Πηγή: Katiousa
Η σημερινή επέτειος της μάχης της Ηλεκτρικής, την επόμενη μέρα της Απελευθέρωσης, μας δίνει την ευκαιρία να αξιοποιήσουμε μια πολύ αξιόλογη έκδοση που είχε βγει στα 70χρονα της μάχης, που βγήκε από τους τότε μαθητές-τριες του 4ου Γυμνασίου Περάματος, με την αμέριστη βοήθεια του Παραρτήματος Κερατσινίου της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ και τη στήριξη της ΕΛΜΕ Πειραιά. Στη συνέχεια ακολουθεί η συνέντευξη που πήρε η Στέλλα Ροζάκη από τον Πέτρο Μακρή, έναν από τους μαχητές του ΕΛΑΣ, που έκλεινε τότε τα 90 του χρόνια και δίνει τη δική του ενδιαφέρουσα μαρτυρία, ως ο τελευταίος ίσως επιζών της μάχης.
Πέτρος Μακρής: Ένας πολεμιστής της μάχης της Ηλεκτρικής
Συναντήσαμε τον κύριο Μακρή στις 18 Δεκεμβρίου 2014. Πριν από 70 χρόνια ήταν ένα παλικάρι που κρατώντας μια ιταλική αραβίδα προστάτεψε μαζί με τους Ελασίτες συντρόφους του την Ηλεκτρική. Είδε κάποιους από αυτούς να θυσιάζονται για να σωθεί το εργοστάσιο και να μη βυθιστεί η Αττική στο σκοτάδι. Η συνέντευξη που μας παραχώρησε αποδεικνύει ότι τα ενενήντα του χρόνια μπορεί κάπως να βαραίνουν το κορμί, δεν καταφέρνουν, ωστόσο, να φθείρουν στο ελάχιστο την εφηβεία της ψυχής του.
Ο χώρος πια για μας, είναι γνώριμος και οικείος, καθώς δεν είναι η πρώτη φορά που τον επισκεπτόμαστε. Τα φιλόξενα γραφεία του Παραρτήματος Κερατσινίου της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ μας υποδέχτηκαν για άλλη μια φορά στηρίζοντας την έρευνά μας. Αλλά και τα επαινετικά σχόλια που ακούσαμε από τον κύριο Καλογιαννίδη για την προσπάθεια που κάνουμε ώστε να αποδώσουμε τα γεγονότα που συνέβησαν στη γειτονιά μας στα χρόνια της γερμανικής κατοχής, αποτελούν για μας ενθάρρυνση πολύτιμη για τη συνέχεια αυτής της προσπάθειας.
Σφίξαμε το χέρι του κυρίου Μακρή με σεβασμό και δέος μαζί, για να τον ευχαριστήσουμε που ανταποκρίθηκε. Κι εκείνος όρθιος, επιβλητικός κι ωραίος, όπως όλοι οι Γενναίοι, μας αυτοπαρουσιάστηκε με τα παρακάτω λόγια: “Είμαι ο Πέτρος ο Μακρής, ένας από τους παλιούς και από τους πολλούς ανώνυμους αγωνιστές της κατοχής, που έφτασα σήμερα να τελειώνω τα 90 μου χρόνια. Όταν πρωτοξεκίνησα, ήμουν 17 χρονών, δηλαδή περίπου στην ηλικία σας, και συνεχίζω. Γιατί κι αυτό εδώ που γίνεται, είναι μια συνέχεια του Τότε, καθώς δε θα σβήσουν αυτά που κάναμε και αυτά που περάσαμε εμείς την εποχή εκείνη. Εσείς θα τα γράψετε, θα τα κάνετε ένα βιβλίο και θα τα διαβάσουν κάποιοι άλλοι, οι οποίοι θα είναι η δική σας συνέχεια”.
