Συντάκτης: 
Πηγή: ΕΦΣΥΝ

«Τι θες να σου πω; Το βλέπεις και μόνη σου. Η ζωή στην Κάνιγγος συνεχίζεται. Είναι το κεντρικότερο σημείο της πόλης, έρχεται κόσμος και ψωνίζει, κάνει τις δουλειές του από όλη την Αθήνα. Γιατί να μην το κάνει; Δεν θα μας καταβάλει ο φόβος. Αυτό που συνέβη εδώ θα μπορούσε να έχει συμβεί οπουδήποτε αλλού – από την Πατησίων μέχρι την Κηφισιά. Στην Εκάλη λίγα γίνονται; Ηταν ένα ατύχημα. Δεν είχαμε ξαναδεί ποτέ κάτι τέτοιο, το λιντσάρισμα όπως το λες. Ηταν πρωτοφανές. Εδώ δεν είναι ζώνη εγκληματικότητας, όπως στη Βάθη ή στα στενά κάτω από την Ομόνοια. Είναι ζώνη εμπορίου, με καταστήματα, φροντιστήρια. Τα παιδιά του κοσμάκη σπουδάζουν εδώ, χιλιάδες νέοι τόσα χρόνια. Αν θες να γράψεις κάτι, γράψε αυτό, ότι εμείς είμαστε και γι’ αυτά τα παιδιά παράγοντας σταθερότητας και ασφάλειας. Ειδικά όταν σχολάνε το βράδυ και υπάρχουν ανοιχτά καταστήματα, περπατάνε με μεγαλύτερη σιγουριά. Δεν θέλω να πάρω θέση για το τι έγινε. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Οταν όμως εισβάλλεις σε έναν ιδιωτικό χώρο, παίρνεις τα ρίσκα σου. Αν έμπαινε στο σπίτι σου εσύ τι θα έκανες;».

Ο καλοβαλμένος κοσμηματοπώλης στέκεται όρθιος στην ανοιχτή είσοδο του καταστήματός του και κοιτάει την πυκνή κίνηση στον πεζόδρομο της Γλάδστωνος, 20 μέρες μετά το θανάσιμο λιντσάρισμα του ΛΟΑΤΚΙ ακτιβιστή Ζακ Κωστόπουλου. Διαγωνίως απέναντι βρίσκεται το κοσμηματοπωλείο Di Angelo. Εκεί που ξυλοκοπήθηκε ανελέητα ένας πεσμένος στο έδαφος άνθρωπος, που περιγράφηκε λανθασμένα από πολλά ΜΜΕ ως «επίδοξος ληστής».

Στα κατεβασμένα ρολά είναι πανό και φωτογραφίες του Ζακ, ποιήματα, χειρόγραφα σημειώματα. Το σύνθημα «ΔΟΛΟΦΟΝΕ» διακρίνεται ακόμα στις πλάκες του πεζόδρομου.

Είναι 2.30 το μεσημέρι καθημερινής και το οικοδομικό τετράγωνο που περικλείεται από τους πεζόδρομους Γλάδστωνος και Κάνιγγος, τη Βερανζέρου και την Πατησίων σφύζει από ζωή.

Η γνωστή ρήση ότι «ο βίος στην Ελλάδα είναι ημιυπαίθριος» επιβεβαιώνεται στο πολύβουο παζάρι. Οι μαγαζάτορες είναι έξω όρθιοι, κράχτες σε καλούν να κάτσεις στα σουβλατζίδικα με ονομασίες που παραπέμπουν στην ελληνική ύπαιθρο, τουρίστες μασουλάνε σάντουιτς στα τραπεζάκια του γωνιακού φούρνου-αλυσίδα, δύο διασώστες του ΕΚΑΒ είναι μόνιμα αραγμένοι στο μικροσκοπικό καφέ ακριβώς απέναντι από το σημείο του φονικού.

Τα υπαίθρια τραπεζοκαθίσματα, γεμάτα. Είναι ώρα φαγητού. Επαγγελματίες με κοστούμια, σπουδαστές, υπάλληλοι, θαμώνες και περαστικοί κάθε ηλικίας, φύλου και εθνικότητας. Το μικρό πολυγωνικό σιντριβάνι στη συμβολή Γλάδστωνος και Κάνιγγος είναι σημαδεμένο με το σύνθημα: «Τον Ζακ για πάντα έχουμε μαζί».

