Η οθόνη έγραφε ώρα πτήσης 11.10΄ πρωινή με προορισμό «Μάλτα». Το μικρό αυτό νησί, η μικρότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – μικρότερη σε πληθυσμό κι από τη μισή Θεσσαλονίκη- δε διαθέτει πάρα ένα και μοναδικό αεροδρόμιο. Παρά τη γεωγραφική εγγύτητα με την Ελλάδα και παρά το ότι ανήκει στην οικογένεια της Μεσογείου, ελάχιστα ομολογουμένως γνωρίζουμε για τη Μάλτα – οι φανατικοί των κόμιξ ίσως να σκέφτηκαν τώρα συνειρμικά τον Κόρτο Μαλτέζε και όσοι έχουμε κλείσει τα 30, ίσως να τη θυμόμαστε από τα βράδια που βλέπαμε στην ΕΡΤ τα Παιχνίδια χωρίς σύνορα. Στις μέρες που πέρασα εκεί, η Μάλτα αποδείχτηκε πολύ πιο ενδιαφέρουσα από το ράθυμο τρίπτυχο λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και μπόλικο ήλιο.
της Τζένης Τσιροπούλου στο ThePressProject
Στη Μάλτα έφτασα tabula rasa: άγραφο χαρτί, σε σχέση με την πολιτική ιστορία της χώρας και τη ζωή εκεί. Ή σχεδόν άγραφο χαρτί. Η αλήθεια είναι πως η Μάλτα έγινε σημείο αναφοράς για τους δημοσιογράφους όταν στις 16 Οκτωβρίου του 2017 δολοφονήθηκε έξω από το σπίτι της η Μαλτέζα δημοσιογράφος, Δάφνη Καρουάνα Γκαλιζία που ανάμεσα σε άλλα, είχε αναλάβει την έρευνα των Panama Papers σχετικά με τις offshore εταιρείες που διατηρούσαν πολιτικά πρόσωπα της χώρας της.
Στην πόλη Μπιντνίζα, στο λευκό Peugeot της Γκαλιζία, άγνωστοι τοποθέτησαν εκρηκτικό μηχανισμό και η Δάφνη ανατινάχτηκε. Ένας από τους τρεις γιους της, ο Μάθιου, δημοσιογράφος και ο ίδιος στο International Consortium of Investigative Journalists (ICIJ), χρειάστηκε να μαζέψει από τα περίχωρα τα κομμάτια της μητέρας του που είχαν διασκορπιστεί ώστε να την κηδέψουν. Κανένας δεν ανέλαβε την ευθύνη της δολοφονίας της και στο περιβάλλον της δημοσιογράφου κανένας δεν είναι αισιόδοξος ως προς την απόδοση δικαιοσύνης.
Ποια ήταν, όμως, η Δάφνη; Ποια είναι η Μάλτα και πώς γίνεται σε μια ευρωπαϊκή χώρα, εν έτει 2017, έτσι απλά μια μέρα, μέρα-μεσημέρι υπό το φως του ήλιου να ανατινάζουν μια δημοσιογράφο; Τι λέει η τοπική κοινωνία; Για τις επόμενες μέρες μου στο νησί θα προσπαθούσα να μάθω και να καταλάβω όσο περισσότερα γινόταν, μένοντας συχνά-πυκνά, παραδέχομαι εκ προοιμίου, με το στόμα ανοιχτό.
Στην πρωτεύουσα, τη Βαλέτα.
Ελληνικός καφές στο «κέντρο Τύπου»
Το μοναδικό δημόσιο μέσο μετακίνησης του νησιού, το λεωφορείο, με άφησε στην παραθαλάσσια πόλη Μαρσασκάλα, στον νότο της Μάλτας. Ο Γιώργος ήρθε να με παραλάβει.
«Καφεδάκι;»
«Φυσικά» απάντησα.
Στη Μαρσασκάλα.
Με θέα τις πολύχρωμες παραδοσιακές ψαρόβαρκες luzzu, καθίσαμε στο Coffee Circus. Παραγγείλαμε στα ελληνικά, ενώ οι θαμώνες ήταν όλοι νεαροί Έλληνες, στη μεγάλη πλειοψηφία τους από την επαρχία. Απόρησα.
