Πηγή: TPP
Υπενθυμίζεται ότι με συντριπτική πλειοψηφία (επί 691 ψήφων, 621 υπέρ, 58 αποχές, 4 κατά), η Γενική Συνέλευση του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS) της UNESCO, ενέκρινε ψήφισμα με το οποίο τάσσεται κατηγορηματικά υπέρ της κατά χώρα διατήρησης των αρχαιοτήτων στον σταθμό Βενιζέλου της Θεσσαλονίκης, τη «βυζαντινή Πομπηία» όπως αναφέρεται διεθνώς, ενώ καλεί την ελληνική κυβέρνηση να μην προχωρήσει στην απόσπαση του μνημειακού αυτού συνόλου, που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας της πόλης αλλά και τμήμα της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Το υπουργείο Πολιτισμού και η Λίνα Μενδώνη, ενώ αρχικά είχαν διαψεύσει πως το θέμα είχε συμπεριληφθεί στην ατζέντα της 20ης Παγκόσμιας Συνέλευσης του ICOMOS, στη συνέχεια έκαναν απεγνωσμένες προσπάθειες να μπλοκάρουν την έκδοση του ψηφίσματος.
Η εξέλιξη αυτή θεωρείται άκρως σημαντική, καθώς έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή για την υπόθεση των αρχαιοτήτων της Βενιζέλου με εκκρεμούσα ακόμη την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας στο οποίο έχουν προσφύγει 7 φορείς ζητώντας της ακύρωση της Υπουργικής Απόφασης Μενδώνη για την “απόσπαση και επανατοποθέτηση” των αρχαίων.
Δεδομένης μάλιστα της συντριπτικής πλειοψηφίας που συγκέντρωσε το ψήφισμα, σε συνάρτηση με την προηγηθείσα παρέμβαση του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού, η απόφαση εκτιμάται πως αποτελεί όχι απλώς ένα ηχηρό ράπισμα προς την κυβέρνηση και την Λίνα Μενδώνη προσωπικά, αλλά και μια ντροπιαστική εξέλιξη για την διεθνή εικόνα της χώρας.
Όπως σημειώνει σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων:
Στις 10/12/2020 η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λ. Μενδώνη ισχυρίστηκε από βήματος της Βουλής ότι “πρόκειται για προσωρινή απόσπαση, κατόπιν ειδικής μελέτης, και αμέσως μετά επανατοποθέτηση (…) αυτό ακριβώς το στοιχείο δεν προκύπτει πως είναι σε γνώση ούτε καν του διεθνούς ICOMOS”. Η κ. Υπουργός για ακόμα μια φορά εσκεμμένα παραπλάνησε το Κοινοβούλιο, καθώς απέκρυψε ότι στις 27/11/2020 απεστάλη από τον Γενικό Γραμματέα Πολιτισμού κ. Διδασκάλου προς τη γραμματεία του Διεθνούς ICOMOS η επιστολή 14 μελών του ΚΑΣ (μεταφρασμένη στα αγγλικά) προκειμένου να λάβουν γνώση όλα τα μέλη της συνέλευσης. Στην εν λόγω επιστολή, όπως καλά γνωρίζει η Υπουργός, εκτίθενται όλα τα επιχειρήματα που και η ίδια χρησιμοποιεί περί δήθεν μη ύπαρξης άλλης τεχνικής λύσης, περί επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων, περί δήθεν καθυστέρησης του τεχνικού έργου από τις αρχαιότητες.
Τα μέλη της Διεθνούς Συνέλευσης του ICOMOS εξετάζοντας όλα τα στοιχεία, μεταξύ των οποίων και την τεκμηρίωση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων έκριναν αβάσιμους τους ισχυρισμούς της ελληνικής κυβέρνησης και απέρριψαν την επιχειρηματολογία όσων – μεταξύ αυτών και των 14 μελών του ΚΑΣ – υπερθεματίζουν υπέρ της απόσπασης των αρχαιοτήτων. Το συντριπτικό αποτέλεσμα της ψηφοφορίας αποδεικνύει περίτρανα ότι, σε αυτή την υπόθεση, η Υπουργός και τα 14 μέλη του ΚΑΣ είναι απομονωμένα στη διεθνή επιστημονική κοινότητα.
