Πηγή: Κοσμοδρόμιο
Συνέντευξη στον Γιάννη Αρσακιάν
Ο Δρ. Vincent Mosco είναι επίτιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Queen’s του Καναδά και διακεκριμένος καθηγητής επικοινωνίας στο κέντρο New Media του πανεπιστήμιου Fudan της Σαγκάη. Το ερευνητικό του πεδίο αφορά την πολιτική οικονομία της επικοινωνίας, τις κοινωνικές επιπτώσεις της τεχνολογίας πληροφοριών και το μέλλον των πόλεων, ενώ έχει συγγράψει ή επιμεληθεί 26 βιβλία, με το πιο πρόσφατο το “The Smart City in a Digital World”. Σε συνέντευξη που μας παραχώρησε, μίλησε για την πρόσφατη κατάρρευση του Facebook, τον ανταγωνισμό ΗΠΑ-Κίνας στο τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας, τις έξυπνες πόλεις, τον μαρξισμό και το μέλλον.
Η πρόσφατη κατάρρευση του Facebook επανάφερε τον ερώτημα σχετικά με την ολιγοπωλιακή συμπεριφορά των εταιρειών ψηφιακής τεχνολογίας. Ποιο είναι το σχόλιο σας σχετικά με αυτό;
Ο ψηφιακός κόσμος κυριαρχείται από πέντε αμερικάνικες εταιρείες: Google, Apple, Facebook, Amazon και Microsoft. Όλες αυτές έχουν κάνει χρήση της δύναμης τους σε κρίσιμους τομείς της ψηφιακής τεχνολογίας: η Google στην αναζήτηση, η Apple στα κινητά, η Facebook στα κοινωνικά δίκτυα, η Amazon στη διανομή αγαθών και η Microsoft στα λογισμικά γραφείου, ώστε να γίνουν οι πέντε πιο πλούσιες εταιρείες στην ιστορία του κόσμου. Καταπατούν η μία την κυριαρχία της άλλης, αλλά μαζί λειτουργούν ως ένα ολιγοπώλιο που συντρίβει τον ανταγωνισμό και τους επιτρέπει να ελέγχουν τα ουσιώδη μέσα επικοινωνίας σε ολόκληρο τον κόσμο. Εξίσου κρίσιμο, είναι να καταλάβουμε ότι καθεμία από αυτές είναι ιδιωτικές εταιρείες χωρίς σχεδόν κανένα κανονισμό. Αυτό αντιπροσωπεύει την πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία που ιδιωτικές εταιρείες ελέγχουν τις θεμελιώδεις οδούς επικοινωνίας, χωρίς καμία εγγύηση προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών. Στην ουσία, αυτά που κάποτε θεωρούνταν δημόσια αγαθά, η πληροφορία και η επικοινωνία, γίνονται όλο και περισσότερο ιδιωτικά αγαθά, των οποίων η παραγωγή και η διανομή καθορίζονται πρωτίστως από το κίνητρο του κέρδους. Δεν είναι περίεργο που μία σημαντική συνέπεια είναι η παγκόσμια εξάπλωση της παραπληροφόρησης και ψεύτικης πληροφόρησης, σε μεγάλο βαθμό μέσω της Facebook. Η εταιρεία αναγνωρίζει ότι οι θεωρίες συνωμοσίας και άλλες μορφές αυταπάτης προσελκύουν κλικ, τα οποία προσελκύουν διαφημιζόμενους που αυξάνουν τα έσοδα. Η αμερικάνικη κυβέρνηση είναι απρόθυμη να ενεργήσει, επειδή αυτές οι εταιρείες επέτρεψαν στις ΗΠΑ να διεκδικήσουν για άλλη μία φορά σχεδόν αυτοκρατορικό έλεγχο σε ό,τι ο κόσμος μαθαίνει, γνωρίζει και στο πώς επικοινωνεί. Ωστόσο, όταν ένα μέλος του ολιγοπωλίου αποτυγχάνει, όπως έγινε με τη Facebook στην πρόσφατη κατάρρευση του συστήματος, ο κόσμος χάνει ένα ζωτικό όργανο επικοινωνίας. Όλα αυτά είναι σοβαρά προβλήματα που απαιτούν την επαναφορά του δημοσίου ελέγχου στα μέσα επικοινωνίας, τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η δυναμική είσοδος της Κίνας στην ψηφιακή εποχή, φαίνεται να ανταγωνίζεται την παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ στην τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών. Φαίνεται κάποια από αυτές τις δύο χώρες να γίνεται ο κυρίαρχος παίχτης σε αυτόν τον τομέα;
Οι αμερικάνικες εταιρείες διατηρούν την παγκόσμια ηγεμονία τους πάνω στην τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνιών.