«Ήρθα εγώ πρώτος από το Μεσολόγγι και ακολούθησαν αρκετοί συντοπίτες μου που είδαν ότι εγώ έμεινα, βρήκα δουλειά και τα κατάφερα χωρίς να μιλάω παρά ελάχιστα αγγλικά» μου λέει ο 36χρονος Γιώργος που ζει στη Μάλτα εδώ και 3 χρόνια και σήμερα εργάζεται ως ηλεκτρολόγος σε εργοστάσιο με τρόφιμα.
Οι νεαροί Έλληνες φτάνουν στο νησί για μια καλύτερη τύχη, χωρίς απαιτήσεις για τη δουλειά των ονείρων τους. Και η Μάλτα δεν τους απογοητεύει για την ώρα. Είναι μια χώρα-φορολογικός παράδεισος, με τις ξένες επιχειρήσεις να επιβαρύνονται με φορολόγηση μόλις 5% – κάτι μοναδικό για ευρωπαϊκή χώρα. Χάρη σε αυτό, όπως μαθαίνω στο άτυπο «κέντρο Τύπου» της ελληνικής κοινότητας -την καφετέρια-, όλο και περισσότερες εταιρείες online gaming εγκαθίστανται σε αυτό το μεσογειακό νησί, δημιουργώντας μεγάλη ζήτηση για εργαζομένους.
Εσύ, λοιπόν, παίζεις καζίνο ηλεκτρονικά από το σπίτι σου στην Ελλάδα, βλέποντας στην οθόνη σου ένα στούντιο με τοπίο ελληνικό και φυσικά ο κρουπιέρης σού μιλάει στα ελληνικά, όμως όλα αυτά είναι στημένα κάπου στη Μάλτα. Στο διπλανό στούντιο από το ελληνικό είναι τα σκηνικά για τη Νορβηγία, η επόμενη πόρτα είναι το στούντιο για το γερμανικό κοινό, κ.ο.κ. Έλληνες χωρίς ακαδημαϊκά πτυχία και ξένες γλώσσες, βρίσκουν γρήγορα εργασία με μισθούς που κυμαίνονται στα 1.200 ευρώ. Και ίσως δεν είναι περίεργο ότι άκουσα τυχαία αρκετές φορές ελληνικά στο λεωφορείο και στον δρόμο.
Η Μάλτα των 400.000 κατοίκων έχει το σχεδόν χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση: 3,5%. Η ζωή εδώ κυλάει ήρεμα, με ήλιο, θάλασσα, μικρές αποστάσεις και πιο ανθρώπινους ρυθμούς στην καθημερινότητα, ενώ οι άνθρωποι κοιμούνται με ανοιχτές τις πόρτες μιας και δεν υπάρχει μικροεγκληματικότητα. Μέχρι εδώ όλα ακούγονται απρόσμενα ιδανικά.
H «μάγισσα» και «η γυναίκα-wikileaks»
«Αρκεί να μη μιλάς πολύ στη Μάλτα. Γιατί τότε θα το φας το κεφάλι σου, όπως η Δάφνη. Και πολύ καλά να πάθει».
Από τους Έλληνες που ζουν εκεί, μαθαίνω για τις κουβέντες που γίνονται από τους εργάτες στα εργοστάσια γύρω από τη δολοφονία της δημοσιογράφου, της 53χρονης Δάφνης Καρουάνα Γκαλιζία. Όλοι τη γνωρίζουν και την αποκαλούν με το μικρό της όνομα. Όμως, στο άκουσμα του ονόματός της, πολλοί δυσανασχετούν. Υπήρξε μια άκρως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα -και δεν ήταν η ακτιβίστρια δημοσιογράφος που πολλοί φανταστήκαμε. Το όνομα της Δάφνης ακουγόταν συχνά από το μαλτέζικο κοινοβούλιο μέχρι τις προσωπικές συζητήσεις στα οικογενειακά τραπέζια. Και πάντα δίχαζε. Το blog της, Running Commentary, είχε πολύ μεγάλη επισκεψιμότητα, όμως απευθυνόταν σε μια συγκεκριμένη μερίδα κόσμου: αυτούς που διαβάζουν αγγλικά υψηλού επιπέδου, αντιλαμβάνονται το ιδιαίτερο βρετανικό χιούμορ και αυτούς που δεν αρνούνται για ιδεολογικούς λόγους να διαβάζουν στα αγγλικά.