-Σήμερα είναι πολλοί αυτοί που δε γνωρίζουν για τη μάχη της Ηλεκτρικής και γενικότερα για την Εθνική Αντίσταση. Με βάση αυτό το δεδομένο, πιστεύετε ότι οι αγώνες σας έχουν δικαιωθεί;
Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε από την αρχή ότι οι αγώνες που κάναμε τότε, δεν ξεκίνησαν για κάποια δικαίωση που θα ερχόταν μετά τον πόλεμο. Εμείς ξεκινήσαμε από αυτό που ξεκινάνε οι Έλληνες συνήθως, ότι δε γίνονται ποτέ ραγιάδες και δε θέλουν αφεντικό στο κεφάλι τους. Και με αυτή την έννοια πορευτήκαμε πατριωτικά. Εάν πολλοί μετά τον πόλεμο βρέθηκαν στην ανάγκη να ζητήσουν κάποια δικαίωση, αυτό ήταν φυσικό, γιατί πράγματι πολλοί από μας έμειναν στην κυριολεξία μισοί. Κανένας από αυτούς δεν πήρε ούτε μια δεκάρα από την Εθνική Αντίσταση του ΕΑΜ. Κάποτε η πολιτεία μάς είχε δώσει ένα επιπλέον 15% στις συντάξεις, αλλά όταν έγινε πρωθυπουργός ο Κ. Μητσοτάκης, μας το έκοψε κι αυτό.
-Στα χρόνια της Κατοχής μαζί σας πολέμησαν κι άλλα νέα παιδιά. Μιλήστε μας για τα κριτήρια με τα οποία ενταχθήκατε στον αγώνα.
Τα κριτήρια ήταν πατριωτικά. Στον Αγώνα μπήκα στα 17 μου. Δεν μπορούσαμε εμείς να έχουμε κομματικά κριτήρια, γιατί μιλάμε για μια άλλη εποχή. Το 60% των ανθρώπων ήταν αγράμματοι. Όμως κάποιοι πεφωτισμένοι προσπαθούσαν να αφυπνίσουν τον κόσμο. Έτσι άρχισε η διαφώτιση των Ελλήνων και φτάσαμε σήμερα να μιλάμε για ταξική συνείδηση. Δεν είχαν από την οικογένειά μου κομμουνιστική καταγωγή. Οι λόγοι που με οδήγησαν στον Αγώνα ήταν πατριωτικοί.
-Αν μπορούσατε να γυρίσετε 70 χρόνια πίσω, θα αλλάζατε κάποια από τις επιλογές σας;
Όχι. Τα χρόνια δε γυρίζουν πίσω, αλλά και δε μετάνιωσα ποτέ για ό,τι έχω κάνει. Ο ίδιος θα ήμουν και πάλι, γιατί “τα ίδια μυαλά κουβαλάω” και τώρα. Γι’ αυτό είμαι κι εδώ.
-Πώς βλέπετε την επικοινωνία σας με τα παιδιά μέσα από τη δράση της ΠΕΑΕΑ και τη συνεργασία της με τα σχολεία της περιοχής; Τι θα τα συμβουλεύατε σε μια εποχή που ο φασισμός κάνει την επανεμφάνισή του και βάζει στο στόχαστρο τις νεανικές ψυχές;
Δε θέλω να πιστεύω σε καμιά περίπτωση πως αυτά που περάσαμε εμείς θα επαναληφθούν σε μια νέα εποχή. Δεν έχετε ιδέα τι είναι ο φασισμός και η κατοχή. Σε κάνουν να ξεχάσεις τις απλές καθημερινές συνήθειες, όπως να ξυπνάς κάθε πρωί και η μητέρα σου να έχει έτοιμο το πρωινό. Αυτά τα ξεχνάς. Η ασιτία σκότωσε 300.000 ψυχές στην κατοχή. Κάθε μέρα που πήγαινα στο ναυπηγείο του Βασιλειάδη όπου δούλευα, περνούσα έξω από το νεκροταφείο της Ανάστασης. Εκεί έβλεπα δύο, τρία πεθαμένα παιδάκια που τα είχαν εγκαταλείψει οι γονείς τους για να τα θάψουν. Ο λόγος ήταν ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν ήθελαν να δηλώσουν το θάνατό τους, για να μπορέσουν να κρατήσουν το κουπονάκι για το ψωμί που έδιναν οι Γερμανοί στις οικογένειες των Ελλήνων. Για πενήντα δράμια ψωμί η μητέρα πέταγε το παιδί της, ώστε να μπορέσει να θρέψει με αυτό το κουπόνι τα άλλα της παιδιά. Αυτά που λέμε σήμερα είναι για να αντιληφθούν οι νεότεροι τι περάσαμε τότε εμείς. Μόλις ήρθαν οι Γερμανοί, καταλήστεψαν όλο τον επισιτισμό της Ελλάδας, για να πεθάνει ο κόσμος από την πείνα. Τόση ήταν η βαρβαρότητά τους. Όλα αυτά, λοιπόν, περιμένουμε εσείς να τα γνωστοποιήσετε με την εργασία σας στον κόσμο.
