Αλιεύσαμε από το fb του Γιάννη Ανδρουλιδάκη
Μετά από πολλά πολλά χρόνια, χρειάστηκε να περπατήσω στο κέντρο της Αθήνας με πατερίτσα. Το πρόβλημά μου είναι μικρό, είναι ένα απλό καταγματάκι στο δάκτυλο, είμαι κατά τα άλλα μάλλον υγιής και γεροδεμένος και έτσι εγώ κατάφερα να επιστρέψω ζωντανός από την περιπέτεια.
Παρόλα αυτά θέλω με αυτή την αφορμή, να ξαναθυμίσω ότι ζούμε σε μια πόλη όπου ο τρόπος που αντιμετωπίζονται οι άνθρωποι με αναπηρία είναι βγαλμένος από ναζιστικό πρόγραμμα ευγονικής. Τα πεζοδρόμια είναι γεμάτα εμπόδια και παγίδες, όταν δεν είναι απλά μικροσκοπικές σπασμένες πλάκες που απευθύνονται σε ορειβάτες και καταδρομείς. Βοηθητικοί χώροι για να διευκολύνουν την πρόσβαση και την κυκλοφορία σε ανθρώπους με κινητικά προβλήματα δεν υπάρχουν ούτε στη φαντασία, ακόμα και στα φανάρια υπάρχουν πάντα χαριτωμένες λακκούβες για να είναι βέβαιο ότι οι ανάπηροι θα μείνουν σπίτι τους, εκτός αν για κάποιον λόγο δε γίνεται αλλιώς.
Θυμάμαι ότι όταν πήγα να ζήσω στο Παρίσι, η πρώτη μου αίσθηση ήταν ότι έβλεπα στον δρόμο πάρα πολλούς ανάπηρους, τόσο ώστε να αναρωτιέμαι αν η χώρα είχε βγει από πόλεμο. Χρειάστηκα κάποιους μήνες για να καταλάβω ότι ο λόγος δεν ήταν ότι οι Γάλλοι κόβουν τα πόδια τους ή τα σπάνε από χόμπι, αλλά ότι οι δρόμοι και τα πεζοδρόμια είναι φτιαγμένοι για όλους τους ανθρώπους: αρτιμελείς, ανάπηρους με πατερίτσες ή σε καρότσια, ηλικιωμένους, εγκύους, μαμάδες και μπαμπάδες με καροτσάκια, έτσι ώστε όλα αυτά τα άτομα να είναι ορατά -ή τουλάχιστον να μην είναι τόσο αόρατα όσο σε αυτήν εδώ τη χαβούζα. Αυτό με κάνει να αντιμετωπίζω με συγκατάβαση και τον ρατσισμό με τον οποίον αντιμετωπίζουν στην πλειονότητά τους οι αθηναίοι τους ανάπηρους στον δρόμο (μέτρησα τουλάχιστον τέσσερις που με έσπρωξαν από φόβο ότι θα τους καθυστερήσω): η καλλιέργεια της κουλτούρας συνύπαρξης στον δημόσιο χώρο είναι μηδενική. Πρέπει κανείς να το σκεφτεί από μόνος του για να μην κάνει ακόμα πιο δύσκολη τη ζωή του διπλανού του που κινείται δύσκολα.
Το γεγονός ότι σε αυτή την κωλόπολη, όλες οι δημοτικές διοικήσεις ασχολήθηκαν κατά προτεραιότητα με τους φωτισμούς και τα δέντρα των χριστουγέννων, τους μεγάλους περιπάτους, τα κάγκελα, τις μετακινήσεις του Δρομέα και τη σύναψη ειρήνης με τον δήμο Σπάρτης για να τελειώσει ο πελοποννησιακός πόλεμος, χωρίς να βελτιώνουν σε τίποτα αυτό το ρατσιστικό αίσχος, αποδεικνύει ότι το πρότυπο πολιτείας που ευδοκιμεί στην Ελλάδα αντλεί την έμπνευσή του από την παρακμή της Ρώμης και τον Καλιγούλα.
Στην τελική, όσοι έχουμε δυο πόδια και δυο χέρια να κερδάμε και όλοι οι άλλοι να πάνε να γαμηθούνε που έλεγε κι ένας παλιός ποδοσφαιρικός παράγοντας του Αιγάλεω.