Με τις πάλαι πότε ισχυρές εταιρείες της Ε.Ε. να παρακμάζουν, η μόνη πρόκληση που αντιμετωπίζουν είναι από την Κίνα, της οποίας οι Alibaba, Baidu, Tencent και Huawei αντικατοπτρίζουν τις κυρίαρχες αμερικάνικες εταιρείες. Αυτές οι εταιρείες εκμεταλλεύονται τη μεγάλη αγορά στην Κίνα, καθώς και τους περιορισμούς και τις απόλυτες απαγορεύσεις στις αμερικάνικες εταιρείες τεχνολογίας που υπάγονται στη δικαιοδοσία της. Ωστόσο δεν έχουν κάνει μεγάλη πρόοδο πέρα από την Κίνα.
Εν τω μεταξύ, όταν ο κόσμος αναζητεί, συνήθως χρησιμοποιεί τη Google, όταν ο κόσμος ενεργοποιεί ένα smartphone συνήθως είναι iPhone, όταν οι άνθρωποι συνδέονται στα social media τείνουν να είναι ένας από τους 2,8 δισεκατομμύρια συνδρομητές της Facebook, όταν παραγγέλνουν ένα βιβλίο, συνήθως είναι μέσω του Amazon και όταν ανοίγουν ένα έγγραφο, είναι κατά κανόνα στο Microsoft Word. Το ολιγοπώλιο των ΗΠΑ δεν έχει τον πλήρη έλεγχο του ψηφιακού κόσμου, αλλά διαθέτει περισσότερη ισχύ από οποιοδήποτε άλλο έθνος στην ιστορία της σύγχρονης τεχνολογίας επικοινωνιών και πληροφοριών. Ωστόσο, η Κίνα έχει κάνει μεγάλα βήματα στην τεχνητή νοημοσύνη και, ουσιαστικά χωρίς τους ελέγχους απορρήτου, είναι σε θέση να πραγματοποιεί πειράματα τεχνητής νοημοσύνης στους ανθρώπους της σε όλη την επικράτεια. Αυτό μπορεί να επιτρέψει στην Κίνα να αμφισβητήσει την κυριαρχία των ΗΠΑ στο μέλλον.
Έχετε μελετήσει τα νέα μέσα, βασιζόμενος σε ριζοσπαστικά επιστημολογικά εργαλεία, όπως είναι ο μαρξισμός. Ποια είναι η σχέση της μαρξιστικής κριτικής σκέψης με την πολιτική οικονομία της ψηφιακής τεχνολογίας;
Αν με το “ριζοσπαστικό” εννοείς την προέλευση της λέξης που είναι η “ρίζα”, τότε θα συμφωνήσω. Οπτικές όπως η πολιτική οικονομία και ένα από τα συστατικά της, η μαρξική θεωρία, φτάνουν στη ρίζα της κοινωνίας. Συγκεκριμένα, η πολιτική οικονομία εξετάζει πώς οι άνθρωποι παράγουν αυτό που χρειάζονται για να αναπαραχθούν οι ίδιοι. Η παραγωγή περιλαμβάνει τα υλικά αγαθά, καθώς και τις ιδέες. Αν μου επιτρέπεται ένας πιο τεχνικός ορισμός, η πολιτική οικονομία μελετά τις κοινωνικές σχέσεις, ιδιαίτερα τις σχέσεις εξουσίας που συγκροτούν αμοιβαία την παραγωγή, διανομή και ανταλλαγή πόρων. Στον τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας o πόρος είναι η επικοινωνία.