-Πώς διαχειριζόταν ένα παιδί της ηλικίας που πολεμήσατε εσείς τόσο ανάμεικτα συναισθήματα; Από τη μια την επιτυχία του σκοπού της μάχης και από την άλλη τον ενδεχόμενο θάνατο, το δικό του ή κάποιου συντρόφου του.
Όπως σας είπα και πριν, ό,τι κάναμε εμείς, δεν το κάναμε γιατί είχαμε ως σκοπό να απολαύσουμε κάτι. Ο μοναδικός σκοπός ήταν η επιτυχία της μάχης. Αλλά και όσα κάναμε πριν από τη μάχη της Ηλεκτρικής, είχαν πάλι το ρίσκο τους. Από τις 27 Απριλίου του 1941 όλα τα παιδιά, τα πατριωτάκια εννοώ, ξεχυθήκαμε στους δρόμους, άλλοι με το χωνί, άλλοι με την μπογιά, για να γράφουμε συνθήματα. Αυτά και όσα άλλα κάναμε, είχαν το ρίσκο τους, το οποίο εμείς το αποδεχόμασταν. Γιατί είχαμε έναν και μοναδικό σκοπό, να φύγουν οι κατακτητές από την Ελλάδα.
-Κινδυνεύσατε κατά τη διάρκεια της μάχης; Πώς σωθήκατε;
Ο κίνδυνος ήταν καθημερινός από την ημέρα που μπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα. Η πρώτη αντίδραση που είχαμε ήταν οι νεολαίοι, ήταν κάθε βράδυ να ενημερώνουμε τον άμαχο πληθυσμό με χωνιά που φτιάχναμε από χαρτόνι. Αυτό ήταν επικίνδυνο, γιατί μας καταδίωκαν οι Γερμανοί μαζί με τα υποτιθέμενα σώματα ασφαλείας που είχαν ιδρύσει για τη δική τους ασφάλεια. Όταν φτάνεις στη μάχη, πας να κερδίσεις. Αν πεθαίνεις, πέθανες. Αν τραυματιστείς, τραυματίστηκες. Πήγες σε μάχη για την Πατρίδα.
-Γνωρίζατε και τους 11 πεσόντες της μάχης;
Ήμαστε φίλοι. Ήταν δίπλα μου. Εμείς δεν ήμαστε άγνωστοι τότε στο Κερατσίνι. Τα παιδιά από την Αμφιάλη, το Κερατσίνι, την Ευγένεια, ήμαστε φίλοι. Ο πληθυσμός ήταν πολύ λίγος. Αυτοί που ήμαστε οργανωμένοι στον ΕΛΑΣ και στην ΕΠΟΝ, κάθε μέρα είχαμε κάποιες συναντήσεις. Εγώ ήμουν μαθητής του Πειραϊκού Συνδέσμου, της σχολής Μηχανικών και την ημέρα δούλευα. Η σχολή στον πόλεμο λειτουργούσε κάθε απόγευμα ως τις 8.30 μ.μ., για να είμαστε στα σπίτια μας στις 9. Όταν έφτανα στο σπίτι μου, με περίμενε κάποιος συναγωνιστής με έναν κουβά με κόκκινη ώχρα ή με ασβέστη, για να γράψουμε στο ντουβάρι ή στην άσφαλτο ή να βγούμε με το χωνί, αφού εγώ ήμουν ο γραμματιζούμενος. Αυτή ήταν η καθημερινή μας ζωή.
