Πηγή: To Ποντίκι
Αν και η τηλεόραση παραμένει η κυρίαρχη πηγή ενημέρωσης – την προτιμά το 75% το πληθυσμού της Ευρώπης –, εντούτοις οι πολίτες χωρών μελών της Ε.Ε. δίνουν «ψήφο» εμπιστοσύνης στο ραδιόφωνο. Στην ετήσια έκθεση για τον ευρύ κλάδο της οπτικοακουστικής βιομηχανίας η οποία διενεργείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης περισσότεροι από τους μισούς δήλωσαν πως εμπιστεύονται το Ραδιόφωνο για την ενημέρωση τους περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο από τα παραδοσιακά ΜΜΕ.
Στο δίπολο παραδοσιακά ΜΜΕ (δηλαδή έγχαρτος Τύπος, Τηλεόραση, Ραδιόφωνο) και ιντερνετικά, παρά τις τάσεις που καταγράφηκαν πρόσφατα, όπως η αποφυγή ειδήσεων, οι πολίτες της Ε.Ε. εμπιστεύονται τα πρώτα.
Πιθανώς προσμετράται και το στοιχείο ότι καθιερωμένοι οργανισμοί ενημέρωσης έχουν επιδείξει προσαρμοστικότητα στις τεχνολογικές προκλήσεις και έχουν αυξήσει την παρουσία τους στο διαδίκτυο υπόσταση, προκειμένου να παραμείνουν επίκαιροι και να εξυπηρετούν τους πολίτες.
Εδώ εντοπίζεται η ειδοποιός διαφορά, δεδομένου ότι και άλλοι φορείς όπως οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, χρησιμοποιούνται ως πηγή ειδήσεων και ενημέρωσης.
Φαίνεται όμως ότι τα παραδοσιακά ΜΜΕ πιστώνονται και την επιλογή ενημέρωσης από τις ψηφιακές εκδόσεις τους.
Εν τω μεταξύ τα ψηφιακά Μέσα κερδίζουν έδαφος με ταχείς ρυθμούς στην κατανάλωση ειδήσεων, χάρη σε παράγοντες όπως η υψηλότερη διείσδυση του διαδικτύου, η βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των ιντερνετικών υπηρεσιών και η κατανάλωση από νεότερους ηλικιακά χρήστες/αναγνώστες.
Ωστόσο, η αύξηση της ψηφιακής κατανάλωσης δεν συνοδεύεται από ανάλογη αύξηση των εσόδων για τους ειδησεογραφικούς οργανισμούς. Τα ΜΜΕ εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στον ανταγωνισμό με τις πλατφόρμες για τα διαφημιστικά έσοδα στο διαδίκτυο.
Το τζάμπα ουδείς εμίσησε
Επίσης οι περισσότεροι Ευρωπαίοι έχουν συνηθίσει σε δωρεάν ειδήσεις στο διαδίκτυο. Ως αποτέλεσμα, το 2022 ο Τύπος είχε 15,5 δισ. ευρώ σε έσοδα από τις έντυπες εκδόσεις (τις οποίες καταναλώνει το 21% των Ευρωπαίων για ειδήσεις σε εβδομαδιαία βάση), σε σύγκριση με μόλις 4 δισ. ευρώ για τα ψηφιακά ειδησεογραφικά μέσα (τα οποία καταναλώνει το 43% των Ευρωπαίων για ειδήσεις).
Εδώ υπεισέρχεται η παράμετρος του ανταγωνισμού από τις ιντερνετικές πλατφόρμες και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης που λειτουργούν και ως φορείς Ενημέρωσης, αναπαράγοντας περιεχόμενο ψηφιακών εκδόσεων δημοσιογραφικών οργανισμών- σημείο τριβής για διαφυγόντα έσοδα από μη απόδοση πνευματικών δικαιωμάτων, πρόβλημα που φαίνεται να ρυθμίζεται από την νέα ευρωπαϊκή οδηγία (του 2019).
Ενθαρρυντικό είναι το στοιχείο ότι ο κλάδος των εφημερίδων και των περιοδικών παραμένει τέσσερις φορές μεγαλύτερος από εκείνων των ψηφιακών ΜΜΕ. Σύμφωνα με την έρευνα στον κλάδο της Ενημέρωσης δραστηριοποιούνται 4.000 τηλεοπτικοί σταθμοί, 5.000 ραδιοσταθμοί και 34.000 έντυπα (εφημερίδες και περιοδικά).
Σημαντικός ο ρόλος των δημόσιων ραδιοτηλεόρασεων
Στο ευρωπαϊκό τηλεοπτικό τοπίο κυριαρχούν τα ιδιωτικά κανάλια. Εντούτοις ο μικρός αριθμός δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών (ανέρχονται σε συνολικό ποσοστό 11% – 8% δημόσιες ραδιοτηλεοράσεις και 3% υπηρεσίες περιεχομένου διαρκούς ροής, π.χ. ERTflix) έχει «σπουδαίο ρόλο», όπως σημειώνεται στην έκθεση της Ε.Ε.
«Πραγματοποιούν μεγάλες επενδύσεις ιδίως σε σειρές μυθοπλασίας και, είτε στα γραμμικά κανάλια είτε στις δημόσιες πλατφόρμες ροής περιεχομένου, είναι ιδιαιτέρως δημοφιλείς στους τηλεθεατές. Καταφέρνουν να προσελκύουν την προσοχή και εκτιμάται ότι απορροφούν το ένα τρίτο του συνολικού χρόνου τηλεθέασης».
Έντονη η αμερικανική διείσδυση
Τέσσερις στους πέντε Ευρωπαίους (80%) δήλωσαν ότι το πιθανότερο είναι να παρακολουθήσουν μια ταινία ή σειρά αμερικανικής παραγωγής, ενώ στο ποσοστό 76% υπολογίστηκαν όσοι πριμοδοτούν οπτικοακουστική παραγωγή της χώρας τους με το ποσοστό τους να διαμορφώνεται στο 71% όταν πρόκειται για περιεχόμενο παραγωγής άλλης ευρωπαϊκής χώρας.
Το 45% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι θα ήθελαν να δουν περισσότερες ταινίες και σειρές από τις ΗΠΑ, αλλά σχεδόν στον ίδιο βαθμό (44%) εξέφρασαν προτίμηση για περισσότερες παραγωγές της χώρας τους. Λιγότεροι από τρεις στους δέκα (22%) ήταν εκείνοι που θα ήθελαν να έχουν πρόσβαση σε περισσότερες ταινίες ή σειρές άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Εξάλλου τέσσερις στους δέκα (41%) δεν δίνουν σημασία στην χώρα προέλευσης από τη στιγμή που μια σειρά ή ταινία ταιριάζει στα γούστα τους.