Στο ψήφισμα του, το ICOMOS αναγνωρίζει τις πανανθρώπινες αξίες του βυζαντινού σταυροδρομιού που έχει αποκαλυφθεί στο σκάμμα του σταθμού Βενιζέλου της Θεσσαλονίκης και θέτει την κατά χώραν διατήρησή του ως μοναδική ενέργεια διατήρησης της ακεραιότητας και της αυθεντικότητας του μνημειακού συνόλου. Με το ψήφισμα του, το ICOMOS συντάσσεται με το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας σε Ελλάδα και εξωτερικό, γεγονός που όσο και εάν ικανοποιεί τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, για τον αγώνα που δίνει, δεν μπορεί να χαροποιεί κανέναν, καθώς εκθέτει τη χώρα. Η ευθύνη αυτή βαρύνει πρωτίστως την Ελληνική Κυβέρνηση.
Μέρος της ευθύνης αυτής φέρουν και τα 14 μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, που επιτρέπουν την πολιτική χειραγώγηση του παλαιότερου επιστημονικού οργάνου της ελληνικής πολιτείας. Καλούμε τα μέλη του ΚΑΣ, μεταξύ των οποίων και μέλη του ΣΕΑ, έστω και τώρα να αναλογιστούν τις ευθύνες τους και να απόσχουν από κάθε ενέργεια που πλήττει έτι περαιτέρω το κύρος του Συμβουλίου.
Ολόκληρη η ανακοίνωση του ΣΕΑ:
Στις 8 Δεκεμβρίου 2020 εγκρίθηκε με συντριπτική πλειοψηφία (επί 691 ψήφων, 621 υπέρ, 58 αποχές, 4 κατά) από τη Γενική Συνέλευση του ICOMOS (Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων και Τοποθεσιών) το ψήφισμα που είχαν υποβάλει η Ελληνική Εθνική Επιτροπή και η ομάδα της Ευρώπης (Europe Group) του ICOMOS, για την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων στον Σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης.
Το ICOMOS αποτελεί έναν από τους συμβουλευτικούς οργανισμούς της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς και αποτελεί τον φορέα που αξιολογεί όλες τις προτάσεις για συμπερίληψη στον επίσημο κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Ιδρύθηκε το 1965 σε συνέχεια της Χάρτας της Βενετίας, του επιστημονικού κώδικα προστασίας και αποκατάστασης μνημείων. Η γνώμη της Διεθνούς Συνέλευσης του ICOMOS έχει βαρύνουσα σημασία για όλους τους ειδικούς επί των μνημείων.
Στις 10/12/2020 η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λ. Μενδώνη ισχυρίστηκε από βήματος της Βουλής ότι “πρόκειται για προσωρινή απόσπαση, κατόπιν ειδικής μελέτης, και αμέσως μετά επανατοποθέτηση (…) αυτό ακριβώς το στοιχείο δεν προκύπτει πως είναι σε γνώση ούτε καν του διεθνούς ICOMOS”. Η κ. Υπουργός για ακόμα μια φορά εσκεμμένα παραπλάνησε το Κοινοβούλιο, καθώς απέκρυψε ότι στις 27/11/2020 απεστάλη από τον Γενικό Γραμματέα Πολιτισμού κ. Διδασκάλου προς τη γραμματεία του Διεθνούς ICOMOS η επιστολή 14 μελών του ΚΑΣ (μεταφρασμένη στα αγγλικά) προκειμένου να λάβουν γνώση όλα τα μέλη της συνέλευσης. Στην εν λόγω επιστολή, όπως καλά γνωρίζει η Υπουργός, εκτίθενται όλα τα επιχειρήματα που και η ίδια χρησιμοποιεί περί δήθεν μη ύπαρξης άλλης τεχνικής λύσης, περί επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων, περί δήθεν καθυστέρησης του τεχνικού έργου από τις αρχαιότητες.
Τα μέλη της Διεθνούς Συνέλευσης του ICOMOS εξετάζοντας όλα τα στοιχεία, μεταξύ των οποίων και την τεκμηρίωση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων έκριναν αβάσιμους τους ισχυρισμούς της ελληνικής κυβέρνησης και απέρριψαν την επιχειρηματολογία όσων – μεταξύ αυτών και των 14 μελών του ΚΑΣ – υπερθεματίζουν υπέρ της απόσπασης των αρχαιοτήτων. Το συντριπτικό αποτέλεσμα της ψηφοφορίας αποδεικνύει περίτρανα ότι, σε αυτή την υπόθεση, η Υπουργός και τα 14 μέλη του ΚΑΣ είναι απομονωμένα στη διεθνή επιστημονική κοινότητα.
Στο ψήφισμα του, το ICOMOS αναγνωρίζει τις πανανθρώπινες αξίες του βυζαντινού σταυροδρομιού που έχει αποκαλυφθεί στο σκάμμα του σταθμού Βενιζέλου της Θεσσαλονίκης και θέτει την κατά χώραν διατήρησή του ως μοναδική ενέργεια διατήρησης της ακεραιότητας και της αυθεντικότητας του μνημειακού συνόλου. Με το ψήφισμα του, το ICOMOS συντάσσεται με το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας σε Ελλάδα και εξωτερικό, γεγονός που όσο και εάν ικανοποιεί τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, για τον αγώνα που δίνει, δεν μπορεί να χαροποιεί κανέναν, καθώς εκθέτει τη χώρα. Η ευθύνη αυτή βαρύνει πρωτίστως την Ελληνική Κυβέρνηση. Μέρος της ευθύνης αυτής φέρουν και τα 14 μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, που επιτρέπουν την πολιτική χειραγώγηση του παλαιότερου επιστημονικού οργάνου της ελληνικής πολιτείας. Καλούμε τα μέλη του ΚΑΣ, μεταξύ των οποίων και μέλη του ΣΕΑ, έστω και τώρα να αναλογιστούν τις ευθύνες τους και να απόσχουν από κάθε ενέργεια που πλήττει έτι περαιτέρω το κύρος του Συμβουλίου.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων στις 10/12/2020 κατέθεσε το εν λόγω ψήφισμα στο ΣτΕ, προκειμένου να τεθεί υπόψη της ολομέλειας που θα κρίνει την προσφυγή κατά την Απόφασης απόσπασης.
Περιμένουμε από την ελληνική κυβέρνηση να λάβει σοβαρά υπόψη της και την έκκληση της Διεθνούς Συνέλευσης του ICOMOS, που “καλεί τις ελληνικές αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διαχείριση, την προστασία και τη συντήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς να αναθεωρήσουν το σχέδιο δράσης και να εφαρμόσουν πολιτικές και βέλτιστες πρακτικές σύμφωνες με τις προβλέψεις όλων των σχετικών διεθνών χαρτών, συμπεριλαμβανομένου της Χάρτας του ICOMOS για την Προστασία και Διαχείριση της Αρχαιολογικής Κληρονομιάς και τις διεθνείς συμβάσεις που έχει συνυπογράψει η Ελλάδα”. Καλούμε την Κυβέρνηση να σταματήσει τώρα τον καταστροφικό σχεδιασμό για τις βυζαντινές αρχαιότητες του Σταθμού Βενιζέλου επιστρέφοντας στη λύση κατασκευής με κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων εντός του Σταθμού. Η Κυβέρνηση δεν δικαιούται να διασύρει τη χώρα διεθνώς, εμμένοντας στην απόφαση της διάλυσης και επανασυγκόλλησης των αρχαιοτήτων στη Βενιζέλου.