-Ποια ήταν τα δικά σας συναισθήματα αλλά και των συντρόφων σας, πριν και κατά τη διάρκεια της μάχης;
Όταν πας στη μάχη, έχεις μόνο το συναίσθημα της Νίκης. Πας για να νικήσεις. Κι αυτό έγινε. Ύστερα από δυόμισι ώρες η μάχη τελείωσε με νικηφόρα έκβαση. Αν σκοτώθηκαν 11 δικοί μας, ήταν φυσικό, γιατί και οι άλλοι πολεμούσαν και μάλιστα με έναν οπλισμό που εμείς δεν είχαμε δει ούτε στο όνειρό μας. Εμείς πολεμούσαμε με ιταλικές αραβίδες και οι Γερμανοί με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας.
-Ποιο ήταν το σχέδιο του ΕΛΑΣ για την υπεράσπιση του εργοστασίου;
Το σχέδιο επεξεργάστηκε ο Νίκανδρος ο Κεπέσης, ο οποίος ήταν Κερατσινιώτης κομμουνιστής μαζί με το στρατιωτικό Σωτήρη Κύβελο. Ο Κεπέσης ήξερε πολύ καλά τον τόπο και τις θέσεις κι έφτιαξαν μαζί με τον Κύβελο ένα υπέρλαμπρο σχέδιο. Υποπτεύτηκαν, λοιπόν, στις 12 Οκτώβρη που η Αθήνα πανηγύριζε, ότι δεν ήταν δυνατόν να φύγουν οι Γερμανοί “άκαπνοι”. Έτσι κατέστρωσαν επί τόπου το σχέδιο, ανίχνευσαν το μέρος και όρισαν σ’ εμάς, το 1ο Τάγμα Κερατσινίου, να φυλάμε σκοπιά όλη τη νύχτα της 12ης Οκτωβρίου, μέχρι να φύγουν και οι τελευταίοι Γερμανοί. Όπως αποδείχτηκε, δε σκόπευαν να φύγουν. Ήταν μια ομάδα επίλεκτων Γερμανών σαμποτέρ, που ήθελαν να αποτελειώσουν την καταστροφή που είχαν προκαλέσει οι προηγούμενοι. Όταν τελείωσε η μάχη, ανάμεσα στους αιχμαλώτους που πιάσαμε ήταν κι ένας υπολοχαγός, στην τσάντα του οποίου βρήκαμε όλο το πλάνο της καταστροφής. Εκτός από την Ηλεκτρική, στο καταστροφικό σχέδιό τους είχαν τους Μύλους του Αγίου Γεωργίου, τις δεξαμενές, το σιλό, το ναυπηγείο του Βασιλειάδη, τον Ηλεκτρικό Σταθμό. Ήταν τεράστιο το καταστροφικό τους σχέδιο.
-Πού οφείλεται η νίκη του ΕΛΑΣ;
Στο ότι έπρεπε να κερδίσουμε. Διαφορετικά θα πεθαίναμε και δε θα έμενε τίποτα όρθιο. Το εργοστάσιο ήταν το μοναδικό στην Αττική. Αν χάναμε, όλα θα βυθίζονταν στο σκοτάδι.
-Ποιο ήταν το κλίμα που επικράτησε στην κηδεία των πεσόντων;
Όλο το Κερατσίνι και η Ευγένεια ήταν στην κηδεία τους.
-Θα θέλαμε τώρα να σχολιάσετε και την ενέργεια της ελληνικής κυβέρνησης μετά την Απελευθέρωση να ξεθάψει τα σώματα των 11 πεσόντων από το χώρο του εργοστασίου, για να μεταφερθούν σε ομαδικό τάφο στην Ανάσταση.
