Πηγή: Ατέχνως
Στις 14 Οκτώβρη 1960 η κυβέρνηση της Κούβας ανακοινώνει την εθνικοποίηση των τραπεζών, των περισσότερων εμπορικών επιχειρήσεων και των βασικών βιομηχανιών. Ηταν μια απόφαση καθοριστικής σημασίας για την πορεία της επανάστασης που αποκτούσε πλέον σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά. Γενικά, όμως, το 1960 ήταν μια κρίσιμη χρονιά για τον προσανατολισμό της Κούβας. Η εχθρότητα της Ουάσιγκτον απέναντι στην κουβανική επανάσταση μετατρέπεται σε επιθετική πολιτική. Μέσα απ’ αυτή τη σύγκρουση, το καθεστώς της Κούβας αποκτά ολοένα και πιο ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και ενισχύει τους δεσμούς με τη Σοβιετική Ενωση και τα άλλα σοσιαλιστικά κράτη.
Στις αρχές του 1960 έχουν αρχίσει να ωριμάζουν στις ΗΠΑ τα σχέδια ανατροπής της επανάστασης και στις 4 Μάρτη 1960 οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες προκαλούν έκρηξη στο γαλλικό φορτηγό «Λα Κουμπρ», που βρίσκεται στο λιμάνι της Αβάνας, έχοντας μεταφέρει όπλα. Η έκρηξη ήταν ταυτόχρονα προειδοποίηση προς την ηγεσία της Κούβας, η οποία είχε δεχτεί το Φλεβάρη τον αντιπρόεδρο της Σοβιετικής Ενωσης Αναστάς Μικογιάν και έχει υπογράψει μαζί τους τις πρώτες εμπορικές συμφωνίες.
Στις 11 Μάη οι ΗΠΑ διακόπτουν την παροχή τεχνικής βοήθειας προς την Κούβα, όμως ο Κάστρο απαντά με την υπογραφή συμφωνίας με την ΕΣΣΔ στις 18 Ιούνη. Η Ουάσιγκτον προχωρεί στον υπέρτατο εκβιασμό. Στις 6 Ιούλη διακόπτει κάθε εισαγωγή κουβανικής ζάχαρης (τα έσοδα από την πώληση της οποίας ήταν το 80% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Κούβας), ενώ ταυτόχρονα τα διυλιστήρια της Τεξάκο, της Στάνταρ Οϊλ και της Σελ στην Κούβα αρνούνται να διυλίσουν σοβιετικό πετρέλαιο, που μόλις είχε αφιχθεί στο νησί.
Η κυβέρνηση της Κούβας εθνικοποιεί τα διυλιστήρια και χωρίς να χάσει χρόνο προχωρεί στην εθνικοποίηση και όλων των μεγάλων επιχειρήσεων. Από τον Αύγουστο ως τον Οκτώβρη του 1960 εθνικοποιήθηκαν 192 αμερικανικές επιχειρήσεις. Στις 28 Σεπτέμβρη, μόλις επιστρέφει από τη συνέλευση του ΟΗΕ, ο Φιντέλ Κάστρο ανακοινώνει την ίδρυση των Επιτροπών Υπεράσπισης της Επανάστασης, στις οποίες κατατάσσεται το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού, που μπορεί να φέρει όπλα.