέπει να απαγορεύσουμε τη φράση no-fly zone» καθώς παραπέμπει «σε σχολικό τροχονόμο που κρατάει μια πινακίδα STOP σε μια διασταύρωση». Στη θέση της, έγραφε ο ίδιος, πρέπει να χρησιμοποιούμε τον όρο «επιχειρήσεις αεροπορικού πολέμου», ο οποίος στις παρούσες συνθήκες μεταφράζεται σε “ξεκινάμε πόλεμο με τη Ρωσία”».

Οπως μας θύμιζε ο Κάπλαν, η εφαρμογή της ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στη Σερβία (σε μια περιοχή οκτώ φορές μικρότερη από την Ουκρανία) χρειάστηκε 78 ημέρες προετοιμασίας, στη διάρκεια των οποίων τα ΝΑΤΟϊκά αεροσκάφη εξαπέλυσαν 743 πυραύλους για να καταστρέψουν ολοκληρωτικά τη σερβική αεράμυνα. Πρόκειται δηλαδή για μια πλήρη, σύνθετη, πολυδάπανη και αιματηρή πολεμική επιχείρηση, που λειτουργεί με επιτυχία μόνο ανάμεσα σε αντιπάλους με άνιση δύναμη πυρός (όπως δηλαδή και η επιβολή της αποικιοκρατίας). Αν οι ζώνες απαγόρευσης πτήσεων υπήρχαν για να προστατεύουμε τους αμάχους, εξηγούσε πρόσφατα και ο Ινδός αναλυτής Βιτζάι Πρασάντ, θα περιμέναμε να εφαρμοστεί και πάνω από τη Γάζα για να σταματήσει τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς αμάχων. «Αυτό όμως δεν θα συμβεί ποτέ των ποτών», έλεγε ο ίδιος.

Η Ιστορία δείχνει λοιπόν ότι οι no-fly zone αποτελούν μια επιθετική και όχι αμυντική κίνηση. Το γεγονός ότι οι εκκλήσεις για την εφαρμογή τους μπορεί να γίνεται από λαούς που ζητούν προστασία (όπως οι Κούρδοι του Βόρειου Ιράκ) συνήθως δεν αλλάζει τις «αποικιακές» προθέσεις αυτών που θα τις επιβάλουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1998 η Κύπρος είχε ζητήσει τη δημιουργία ζώνης απαγόρευσης πτήσεων σαν πρώτο βήμα αποστρατιωτικοποίησης της περιοχής. Διεθνή πρακτορεία ειδήσεων ανέφεραν τότε ότι η Ουάσινγκτον εξέταζε σοβαρά το ενδεχόμενο αλλά με την προϋπόθεση να ακυρωθεί η τοποθέτηση των ρωσικών πυραύλων S-400 στο νησί. Η «προστασία» δηλαδή ερχόταν με την αποικιακού τύπου απαίτηση να αποφασίζει η Ουάσινγκτον από πού θα προμηθευόταν η χώρα τον αμυντικό της εξοπλισμό.

Η συζήτηση πάντως των τελευταίων ημερών για τη δημιουργία ζωνών απαγόρευσης πτήσεων στην Ουκρανία αποκαλύπτει και ορισμένες άλλες πτυχές του νέου γεωπολιτικού παιχνιδιού. Οι συγκεκριμένες ζώνες δοκιμάστηκαν για πρώτη φορά στο Ιράκ μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, όταν δηλαδή οι ΗΠΑ μετατράπηκαν στη μοναδική υπερδύναμη του πλανήτη. Οπως εξηγούσε παλαιότερα ο Αμερικανός αντιπτέραρχος ε.α., Ζαν Μαρκ Τζουάς, στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου η «αντιπαράθεση των δύο υπερδυνάμεων ακύρωνε την πολιτική των no-fly zones», καθώς αν τις επέβαλλε η μια πλευρά, θα βρισκόταν αυτομάτως αντιμέτωπη με την αντίδραση της άλλης. Οι ζώνες απαγόρευσης πτήσεων λοιπόν δεν έχουν απλώς μετα-αποικιακά χαρακτηριστικά, αλλά είναι συνώνυμο ενός μονοπολικού κόσμου, στον οποίο μία και μοναδική υπερδύναμη μπορούσε να κάνει ανενόχλητη μπούλινγκ σε ανίσχυρους αντιπάλους της.

Η άρνηση του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ να επιβάλουν ζώνη απαγόρευσης πτήσεων πάνω από την Ουκρανία είναι απόλυτα σωστή, αφού διαφορετική αντίδραση θα μας έφερνε πολύ πιο κοντά στο ενδεχόμενο ενός πυρηνικού πολέμου. Παράλληλα όμως δείχνει και τα όρια της αμερικανικής αυτοκρατορίας όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με πιο ισχυρούς αντιπάλους και όχι με ανίσχυρα κράτη όπως το Ιράκ, η Σερβία και η Λιβύη. Δυστυχώς για εμάς, το αντίπαλο δέος είναι εξίσου καπιταλιστικό, ιμπεριαλιστικό και αιμοδιψές.

info-war.gr