Αλιεύσαμε από το facebook του Γιάννη Ανδρουλιδάκη
Αρκεί να είσαι ένας μέτριος δημοσιογράφος ή ένας μέτριος αστυνομικός, για να ξέρεις ότι υπάρχουν τριών ειδών κοσμηματοπωλεία.
Υπάρχουν αυτά που κατασκευάζουν, αγοράζουν και πωλούν κοσμήματα. Υπάρχουν αυτά που λειτουργούν στην πράξη ως ενεχυροδανειστήρια, οι σαράφηδες δηλαδή, που άνθισαν πολύ την εποχή της κρίσης. Και υπάρχει και μία τρίτη κατηγορία, η οποία αφορά μαγαζιά που επιδίδονται κατά βάση στην κλεπταποδοχή, δηλαδή αναλαμβάνουν να «νομιμοποιήσουν» προϊόντα μικρών ληστειών και να τα ξαναβγάλουν στην αγορά, εκμεταλλευόμενα μεταξύ άλλων την απόλυτη αδυναμία των μικροκλεφτών να διαπραγματευτούν οι ίδιοι τιμές.
Όπως είναι προφανές, τέτοια μαγαζιά ανθούν σε περιοχές που κυκλοφορούν τοξικοεξαρτημένοι για ευνόητους λόγους. Εξίσου προφανές είναι ότι τέτοια μαγαζιά μπορούν να υπάρξουν μόνο με την ανοχή -ας το πούμε ευγενικά- της αστυνομίας, η οποία ας πούμε ότι με αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται να ελέγχει την πιάτσα (γιατί δεν θα τολμούσα ποτέ να σκεφτώ ότι αστυνομικοί ενδιαφέρονται για κοσμήματα ή πουλάνε προστασία).
Όταν λοιπόν σε ένα τέτοιο μαγαζί συμβεί κάποιο «ατύχημα», δεν είναι παράλογο ότι όλος ο μηχανισμός (μαγαζάτορες, αστυνομικοί και ένα μεγάλο μέρος των αστυνομικών συντακτών, οι οποίοι έχουν ενοχλητικά συχνά σχέσεις εξάρτησης με την ΓΑΔΑ), θεωρεί ότι το κόστος της δημοσιοποίησης είναι δυσανάλογα μεγάλο, σε σχέση ας πούμε με τη ζωή ή ακόμα χειρότερα τη μνήμη ενός ανθρώπου και ειδικά τοξικοεξαρτημένου.
Η ιδέα ότι ένας αστυνομικός παρακολουθεί ανέμελος να ξυλοκοπιέται ένας άνθρωπος επειδή είναι τεμπέλης, έπειτα η ΓΑΔΑ διαρρέει μια πληροφορία «τρεις λαλούν και δυο χορεύουν» επειδή δεν κατάλαβε τι έγινε και οι δημοσιογράφοι την διακινούν επειδή έχουν εμπιστοσύνη στη ΓΑΔΑ και βαριούνται να την ψάξουν, είναι μια ιδέα αφελής. Ή, για να το πω λίγο «μαρξιστικά», είναι μια ιδέα που παραγνωρίζει τον υλικό παράγοντα.
Δεν έχω πολλές αυταπάτες για τη δυνατότητα εκκαθάρισης της αστυνομίας από φαινόμενα διαφθοράς, πιστεύω ότι με τεχνικούς όρους η δουλειά της αστυνομίας είναι να είναι διεφθαρμένη.
Για τους δημοσιογράφους όμως, εκτιμώ ότι αξίζει τον κόπο να ψάξουμε λίγο μέσα στα σκατά και αν βρούμε και τίποτα συναδέλφους μέσα τους, να μην τους κρύψουμε από κάτω.