Όπως συναντάται στις χώρες που υπήρξαν αποικίες μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, το τι γλώσσα μιλάς είναι κυρίως ζήτημα ταξικό και πολιτικό. Η Μάλτα αποτελούσε βρετανική αποικία μέχρι και το 1964, ενώ μέχρι και το 1974, η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ ήταν και βασίλισσα της Μάλτας.
Το μνημείο που έστησε απλός κόσμος στη μνήμη της Δάφνης Καρουάνα Γκαλιζία.
Η Δάφνη καταγόταν από εύπορη, αστική οικογένεια, με αρκετούς συγγενείς της να κατέχουν δημόσια αξιώματα. Πολλοί ντόπιοι την κατηγορούσαν ως «μια ελιτίστρια που θέλει να τους κατακρίνει όλους». Δεν εξαπέλυαν επίθεση απέναντι στα άρθρα της -που πολλές φορές δεν είχαν καν διαβάσει αλλά τα γνώριζαν μόνο μέσα από τη διάδοση των γραφόμενών της σαν από σπασμένο τηλέφωνο- αλλά επεδίωκαν να στερήσουν από τη Δάφνη την ανθρώπινη ιδιότητά της: τη φώναζαν «η μάγισσα» ή «η εριστική μπλόγκερ που βγάζει χολή». Τα διεθνή Μέσα, από τη μεριά τους, τη βάφτισαν: «η γυναίκα-wikileaks».
Υπήρχαν, όμως, και Μαλτέζοι που αναγνώριζαν ότι ακόμα κι αν είχε δεξιές καταβολές, κι ακόμα κι αν η υψηλής κοινωνικής τάξης οικογένειά της υποστήριζε τους Βρετανούς αποικιοκράτες, εκείνη ασκούσε μαχόμενη δημοσιογραφία, υπερασπιζόμενη μια δίκαιη κοινωνία, όπου οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί της διαφθοράς θα κρίνονταν από τον λαό και τη δικαιοσύνη.
«[Η Δάφνη] κι εγώ προερχόμασταν από οικογένειες που ήταν εκ διαμέτρου αντίθετες πολιτικά. […] Ο πατέρας μου υπέφερε στωικά φυλακίσεις, φτώχεια και εξορία στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως στην Αφρική για να μην προδώσει τις αρχές του. Εκείνη ήταν με το άλλο πολιτικό στρατόπεδο: με αυτούς που πίστευαν ότι θα μας σώσει από τα κακώς κείμενα η [βρετανική] Αυτοκρατορία. […] [Η Δάφνη με] κέρδισε με τις δυναμικές, αδιάκοπες σταυροφορίες της ενάντια στη σαπίλα που έχει γίνει θεσμός στη μαλτέζικη κοινωνία, ενάντια στην απάθεια που ατροφεί κάθε ηθική κρίση, την απάθεια που βρίσκει κακόγουστη την αγανάκτηση απέναντι στα σκάνδαλα».
Αυτά είναι χαρακτηριστικά, τα λόγια του Τζιοβάνι Μπονέλο -επί 12 χρόνια δικαστή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων- όπως αποτυπώνονται στο κείμενό του Η Δάφνη στη Mafialand, στο συλλογικό βιβλίο Invicta, που εκδόθηκε ως φόρος τιμής στη δημοσιογράφο μετά τη δολοφονία της.
Όταν αγοράζω το βιβλίο, η κοπέλα στο βιβλιοπωλείο μού λέει ότι αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό βιβλίο για τη Μάλτα. «Όχι, ο κόσμος δεν έχει ξεχάσει τη Δάφνη. Γίνονται ακόμα πορείες διαμαρτυρίας στο κέντρο της πόλης άλλωστε» μου λέει. Το βιβλίο κυκλοφορεί μόνο στην αγγλική γλώσσα, όπως και μεγάλες εφημερίδες της Μάλτας –The Malta Independent, Times of Malta– στις οποίες έγραφε η Δάφνη.
Διαβάστε τη συνέχεια στο ThePressProject