Θα περίμενα να μου κάνετε μια άλλη ερώτηση. Γιατί οι μετέπειτα ελληνικές κυβερνήσεις δεν έγραψαν στα βιβλία για τη δράση και το σπουδαίο ρόλο του ΕΑΜ; Γιατί δε μίλησαν γι’ αυτή την Ελληνική Εποποιία; Θέλω σήμερα να ακούσετε από το στόμα ενός ανθρώπου που τα έζησε όλα αυτά, ότι μαζί με τους Γερμανούς κυβερνούσαν οι ταγματασφαλίτες, που ο λαός τούς έλεγε “ταγματαλήτες”. Ήταν τα Τάγμα Ασφαλείας, οι εθνοπροδότες που οι Γερμανοί εξόπλισαν, για να τους προστατεύουν από τους Αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Ιδρυτής των Ταγμάτων Ασφαλείας ήταν ο Ιωάννης Ράλλης, πρωθυπουργός της Ελλάδας εκείνη την περίοδο και πατέρας του μετέπειτα πρωθυπουργού, Γεωργίου Ράλλη. Αστυνομικός Διευθυντής Αθηνών κατά τη διάρκεια της κατοχής ήταν ο Άγγελος Έβερτ, πατέρας του Μιλτιάδη Έβερτ, που διετέλεσε πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας αργότερα. Πώς θα μπορούσαν αυτοί και οι γιοι τους, που κυβέρνησαν και κυβερνούν για πολλά χρόνια την Ελλάδα, να γράψουν στα βιβλία την αλήθεια, ότι δηλαδή οι ίδιοι ή οι πατεράδες τους ήταν προδότες; Γι’ αυτό στα σχολεία δε διδάχτηκε ποτέ η Εποποιία της Εθνικής Αντίστασης.
-Ποια ήταν η προσωπική σας διαδρομή μετά την Απελευθέρωση;
Για δυο μήνες μετά την Απελευθέρωση νομίσαμε ότι τέλειωσαν όλα. Όμως ο Γ. Παπανδρέου μαζί με τον Τσόρτσιλ είχαν άλλα σχέδια και αιματοκύλησαν τον κόσμο με τα Δεκεμβριανά. Για δυο μήνες χαρήκαμε τη Λευτεριά. Όμως μετά τα Δεκεμβριανά βρεθήκαμε όλοι κρατούμενοι στα αστυνομικά τμήματα. Δε μας χωρούσαν μάλιστα τα κρατητήρια των τμημάτων και επίταξαν τα σχολεία, για να κλείσουν εκεί όλους εμάς που ήμαστε στο ΕΑΜ και στον ΕΛΑΣ. Χρησιμοποίησαν και τις λεγόμενες “ψευτοχήρες”, που έρχονταν στους χώρους κράτησής μας. Έτσι, κάθε πρωί μάς έβαζαν στη γραμμή και αυτές οι μαυροφορεμένες μάς κατηγορούσαν ότι τάχα σκοτώσαμε κάποιον δικό τους. Έτσι μας απάγγελναν τις ψεύτικες κατηγορίες και έστελναν τον κόσμο στη φυλακή, για να τρομοκρατήσουν και τον υπόλοιπο πληθυσμό. Όσο για μένα προσωπικά, κάθε τρεις και λίγο με πήγαιναν στο αστυνομικό τμήμα, όπου ετοίμαζαν έναν φάκελο και με έστελναν υπόδικο στις φυλακές στην οδό Κάστορος κοντά στο λιμάνι. Στη συνέχεια έμεινα υπόδικος στις φυλακές για αρκετές ημέρες, ώσπου με άφηναν, γιατί η επιτροπή που διάβαζε την κατηγορία δε θεωρούσε επαρκή τα στοιχεία. Αυτό συνεχιζόταν για πολύ καιρό. Αλλά ούτε δουλειά μπορούσα να βρω. Μόλις ξεκινούσα κάτι, ερχόταν κάποιος της Ασφάλειας και υποχρέωνε το αφεντικό να με απολύσει. Όταν κάποια στιγμή κατάφερα να βρω μια δουλειά στο εργοστάσιο του Μαρτάκη, μέσω της Ένωσης Μηχανικών του Εμπορικού Ναυτικού όπου ανήκα κι εγώ, επειδή το είχαμε συνεταιρικό και δεν μπορούσαν να με σχολάσουν, με έστειλαν εξορία στις Ράχες της Ικαρίας, τον Ιούνιο του 1947.
