Νίκος Μπογιόπουλος

Πηγή: Ημεροδρόμος

Ο «αντικομμουνισμός» είναι εκείνο το νήμα που ενώνει από τον Πινοσέτ μέχρι τον Παττακό και από τον Φράνκο μέχρι τον Μακάρθι. Πρόκειται για τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή κάθε αντιδραστικής, ανελεύθερης, καταπιεστικής, τρομοκρατικής και δικτατορικής συμπεριφοράς απέναντι σε χώρες και λαούς.

Είναι μια στείρα, υστερική και άκρως συντηρητική ιδεολογία, που δεν κατάφερε να οικοδομήσει ουσιαστικά κανένα σοβαρό θεωρητικό επιχείρημα ενάντια στον κομμουνισμό, παρά μόνο τη συμμαχία της με τα πιο ολοκληρωτικά και φασιστικά καθεστώτα.

Στη χώρα μας έχουμε πολύτιμη εμπειρία: Δεν υπάρχει λαϊκή διεκδίκηση που οι δυνάστες του λαού, δικτάτορες και επίδοξοι δικτάτορες, να μην έβλεπαν πάντα  «κομμουνιστικό δάκτυλο» και «συνοδοιπόρους».

Ο αντικομμουνισμός από την εποχή του ιδιώνυμου είναι η βασική προμετωπίδα του καθεστώτος όταν αυτό επέλεγε την ολοκληρωτική, την δικτατορική, τη φασιστική του φορεσιά, όπως συνέβη το ‘36 με τον Μεταξά ή το ’67 με τους Μακαρέζους.

Τίθεται το ερώτημα:

«Μα καλά, όποιος δεν συμφωνεί με τον κομμουνισμό, όποιος δεν συμφωνεί με την Αριστερά, πρέπει να το κρύβει;».

    Απάντηση:  

Όποιος διαφωνεί με τον μαρξισμό, όποιος απεύχεται και αντιμάχεται την προοπτική του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού από την άποψη της δικής του ταξικής θέσης ή της δικής του φιλοσοφικής και πολιτικής ανάλυσης, έχει κάθε δικαίωμα να το κάνει και να το διαλαλεί. Τα παραπάνω σημαίνουν: Πολιτική κριτική, πολιτική αντιπαράθεση, ακόμα και πολιτική πολεμική.

 Αλλά δεν μιλάμε γι’ αυτό. Γιατί, πολύ απλά, ο αντικομμουνισμός είναι άλλο πράγμα.

Ο αντικομμουνισμός, όσο κι αν (ανά τις εποχές) καμώνεται ότι κυκλοφορεί με το ένδυμα της «πολιτικής κριτικής», είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό. Είναι η τακτική του ψέματος. Είναι η τακτική της συκοφαντίας. Είναι η τακτική της προβοκάτσιας και της λάσπης. Είναι η τακτική της διαστρέβλωσης θέσεων, της παραποίησης απόψεων και της πλαστογράφησης ιστορικών δεδομένων.

Ο αντικομμουνισμός δεν αντιμετωπίζει την κομμουνιστική κοσμοθεωρία ως μια επιστήμη με έστω «αβάσιμα» συμπεράσματα. Δεν αντιπαραθέτει στη «μη αποδεκτή» ιδεολογία του μαρξισμού – λενινισμού τον πολιτικό του αντίλογο. Δεν βλέπει στη δράση των κομμουνιστών την πολιτική δράση των πολιτικών του αντιπάλων.

Ο αντικομμουνισμός εκείνο που επιζητά είναι να εμφανίζει και κάτω από συγκεκριμένους πολιτικούς συσχετισμούς να επιβάλλει την αντιμετώπιση της κομμουνιστικής ιδεολογίας και της κομμουνιστικής πολιτικής δράσης σαν «ποινικό αδίκημα»! Να την καταστήσει «ποινικά κολάσιμη»!

Επομένως, απέναντι στον κομμουνισμό και τους κομμουνιστές εκείνο που επιλέγεται σαν μέσο «πολιτικής αντιπαράθεσης» δεν είναι το πολιτικό επιχείρημα, αλλά η απειλή. Δεν είναι η δύναμη της πειθούς στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης ιδεών ενώπιον του λαού, αλλά η επιβολή του «νόμου»!

Η Ιστορία διδάσκει: 

Δεν υπήρξε ένταση του αυταρχισμού, δεν υπήρξε επίθεση σε δημοκρατικό δικαίωμα, δεν υπήρξε ποτέ ενίσχυση της ιδεολογικής και πολιτικής τρομοκρατίας, που να μη συνοδεύτηκε – πάντα – από ένταση του αντικομμουνισμού.

Δεν υπήρξε ποτέ αντιλαϊκό μέτρο, που να μην χρησιμοποίησε σαν δεκανίκι του την αντικομμουνιστική ρητορική. Δεν υπήρξε ένταση της εκμετάλλευσης των καταπιεσμένων στρωμάτων, βάθεμα ή παλινόρθωση του αντιδημοκρατικού βάλτου από τα τέλη του 19ου αιώνα, που να μην είχε προμετωπίδα τον αντικομμουνισμό. Να γιατί στην ΕΕ, στην Ελλάδα και παντού στον κόσμο των Πάιατ, ο αντικομμουνισμός, βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη.

Εν κατακλείδι:

    Ο αντικομμουνισμός καμία σχέση δεν έχει με την έννοια της πολιτικής διαπάλης.

Ιστορικά, δε, έχει αποδειχτεί και μάλιστα περίτρανα ότι η ποινικοποίηση της κομμουνιστικής δράσης ισοδυναμεί όχι απλώς με καμπανάκι, αλλά με συναγερμό για την υπεράσπιση των δημοκρατικών και πολιτικών ελευθεριών σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, καθώς η φαλκίδευσή τους, την οποία προωθεί ο αντικομμουνισμός, δεν αφορά μόνο στους κομμουνιστές, αλλά στοχεύει ολόκληρη την κοινωνία.

Όσο για το αν συνιστά «αμάρτημα» να είναι αντικομμουνιστές οι αντικομμουνιστές, επαναλαμβάνουμε:

Φυσικά και δεν είναι αμάρτημα. Στην περίπτωσή τους, μάλιστα, το να είναι αντικομμουνιστές αποτελεί καθήκον. Και υποχρέωση!

Ισως, μάλιστα, ο αντικομμουνισμός τους να είναι και η μόνη ενδιαφέρουσα πλευρά της ύπαρξής τους ως δημοσιολόγων. Και τούτο διότι, αν μη τι άλλο, βοηθούν «να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι» ότι ο αντικομμουνισμός εκτός από κατ’ εξοχήν επικίνδυνος φορέας και προπομπός των πιο αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων, είναι και γελοίος.