Κοκκινόμαυρες αφίσες προπαγανδίζουν την πορεία του Σαββάτου: «Η δολοφονία της Zackie Oh να μην ξεχαστεί, να μη μείνει αναπάντητη». Αφίσες από αυτόνομες ομάδες, όπως οι «Αntifalab» και «Mιγάδα», συνδέουν το άγριο λιντσάρισμα με άλλους θανάτους-δολοφονίες που δικαιολογήθηκαν ως «νομιμοποιημένη αυτοδικία» είτε ως «ανεξιχνίαστο περιστατικό» – όπως ο θάνατος 47χρονου στο Α.Τ. Ομόνοιας φέτος τον Σεπτέμβρη.

«Δεν θέλω να ανακατευτώ»

Ζακ Κωστόπουλος

Ο δρόμος δεν ξεχνάει, οι τοίχοι έχουν μνήμη, όσο και αν τα στόματα μένουν κλειστά. «Ολοι εδώ θέλουν να πέσουν οι τόνοι, να ξεχαστεί το περιστατικό. Νιώθουν εκτεθειμένοι όσο η υπόθεση ανακινείται. Δυστυχώς οι περισσότεροι καταστηματάρχες υποστηρίζουν την εκδοχή της “αυτοάμυνας”. Πολλοί λένε “καλά του κάνανε”. Μετρημένοι στα δάχτυλα είναι όσοι το βλέπουν διαφορετικά. Κανένας όμως δεν θα σου μιλήσει. Η νοοτροπία είναι “δεν θέλω να ανακατευτώ”».

Ο συνομιλητής μου δουλεύει χρόνια στην Κάνιγγος και ξέρει τα στενά της σαν την τσέπη του. Μιλάει με την προϋπόθεση της ανωνυμίας. Η μαρτυρία του δεν έχει χαρακτήρα αστυνομικής κατάθεσης, αλλά είναι ενδεικτική για το κλίμα που επικρατεί στην περιοχή μετά την 21η Σεπτεμβρίου:

«Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνουν εδώ άγρια σκηνικά, με ξυλοδαρμό και λιντσάρισμα, συνήθως σε μετανάστες ή εξαρτημένους που κάνουν μικροκλοπές. Εχω δει να πλακώνουν στο ξύλο 10-15 άτομα έναν που πήγε να πάρει κινητό από τραπέζι σε σουβλατζίδικο. Εκεί το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να λες “περιμένετε να έρθει η αστυνομία να τον συλλάβει, μην τον τελειώσετε”».

Η καθοριστική διαφορά σε σχέση με άλλα περιστατικά βίαιης αυτοδικίας που πέρασαν στα ψιλά ή αποσιωπήθηκαν είναι η θανάσιμη κατάληξη του θύματος, η αποτύπωση του βάρβαρου ξυλοδαρμού στις κάμερες και η ταυτότητα του Ζακ, που ήταν μάχιμος αγωνιστής της queer κοινότητας και αγαπητός drag performer.

Διαφορετικές πηγές επιβεβαιώνουν ότι στα μαγαζιά της Γλάδστωνος και της Κάνιγγος παρείχαν προστασία μέχρι πρόσφατα άντρες εταιρείας ασφάλειας που είχαν σχέσεις με ακροδεξιά μορφώματα.

«Είχαν όλοι άρβυλα, ξυρισμένα κεφάλια, μαυροντυμένοι, με στρατιωτική περιβολή. Μετά τις συλλήψεις της Χρυσής Αυγής εξαφανίστηκαν. Ενας που είχε απομείνει ώς το 2015 και έκανε τη γύρα της περιοχής, έλεγε “εγώ θα σε προστατεύω από οτιδήποτε μπορεί να γίνει”. Ξέρω καταστηματάρχες που τους ζήτησαν προστασία, οι περισσότεροι φοβούνταν και τους πλήρωναν».

Η εφημερίδα και οι κάμερες

Ο συνομιλητής μου γνωρίζει καλά το προφίλ του δεύτερου κατηγορούμενου, που είναι γνωστός πάνω από μία δεκαετία στην περιοχή, καθώς προέβη σε μεγάλη αγορά και ανακαίνιση ακινήτου.

Ο Θανάσης, όπως τον ξέρουν οι περισσότεροι, έχει στενές σχέσεις με τους επαγγελματίες της περιοχής, γευματίζει καθημερινά σε συγκεκριμένα καταστήματα, πίνει τον καφέ του σε καφετέρια ακριβώς απέναντι από το σημείο του λιντσαρίσματος. Εχει έντονο πολιτικό λόγο, με εθνικιστικές αντιμνημονιακές απόψεις, κινείται με οικονομική άνεση και εμφανίζεται να έχει στενές επαφές με χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.