-Και μετά την εξορία τι συνέβη στη ζωή σας;
Όταν επέστρεψα, με την Ένωση Μηχανικών, πήραμε μια δουλειά στην Ηλεκτρική. Μια μέρα, λοιπόν, έστειλαν αστυνομικούς για την ασφάλεια του εργοστασίου. Ένας από αυτούς με σταμάτησε και μου είπε ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω να πηγαίνω στη δουλειά, γιατί σ’ αυτό το εργοστάσιο δεν επιτρεπόταν να μπαίνει ο καθένας. Εγώ δηλαδή που πολέμησα για την Ηλεκτρική, ήμουν ο “καθένας”. Όλα αυτά με έκαναν κι έφυγα από την Ελλάδα. Κι έτσι το 1962 πήγα στο Σουδάν, όπου έμεινα αρκετά χρόνια.
-Το ΚΚΕ είχε άρρηκτους δεσμούς με το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ. Πιστεύετε ότι αυτοί οι δεσμοί συνεχίζουν να υπάρχουν και σήμερα με τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης;
Συνεχίζουν και θα συνεχίζονται, γιατί το ΚΚΕ έχει δώσει τα πιο πολλά θύματα συνολικά σε όλους τους αγώνες μέχρι και σήμερα. Το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, ο Πατριωτισμός, στηρίζονται σε ορισμένες βάσεις, που δημιούργησαν το Κομμουνιστικό (ΚΚΕ), το Σοσιαλιστικό (ΣΚΕ), το Αγροτικό (ΑΚΕ) και το Κόμμα της Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας. Αυτά έκαναν την Αντίσταση. Ειδικότερα το ΚΚΕ, γιατί ήταν οργανωμένο από την εποχή της δικτατορίας του Μεταξά. Δυστυχώς, πριν το 1940 όλη η Ευρώπη σχεδόν είχε φασιστικά καθεστώτα. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες το ΚΚΕ και με μια ιστορία μεγαλύτερη από τα άλλα κόμματα της Αντίστασης που ξεκινούσε από το 1918, ήταν πολύ καλύτερα οργανωμένο και προετοιμασμένο να σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος. Να πούμε βέβαια σ’ αυτό το σημείο ότι τα δύο μεγάλα κόμματα που κυβερνούσαν την Ελλάδα, οι Βασιλικοί και οι Βενιζελικοί, αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους στο Πατριωτικό Ξεκίνημα, γιατί περίμεναν από τους Εγγλέζους να μας ελευθερώσουν.
-Τι σημαίνει, κύριε Μακρή, Αγώνας; Τι είναι ο Αγώνας για εσάς;
Αγώνας είναι η ίδια η ζωή. Η καθημερινότητα. Ο Αγώνας δεν είναι μόνον μια ιδέα, γιατί ιδέες έχουν πολλοί. Για να κάνεις τον Αγώνα, πρέπει όχι μόνον να τον θέλεις, αλλά να μπορείς και να τον πραγματοποιείς. Αξία έχει να μπορείς να πραγματοποιείς τις ιδέες που έχεις. Αγώνας είναι η προσπάθεια για την εξάλειψη της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Ο Αγώνας θα συνεχίζεται μέχρι να φτάσουμε στην υλοποίηση αυτής της ιδέας.
-Πιστεύετε πως τα σημερινά παιδιά θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι ανάλογο με τη δική σας δράση ή θα ήταν για μας πολύ δύσκολο να τα βάλουμε με το φασισμό;
Φυσικά δε θα το κάνετε με ευχαρίστηση. Όμως σας το είπα και στην αρχή της συνάντησής μας, ότι ο Έλληνας ποτέ δεν αισθάνεται άνετα με κάτι που δεν πιστεύει, είτε αυτό λέγεται γερμανική κατοχή είτε φασισμός. Πάντα επιλέγει να είναι ελεύθερος.