Η μαρξική θεωρία επηρεάζει την πολιτική οικονομία, με ιδιαίτερη έμφαση στη διαίρεση της εξουσίας και των κοινωνικών τάξεων γύρω από την πρόσβαση και τον έλεγχο της ψηφιακής τεχνολογίας. Ωστόσο, η πολιτική οικονομία επιπλέον εξετάζει, για παράδειγμα τις σχέσεις εξουσίας γύρω από το φύλο, τη φυλή και την εθνότητα, τις οποίες η παραδοσιακή μαρξική θεωρία έτεινε να αγνοεί.
Στο βιβλίο μου “The Political Economy of Communication” σημείωσα πως τοποθετώντας το φύλο, τη φυλή και την εθνότητα, την ηγεμονία και άλλες κρίσιμες έννοιες παράλληλα με την κοινωνική τάξη, η πολιτική οικονομία είναι σε θέση να παράγει ένα ισχυρό εννοιολογικό πλαίσιο που να υποστηρίζει πολύ καλά την κατανόηση του ψηφιακού κόσμου.
Το τελευταίο σας βιβλίο έχει τίτλο “The Smart City in a Digital World”. Μπορεί να εξηγήσετε εν συντομία το θέμα του βιβλίου σας; Επίσης, υπάρχει κάποια σχέση των “Έξυπνων Πόλεων” με τον περιορισμό των ψηφιακών και δημοκρατικών δικαιωμάτων;
Το “The Smart City in a Digital World” απευθύνεται σε ένα παγκόσμιο κίνημα με επικεφαλής τις τεχνολογικές εταιρείες και τις κυβερνήσεις για την εγκατάσταση της ψηφιακής τεχνολογίας καθ’ όλη την έκταση των αστικών υποδομών, πρωτίστως για να βελτιώσουν την αστική επικοινωνία, τις μεταφορές και τη χρήση ενέργειας, καθώς και την εκπαίδευση, την πρόληψη τους εγκλήματος και τη δημοτική διακυβέρνηση. Το κίνημα ξεκίνησε από την IBM στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, προκειμένου να επεκτείνει τα έσοδα των εταιρειών τεχνολογίας, που υπέφεραν από τη δριμεία οικονομική ύφεση λόγω των υπανάπτυκτων αστικών αγορών. Το να γίνουν οι πόλεις “έξυπνες” έγινε δικαιολογία για μαζικές κυβερνητικές επενδύσεις στην τεχνολογία. Το βιβλίο μου περιγράφει πώς συνέβη αυτό σε ολόκληρο τον κόσμο και διερευνά μερικές από τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές συνέπειες. Εγείρει ανησυχίες ότι οι “έξυπνες” πόλεις γίνονται ραγδαία πόλεις παρακολούθησης, καθώς μέρη όπως το Ρίο ντε Τζανέιρο, η Σιγκαπούρη, η Σαγκάη και η Νέα Υόρκη έχουν ιδρύσει κεντρικές εγκαταστάσεις επιτήρησης που μπορούν να κατασκοπεύουν ανθρώπους σε όλη την πόλη μέσω της χρήσης προηγμένων τεχνολογιών.
Το βιβλίο περιγράφει πώς η ενσωμάτωση του υπολογιστικού νέφους, της ανάλυσης μεγάλων δεδομένων και το διαδίκτυο των πραγμάτων, επιτρέπει την πανταχού παρούσα παρακολούθηση, η οποία έχει χρησιμοποιηθεί για να σταματήσει την πολιτική αντιπολίτευση, να ξεριζώσει τους αστέγους και να καταπολεμήσει το έγκλημα. Ο “έξυπνος” προσδιορισμός έχει επίσης χρησιμοποιηθεί για να επεκτείνει τη δύναμη των ιδιωτικών εταιρικών συμφερόντων, δίνοντας νέα εξουσία σε αυτούς που ελέγχουν την τεχνολογία, υπό την γενική αιγίδα της “Βελτίωσης της Επιχειρηματικότητας των Συνοικιών” για να διαχειριστούν ολόκληρες κοινότητες. Υπάρχουν βέβαια εξαιρέσεις σε αυτήν την σκοτεινή εικόνα, καθώς εναλλακτικές λύσεις σε μία έξυπνη πόλη που βασίζεται στην τεχνολογία, έχουν εμφανιστεί σε μέρη όπως η Βαρκελώνη, όπου η τεχνολογία χρησιμοποιείται γενικά ως εργαλείο δημοκρατίας και όχι παρακολούθησης και ελέγχου. Εν μέρει εμπνευσμένο από το παράδειγμα της Βαρκελώνης και το έργο των ακτιβιστών σε πόλεις ολόκληρου του κόσμου, το βιβλίο ολοκληρώνεται με ένα Μανιφέστο για την Έξυπνη Πόλη, το οποίο καλεί τους ανθρώπους να χτίσουν πόλεις που γενικά είναι δημοκρατικές και που χρησιμοποιούν την τεχνολογία για την επέκταση του δημοσίου χώρου και των δικαιωμάτων των πολιτών. Ουσιαστικά, τις έξυπνες πόλεις τις κάνουν οι άνθρωποι και όχι η τεχνολογία.
