Δημοσιογραφική επιμέλεια: Χρήστος Αβραμίδης
Κάμερα-Μοντάζ: Αλέξανδρος Λιτσαρδάκης
Ήταν Αύγουστος του 2012 όταν τα κυρίαρχα ΜΜΕ πλημμύρισαν με την βλοσυρή εικόνα ενός νεαρού αναρχικού να μεταφέρεται στα δικαστήρια. Όλοι έδειχναν βέβαιοι πως πρόκειται για έναν από αυτούς που οργάνωσαν και εκτέλεσαν ληστεία μετά φόνου στην Πάρο. Με τον καιρό το κατηγορητήριο των ΜΜΕ πήρε μυθικές διαστάσεις. Ο 29χρονος αναρχικός ταυτιζόταν με βεβαιότητα από τηλεοπτικές περιγραφές με κάποιον μασκαρεμένο που «έπιασε» η κάμερα ασφαλείας, ενώ η τηλεοπτική ένταξή του σε τρομοκρατική οργάνωση ήταν θέμα χρόνου καθώς κουρελιαζόταν κάθε τεκμήριο αθωότητας με τις ευχές της Αντιτρομοκρατικής.
Ο Θεοφίλου καταδικάστηκε πρωτόδικα και παρέμεινε στη φυλακή για σχεδόν 5 έτη. Σε αυτό το χρονικό διάστημα έγραψε πολλά διηγήματα που παρουσιάζουν τις συνθήκες των φυλακών και αγωνίστηκε για τα δικαιώματα των κρατουμένων με απεργίες πείνας και άλλες μορφές αντίστασης. Και αφού έχασε 5 χρόνια απ’την ζωή του, στη φυλακή, στις 7 Ιουλίου του 2017 το Εφετείο τον έκρινε αθώο και ένα ολόκληρο κύμα αλληλεγγύης ξέσπασε σε πανηγυρισμούς μέσα και έξω από τη δικαστική αίθουσα.
Πού βρίσκεται σήμερα ο Τάσος Θεοφίλου και πώς βλέπει μετά από τόσα χρόνια αυτήν την υπόθεση;
Πεντέμιση χρόνια μετά την αθώωση και απελευθέρωσή του, μιλάει στην Ελληνοφρένεια και αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Εκνευρισμό νιώθεις άμα σου πάρουν τη σειρά στο σούπερ μάρκετ, δεν νιώθεις σε μία τέτοια περίπτωση. Δεν είναι και δεν το βίωσα ποτέ ως ένα θέμα προσωπικό. Δεν θεώρησα ποτέ ότι ένας κακός τύπος της Αντιτρομοκρατικής είχε κάτι προσωπικό μαζί μου και θέλει να εκδικηθεί. Αντιλαμβανόμουν από την αρχή ότι το θέμα είναι αμιγώς πολιτικό και ότι εγώ είχα την ατυχία να βρεθώ μέσα σε αυτό. Επομένως δεν υπήρχε θυμός με αυτήν την έννοια που μπορεί να φανταστεί κάποιος. Υπήρχε μια ψυχραιμία από την πλευρά μου να μπορώ να αναγνωρίσω αποτέλεσμα τι διαδικασιών ήταν η εμπλοκή και η φυλάκισή μου.».
Σχετικά με τη συκοφάντηση που δέχτηκε δηλώνει πως μονάχα 5-6 φορές τα τελευταία 20 χρόνια υπήρξε τέτοιο μένος απέναντι σε κατηγορούμενο και περιγράφει πως ταξίδεψε η εικόνα που τον δείχνει να κοιτάζει βλοσυρά: «Ακόμα και ο τρόπος που με παρουσίασε η Αντιτρομοκρατική, πώς με παρουσίασε σαν σώμα, είχαν στήσει έξω από την Ευελπίδων τους οπερατέρ και με κάναν πασαρέλα πάνω-κάτω για να τραβήξουν καλά πλάνα. Και κάπως δεν έκατσε και με ξανακάναν μέχρι να βγουν τα πλάνα που έπρεπε. Κι από όλες τις φωτογραφίες, ρούφηξα μια φορά τη μύτη μου και είχα, έτσι, μια γκριμάτσα κάπως περίεργη και ήταν αυτή που είχε διακινηθεί και περισσότερο.»
Μιλώντας για τη φυλακή, αναφέρει, μεταξύ άλλων: «Να μιλήσουμε για το υπαρξιακό επίπεδο, της στέρησης της ελευθερίας και του πώς βιώνεται η κατάσταση να είσαι μέσα σε τέσσερις γκρι τοίχους, από τους οποίους μπορείς να δεις μόνο ένα κομματάκι ουρανού, που άμα έχει και λίγο συννεφιά ομογενοποιείται το χρώμα με τους τοίχους, οπότε στην πραγματικότητα δεν έχεις ουρανό. Να μιλήσουμε για τον κόσμο εκεί πέρα για το πόσο θλιβερή είναι η κατάσταση να βλέπεις πάμφτωχους ανθρώπους, μικροπαραβάτες, εγκλωβισμένους σε έναν ανελέητο μηχανισμό επιβολής αναντίστοιχων με τις πράξεις;».
Παρακολουθήστε ολόκληρη τη συνέντευξη εδώ: