Για ψύλλου πήδημα κάθε φορά δημοσιογράφοι και πολιτικοί μάς γαζώνουν τ’ αυτιά για να μας πείσουν ότι «γράφτηκε ιστορία». Ιστορία γράφτηκε μόνο σε δύο στιγμές από την αρχή της κρίσης: στο Καστελλόριζο του Παπανδρέου και στον έρπητα του Τσίπρα. Κατά την ανακοίνωση της υπαγωγής της χώρας στα μνημόνια και μετά όταν υποχώρησε ο εκφραστής της μαζικότερης θεσμικής αμφισβήτησης της λιτότητας. Τα υπόλοιπα είναι θόρυβος, κουτσομπολιά ή δευτερεύουσας σημασίας γεγονότα που εκπορεύονται ευθέως από αυτά τα δύο στιγμιότυπα. Ανήκουν στο πεδίο της «επικοινωνίας» ή διαφορετικά της αρλουμπαρίας με την οποίαν γίνεται η πολιτική διαχείριση της υποταγής.

 gravtsi

του Κωνσταντίνου Πουλή στο ThePressProject

Συνεπώς ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή εμφανίζει κάτι το οποίο ανήκει απολύτως στο πεδίο της μνημονιακής κανονικότητας, δηλαδή τη διαρκή και επαναλαμβανόμενη προσποίηση ότι φτάσαμε σε ένα εορταστικό τέλος, ένα ξέφωτο, «αλλάζουμε σελίδα», «τερματίζουμε στον μαραθώνιο», «δεν θα υπάρξουν άλλα μέτρα» κ.ά.αρλ. ως ιστορική στιγμή.  Όποιος δεν βγάζει το ψωμί του ψευδόμενος, μπορεί εύκολα να διαπιστώσει ότι αυτή η ρητορική στρατηγική αποτελεί σταθερό γνώρισμα των μνημονιακών κομμάτων και είναι βεβαίως εντελώς ανόητος όποιος την παίρνει τοις μετρητοίς.

Μόλις λοιπόν πάρει απόσταση κανείς από τον θόρυβο των ημερών, αυτό που μένει είναι μία και μόνο θεμελιώδης διαπίστωση η οποία ισχύει από τον καιρό του έρπητα: Όταν ο Καίσαρας πέρασε τον Ρουβίκωνα δεν υπήρξε λένε πόλη που να μην τον υποδεχτεί με χαρά. Αυτοί που έτρεχαν να τον προϋπαντήσουν αυξάνονταν καθημερινά κι έλεγαν: Κάθε αντίσταση είναι μάταιη, ο Καίσαρας είναι το πεπρωμένο μας.

Πομπήιος: Αυτά είναι λόγια κλαψιάρηδων. Να του κλείσουν το δρόμο και τότε ο Καίσαρας δεν θα είναι πλέον το πεπρωμένο.
Κάτων: Μα κανείς δεν του κλείνει το δρόμο.

Μόνο αυτό έχει σημασία. Ότι ζούμε σε μία περίοδο πλήρους επικράτησης του μονοδρόμου και απόλυτης παραίτησης των πολιτών, οι οποίοι τον ανέχονται ελλείψει πειστικής προοπτικής. Όσο και αν θα θέλαμε, και εγώ ανήκω σε εκείνους που θα ήθελαν, να πιστέψουμε ότι υπάρχουν προτάσεις αυτή τη στιγμή που θα μπορούσαν να μας βγάλουν από το αδιέξοδο, όλα έχουν κριθεί πολιτικά την περίοδο της υποχώρησης του ΣΥΡΙΖΑ. Εκείνη ήταν η ιστορική στιγμή κατά την οποία ο νεοφιλελεύθερος μονόδρομος επικράτησε θριαμβευτικά και εμείς έκτοτε υπομένουμε τις συνέπειες αυτής της επικράτησης με σκυμμένο κεφάλι. Αυτό είχε όντως ιστορική σημασία. Όλα τα υπόλοιπα είναι η θλιβερή μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι κατηγορούσε, και το σόου με τη γραβάτα ήταν η παράσταση (με τη σκηνοθεσία και την ενδυματολογία της) με την οποία διανθίζεται η προπαγάνδα.

Με τα ρούχα ασχολούνται για πρώτη φορά ιστορικά οι ηθοποιοί. Έτσι ξεκινά η ιστορία της ενδυματολογίας στη Γαλλία τον 17ο αιώνα, γιατί το θέατρο ήταν ο χώρος στον οποίον κανείς θα ενδιαφερόταν να μάθει πώς ντύνονταν κάποιοι άλλοι. Η όλη γραβατολογία λοιπόν είναι μια κυριολεκτικά θεατρική χειρονομία, με τη χειρότερη σημασία του όρου, με τη σημασία του θεατρινισμού.

Το κουστούμι και η γραβάτα, όσο κι αν δεν το βλέπουμε σήμερα, είχε αρχικά εξισωτικό ρόλο. Το κουστούμι (ένδυμα των Κουακέρων αρχικά) προοριζόταν για να αντικαταστήσει τη διάκριση μεταξύ των άβολων ρούχων των αριστοκρατών και των κουρελιών των εργαζόμενων τάξεων, με το ρούχο εργασίας του αστού. Όπως μπορεί να δει κανείς από φωτογραφίες της δεκαετίας του ’50 και ’60, (σχεδόν) όλοι κυκλοφορούσαν με κουστούμι. Ο Τσίπρας σαχλαμαρίζει με τη γραβάτα γιατί το κουστούμι συμβολίζει στα δικά του μάτια την εφηβική φαντασίωση του ανθρώπου που αντιστέκεται στο σύστημα έχοντας κοτσίδα. Οι κοτσίδες είναι μια χαρά, αλλά όχι όταν με ένα χέρι υπογράφεις μνημόνια και με το άλλο τινάζεις την επαναστατική μπούκλα.

Αυτή τη στιγμή το «πρόγραμμα» απαιτεί, και μας το υπενθυμίζει αυτό με κάθε ευκαιρία, να έχει ο ΣΥΡΙΖΑ την ιδιοκτησία του, που είναι μία παράξενη φράση στα Ελληνικά, αλλά που σημαίνει ότι αυτοί που μέχρι χθες υποστήριζαν ότι διαθέτουν μία εναλλακτική λύση θα πρέπει τώρα να προπαγανδίζουν την πολιτική της λιτότητας ως την ιδεώδη απάντηση στα προβλήματά μας. Η δική μου μικρή παράκληση είναι να μη μας ζαλίζουν με ψεύδη. Κάντε ό,τι θέλετε καλοί μας άνθρωποι, χωρίς τον εξευτελισμό που συνοδεύει την υποκρισία.

Η συμφωνία για το χρέος δεν είναι ιστορική. Υπάρχει ένα πολύ απλό τεστ στο οποίο μπορεί να υποβάλει κάνεις μία άποψη. Το τεστ αυτό λέγεται «τι στάση θα κρατούσες αν δεν είχες εσύ την καρέκλα και την είχε ο αντίπαλός σου». Εφαρμόζοντας λοιπόν αυτό το τεστ στη διακυβέρνηση του Συριζα, θα δούμε ότι τα επιχειρήματα που είχε χρησιμοποιήσει ο Βαρουφάκης απέναντι στον Τσίπρα το 2015 ισχύουν απολύτως. Χρειαζόμαστε τα πλεονάσματα για να πληρώνουμε τα χρέη μας. Έχοντας δώσει τα πλεονάσματα, υπακούοντας δηλαδή στις επιταγές των δανειστών για υψηλά πλεονάσματα, τότε η λιτότητα συνεχίζεται ακάθεκτη. Ο ΣΥΡΙΖΑ το ήξερε αυτό, το ήξερε και ο Τσίπρας όταν έλεγε ότι «επιμήκυνση σημαίνει ότι μακραίνει το σκοινί με το οποίο θα μας κρεμάσουν». Παρόμοια ισχύουν με τις ιδιωτικοποιήσεις που αναφέρονται ονομαστικά στη συμφωνία ή την προστασία της λαμογιάς του ΤΑΙΠΕΔ και του Γεωργίου που επίσης αναφέρονται ονομαστικά και ζητούν και νομοθετική ρύθμιση.

Το γεγονός ότι τόσο κωμικά πανηγυρίζουν και οι Ευρωπαίοι, με το σποτάκι που είναι σαν διαφημιστικό του ΕΟΤ να προσπαθεί να μας πείσει ότι είναι η ώρα να βγούμε στις ακρογιαλιές να χορεύουμε, οφείλεται στο ότι και οι δανειστές επιθυμούν εξίσου με τον ΣΥΡΙΖΑ να προσποιηθούν ότι τα κάναν όλα καλά. Με γεια τους με χαρά τους, να υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους, λογικό είναι.

Η ανάγνωση της εφημερίδας είναι η καθημερινή προσευχή του ρεαλιστή, έλεγε ο Έγελος, γιατί είτε ο Θεός θα εμπνέει τη στάση σου είτε η πραγματικότητα. Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ οι ιδέες προσαρμόζονται με εκπληκτική ελαστικότητα στις απαιτήσεις της πραγματικότητας.

Δυστυχώς η στάση που περιγράφω δεν αφήνει περιθώρια για ηρωικές εξόδους και για μεγάλα λόγια. Είναι μία στάση μελαγχολικού πεσιμισμού. Δεν διαθέτω δηλαδή την αταραξία του κωλοπετσωμένου κυνικού ο οποίος παρακολουθεί τα παιχνίδια εξουσίας χαμογελώντας αδιάφορα. Το γεγονός ότι δεν είχαμε μία συμφωνία ιστορικής σημασίας δεν σημαίνει ότι η κατάσταση δεν είναι δραματική. Η διάλυση θα συνεχίζεται κανονικά.

Επικαιρότητα είναι αυτός ο ακατάστατος αχταρμάς από γεγονότα που εκπορεύονται όλα κατά τρόπο αναγκαστικό από τη μία και μοναδική στιγμή κατά την οποίαν παρήχθη ιστορία. Η εφημερίδα οφείλει κάθε μέρα να έχει ένα πρωτοσέλιδο, αλλά τα πρωτοσέλιδα απλώς γράφονται με τα ίδια γράμματα, δεν είναι εξίσου σημαντικά. Έτσι λοιπόν όλα τα σπουδαιοφανή που λέγονται τώρα δεν είναι παρά απλές πινελιές σε ένα πλαίσιο το οποίο έχει τεθεί ισχυρό και αμετακίνητο από τη στιγμή της υποχώρησης. Βλέπεις ανθρώπους που με τη σοβαρότητα του χάμστερ πατάνε πάνω στον τροχό μέσα στο κλουβάκι τους και πιστεύουν ότι διανύουν χιλιόμετρα. Ο εξωτερικός παρατηρητής ξέρει ότι αυτό το καημένο ποντικάκι δεν έχει να πάει πουθενά.