Υπάρχουν αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με τα ψηφιακά δικαιώματα και τον κατασκοπευτικό καπιταλισμό, οι οποίες κλιμακώθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid19, λόγω της εισόδου της ψηφιακής τεχνολογίας σε μία σειρά πεδίων του καθημερινού βίου. Με βάση την τρέχουσα κατάσταση, ποια είναι η γνώμη σας για το μέλλον; Είστε αισιόδοξος;
Τον πρώτο αιώνα μ.Χ. ο Ρωμαίος συγγραφέας, Πλίνιος ο πρεσβύτερος, έγραψε ότι “η ελπίδα είναι ο πυλώνας που συγκρατεί τον κόσμο”. Σήμερα ο πυλώνας πέφτει. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για απαισιοδοξία στον κόσμο, καθώς, όπως φαίνεται, οι θρυλικοί “τέσσερις καβαλάρηδες της αποκάλυψης” σαρώνουν για να οδηγήσουν τον κόσμο στην καταστροφή. Οι σημερινοί καβαλάρηδες περιλαμβάνουν την κλιματική αλλαγή, τις παγκόσμιες πανδημίες, τον πυρηνικό πόλεμο και την εμβάθυνση της κοινωνικής ανισότητας. Οι ψηφιακές τεχνολογίες εμπλέκονται σε όλα αυτά και ακόμη και αν αποφεύγαμε τις καταστροφικές ανατροπές, θα αντιμετωπίζαμε την προοπτική να ζήσουμε στον κόσμο του κατασκοπευτικού καπιταλισμού, όπου η οικονομία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ικανότητα των εταιρειών να παρακολουθούν κάθε μας κίνηση και να πουλάνε δεδομένα σχετικά με εμάς στους διαφημιζόμενους. Είναι επίσης ένας κόσμος όπου οι κυβερνήσεις συνεχίζουν να εμβαθύνουν τον έλεγχο τους μέσω της συνεχούς παρακολούθησης πολιτών. Το μέλλον δεν φαίνεται λαμπρό.
Παρόλα αυτά, μετά από πενήντα χρόνια εργασίας σε αυτόν τον τομέα, συνεχίζω να αντλώ έμπνευση από μεγάλους πνευματικούς ακτιβιστές, όπως ο Αντόνιο Γκράμσι, ο οποίος παρά τις δύο δεκαετίες που ήταν πολιτικός κρατούμενος υπό τον Μπενίτο Μουσολίνι διατήρησε, όπως την αποκαλούσε, την “απαισιοδοξία του πνεύματος, αισιοδοξία της θέλησης”. Για τον Γκράμσι “η πρόκληση της νεωτερικότητας είναι να ζεις χωρίς ψευδαισθήσεις και χωρίς να απογοητεύεσαι”. Αυτή η ικανότητα να διατηρήσουμε μία αισιόδοξη θέληση και να ζήσουμε χωρίς να απογοητευόμαστε, είναι το κεντρικό σημείο για να σφυρηλατήσουμε την αντίσταση που θα χρειαστεί για τη δημιουργία μίας πραγματικά δημοκρατικής κοινωνίας, όπου ανεξάρτητα από το επίπεδο της τεχνολογικής ανάπτυξης, θα είναι δυνατόν οι άνθρωποι να ζουν με ελευθερία και ισότητα.