«Ούτε μπορώ να χωνέψω την ιστορία ότι ο κοσμηματοπώλης πήγε να αγοράσει εφημερίδα», σχολιάζει ο εργαζόμενος. «Το πιο κοντινό σημείο πώλησης εφημερίδων είναι στην πλατεία Κάνιγγος ή στην Ομόνοια. Θέλει περίπου ένα δεκάλεπτο να πας και να έρθεις. Ποιος αφήνει το κατάστημά του αφύλαχτο μέρα μεσημέρι τόση ώρα;».

Υπήρχε περίπτωση καταστήματα απέναντι από το κοσμηματοπωλείο να μην είχαν κάμερες; «Το αποκλείω», είναι η κατηγορηματική απάντηση. «Στο ακριβώς απέναντι καφέ πέρυσι έπεσαν πυροβολισμοί. Ακόμα και αν δεν είχαν κάμερα ώς τότε, μετά σίγουρα θα έβαλαν».

Σύμφωνα με το αστυνομικό ρεπορτάζ, τον Δεκέμβριο του 2017 «άγνωστος που επέβαινε σε μοτοσικλέτα άνοιξε πυρ και πυροβόλησε πέντε φορές την τζαμαρία του καταστήματος στη συμβολή των οδών Πατησίων και Γλάδστωνος. Από τα θραύσματα τραυματίστηκε ελαφρά μια 22χρονη σερβιτόρα, που μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο (…). Η Ασφάλεια δεν αποκλείει το ενδεχόμενο κίνητρο της επίθεσης να ήταν ο εκβιασμός από κύκλωμα παροχής υπηρεσιών “προστασίας”».

Οι καταγγελίες για δράση κυκλωμάτων προστασίας στην περιοχή και δοσοληψίες που κινούνται στην γκρίζα ζώνη μεταξύ κλεπταποδοχής και ενεχυροδανεισμού είναι έντονες, αλλά παραμένουν ανώνυμες και ανεπιβεβαίωτες. Το σίγουρο είναι ότι η σημερινή εικόνα της Κάνιγγος δεν είναι αυτό που παρουσιάζεται σαν «κέντρο ανομίας και παραβατικότητας».

Το real estate ανθεί, το airbnb έχει φτάσει μέχρι εδώ, τα λουκέτα είναι αισθητά λιγότερα από ό,τι σε άλλους κεντρικούς δρόμους. Συνεχώς ανοίγουν νέα καταστήματα επισιτισμού, αλυσίδες franchise.

Σε απόσταση αναπνοής από τις πιάτσες των ναρκωτικών, η Κάνιγγος παραμένει χώρος χρήσης ουσιών, κυρίως τη νύχτα. Ομως δεν είναι σε καμία περίπτωση ζώνη βαριάς εγκληματικότητας.

Πράγματι, η ζωή στη Γλάδστωνος συνεχίζεται. Η ζωή του Ζακ πάλι, όχι. Και αυτό δεν μπορεί να ξεχαστεί ούτε να συγκαλυφθεί.

Μάριος Ατζέμης-Σύλλογος Οροθετικών Ελλάδας «Θετική Φωνή»

«Οι χρήστες δεν υπάρχουν για κανέναν»

Ο Μάριος, έχοντας ολοκληρώσει το πρόγραμμα του 18 ΑΝΩ, εργάζεται στον σύλλογο «Θετική Φωνή», μέλος της οποίας υπήρξε και ο Ζακ, στον τομέα «Μείωσης Βλάβης». Εχοντας γίνει μάρτυρας σε περιστατικά άγριας βίας εις βάρος ατόμων που κάνουν χρήση ουσιών, τις περισσότερες φορές από αστυνομικούς, μας μεταφέρει τη δική του εμπειρία:

«Οταν είσαι ενεργός χρήστης με αυτό το προφίλ στον δρόμο δεν υπάρχεις για κανέναν. Είσαι “το πρεζάκι”, το “πουστάκι”, το “τσουλάκι”. Κάτι ουδέτερο. Παύεις να είσαι φορέας δικαιωμάτων. Υπάρχει διάλυση της υποκειμενικότητας. Δεν θέλω να μιλήσω για τον Ζακ, αλλά με βεβαιότητα μπορώ να πω ότι όταν σε θεωρούν χρήστη στον δρόμο, απλά δεν σε αντιμετωπίζουν ως άνθρωπο. Ενα ζώο μπορείς να το προσέξεις, να το ταΐσεις. Δεν θα πλησιάσει κάποιος σε αυτή την κατάσταση. Είσαι αποδιοπομπαίος τράγος από πολλές απόψεις. Η βία απέναντι στους χρήστες ουσιών είναι καθημερινό φαινόμενο, ειδικά από την αστυνομία. Το γεγονός ότι τόσος κόσμος κοιτούσε και δεν αντέδρασε, αυτό είναι το χειρότερο. Δεν είναι για μένα πολίτες. Αυτοί είναι χειραγωγημένοι υπήκοοι – καταναλωτές που κοιτάνε την προσωπική τους επιβίωση. Στο εννοιολογικό τους σύμπαν η συλλογικότητα δεν υφίσταται. Είναι αδηφάγο πλήθος που διψάει για αίμα».

