Πηγή: wsws.org
Το απόγευμα του Σαββάτου 16 Οκτωβρίου, η αστυνομία στο Δυτικοαφρικανικό νησιωτικό κράτος του Πράσινου Ακρωτηρίου εισέβαλε στο σπίτι όπου κρατούνταν ο Βενεζουελάνος διπλωμάτης κι επιχειρηματίας Άλεξ Σάαμπ και τον έβαλε δια της βίας σε ένα αεροπλάνο του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, το οποίο τον μετέφερε στο Μαϊάμι.
Στις ΗΠΑ ο Σάαμπ κλείστηκε σε ομοσπονδιακή φυλακή και τη Δευτέρα 18 Οκτωβρίου του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για ξέπλυμα χρήματος, για τις οποίες αντιμετωπίζει ποινή 20 ετών κάθειρξης.
Στο Πράσινο Ακρωτήρι ο Σάαμπ είχε συλληφθεί τον Ιούνιο του 2020, ενώ το αεροπλάνο του είχε κάνει στάση για ανεφοδιασμό καθ’ οδόν προς το Ιράν. Στο Ιράν, ο Σάαμπ επρόκειτο να διαπραγματευτεί διακρατικές συμφωνίες για τρόφιμα, καύσιμα και φάρμακα για τη Βενεζουέλα, αγαθά που η χώρα δεν μπορούσε να προμηθευτεί λόγω των αμερικανικών κυρώσεων, οι οποίες συνεχίζονται.
Ο Σάαμπ, που έχει υπηκοότητα Βενεζουέλας και Κολομβίας, θεωρείται ο εγκέφαλος πίσω από τις προσπάθειες εφοδιασμού της αγοράς της Βενεζουέλας και της παράκαμψης των κυρώσεων. Ταξίδευε συχνά σε διάφορες χώρες όπως το Ιράν, η Κίνα, η Τουρκία και η Σερβία, συνάπτοντας συμφωνίες. Οι κατηγορίες ξεπλύματος χρημάτων που αντιμετωπίζει στις ΗΠΑ, σχετίζονται ακριβώς με αυτές τις προσπάθειες παράκαμψης των αμερικανικών κυρώσεων, καθώς χρειάστηκε να δημιουργήσει πολυάριθμες εταιρείες-«βιτρίνα».
Η — παράνομη — έκδοσή του το περασμένο Σάββατο έγινε μία ημέρα πριν τις εθνικές εκλογές στο Πράσινο Ακρωτήρι, στις οποίες το κυβερνών κόμμα ηττήθηκε, κι έρχεται μετά από μήνες πιέσεων από τις ΗΠΑ. Μάλιστα, τον χειμώνα του 2020 η κυβέρνηση Τραμπ είχε στείλει πολεμικό πλοίο στα ανοιχτά του νησιωτικού κράτους, για εκφοβισμό.
Δεν υπάρχει καμία συμφωνία έκδοσης μεταξύ του Πράσινου Ακρωτηρίου και των ΗΠΑ, έναντι του Σάαμπ δεν εκκρεμούσε κάποιο διεθνές ένταλμα σύλληψης, και η κυβέρνηση του νησιωτικού κράτους αγνόησε δεσμευτική απόφαση του Δικαστηρίου της Οικονομικής Κοινότητας της Δυτικής Αφρικής (ECOWAS) που διέτασσε την απελευθέρωση και αποζημίωση του Σάαμπ.
Αγνοήθηκαν επίσης οι εκκλήσεις τεσσάρων ειδικών διαμεσολαβητών και μίας ομάδας εργασίας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, όπως και οι αιτιάσεις της κυβέρνησης της Βενεζουέλας ότι ο Σάαμπ ταξίδευε με διπλωματικό διαβατήριο και η σύλληψη και έκδοσή του αποτελεί παραβίαση της διπλωματικής ασυλίας.
Οι ΗΠΑ έχουν ισχυριστεί πως ο Σάαμπ καταχράστηκε μέρος των χρημάτων από τις συμφωνίες για την παροχή στέγασης και τροφίμων στον πληθυσμό της Βενεζουέλας. Δεν έχουν παρασχεθεί αποδείξεις για αυτούς τους ισχυρισμούς και η Ουάσινγκτον δεν διαθέτει δικαίωμα και δικαιοδοσία να κυνηγά κατηγορίες διαφθοράς στη Βενεζουέλα.
Όσο για τις — αναγκαίες εκ των συνθηκών — εταιρείες-«βιτρίνα» του Σάαμπ, αποτελεί ύψιστη ειρωνεία ότι πριν λίγες μέρες μέσω των Pandora Papers αποκαλύφθηκε πως οι ΗΠΑ είναι εκ των μεγαλύτερων προορισμών για εταιρείες-«βιτρίνα» που προστατεύουν τους δισεκατομμυριούχους του πλανήτη από τη φορολογία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία στη Βενεζουέλα υπάρχει διαφθορά που συνδέεται με την κυβέρνηση Μαδούρο, όμως το ίδιο ισχύει για μία σειρά από συμμαχικές με τις ΗΠΑ χώρες και κυβερνήσεις, όπως και στις ίδιες τις ΗΠΑ, όπου η χρηματοδότηση πολιτικών από εταιρικά λόμπι είναι «νομιμοποιημένη».
Ως απάντηση στην απαγωγή του Σάαμπ, η κυβέρνηση Μαδούρο συνέλαβε εκ νέου έξι πρώην στελέχη (πέντε εκ των οποίων Αμερικανοί πολίτες) της βασισμένης στις ΗΠΑ κρατικής εταιρείας πετρελαίου CITGO, που κατηγορούνται για διαφθορά και είχαν μεταφερθεί σε κατ’ οίκον κράτηση τον περασμένο Απρίλιο σε μία κίνηση καλής θέλησης από τη Βενεζουέλα προς την αμερικανική κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση Μαδούρο επίσης ανέστειλε τις διαπραγματεύσεις που διεξάγονται με την αντιπολίτευση της χώρας στο Μεξικό, ισχυριζόμενη πως ο Σάαμπ πρέπει να συμμετάσχει σε αυτόν τον διάλογο.
Δείτε το ντοκιμαντέρ της Moviementa Productions για τη Βενεζουέλα, «Make the economy scream»:
Αλιεύσαμε από Info-war.gr