Εργαζόμενοι 18 ΑΝΩ

«Καθημερινά θύματα βίας οι εξαρτημένοι»

 

«Η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου δεν είναι ένα μεμονωμένο τραγικό συμβάν στο κέντρο της πόλης, αλλά έρχεται σε συνέχεια μιας σειράς βίαιων και κάποιες φορές μαφιόζικων πρακτικών, από θεσμικά όργανα, κυκλώματα της αστυνομίας και συχνά από “κανονικούς” πολίτες, ενάντια σε ευάλωτες ή/και διαφορετικές κοινωνικές ομάδες (πρόσφυγες, άστεγους, τοξικομανείς, ομοφυλόφιλους, ψυχικά πάσχοντες κ.λπ.)».

Δεκάδες εργαζόμενοι στη μονάδα απεξάρτησης 18 ΑΝΩ υπογράφουν κείμενο κατονομάζοντας συγκεκριμένα συμφέροντα:

«Εκφράζουμε την οργή μας για τους κλεπταποδόχους και τους ενεχυροδανειστές, τους υποτιθέμενους μεσίτες και μεσάζοντες, τα κυκλώματα της αστυνομίας που προστατεύουν ή/και οργανώνουν τη διακίνηση ναρκωτικών και την εξαναγκαστική πορνεία, τις φαρμακευτικές εταιρείες που πριμοδοτούν πάνω στην τοξικοεξάρτηση. Ολα αυτά δεν είναι κάποιο απόρρητο που σιγοψιθυρίζεται στους κύκλους μας. Ολοι τα ξέρουν, αλλά τα θεωρούν δεδομένα (…) Ζητάμε να τιμωρηθούν όλοι οι υπεύθυνοι της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου».

Το κείμενο συνυπογράφουν οι «Συλλογικές Δράσεις Κοινωνικής Αλληλεγγύης του 18 ΑΝΩ», ενώ η λίστα παραμένει ανοιχτή, έχοντας ήδη συγκεντρώσει πάνω από 1.000 υπογραφές.

Η Μαρία Σχίζα, υπεύθυνη του τμήματος Οικογένειας του 18 ΑΝΩ, διευκρινίζει ότι η δημόσια αυτή καταγγελία δεν στοχεύει σε κάποια αστυνομικού τύπου απόδοση ευθυνών, αλλά καταγράφει ένα ευρύτερο φαινόμενο:

«Με βεβαιότητα μπορούμε να καταθέσουμε ότι οι εξαρτημένοι -για τον Ζακ δεν γνωρίζουμε αν ήταν εξαρτημένος- γίνονται καθημερινά θύματα βίας και οργανωμένης εκμετάλλευσης. Πάρα πολλοί άνθρωποι, “επαγγέλματα” και κυκλώματα της αστυνομίας κερδοσκοπούν πάνω στην εξάρτηση και άρα συντηρούν το φαινόμενο αυτό. Από τις αφηγήσεις των θεραπευόμενων αλλά και των οικογενειών τους γνωρίζουμε ότι συχνά τα θεσμικά όργανα καθώς και πολίτες -ο λεγόμενος περίγυρος- αφήνουν αβοήθητους τους εξαρτημένους ακόμα και όταν τους συναντούν σε κρίσιμη κατάσταση. Οι γονείς αναφέρουν ότι παραλαμβάνουν συχνά τα εξαρτημένα παιδιά τους κακοποιημένα και ξυλοκοπημένα από αστυνομικά τμήματα και νοσοκομεία. Ως 18 ΑΝΩ έχουμε καταγράψει επανειλημμένα περιστατικά άσκησης βίας σε εξαρτημένους, ακόμα και από την αστυνομία. Φαίνεται πως τα πιο βίαια ένστικτα και οι πιο ρατσιστικές διαθέσεις των ανθρώπων ενεργοποιούνται απέναντι στις πληθυσμιακές ομάδες που είναι ευάλωτες και αδύναμες».