Στην 88η απονομή των βραβείων Όσκαρ, πολλοί σημαντικοί καλλιτέχνες δεν θα παρευρεθούν ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τον ρατσισμό της Ακαδημίας Κινηματογράφου. Όμως ο ρατσισμός είναι μόνο ένα από τα επαναλαμβανόμενα θανάσιμα αμαρτήματα του Χόλιγουντ.
Ανάμεσα στους ηθοποιούς που είναι υποψήφιοι για τα πιο αναγνωρίσιμα βραβεία του παγκόσμιου κινηματογράφου δεν υπάρχει κανένας μαύρος και αυτό συμβαίνει για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Η Ακαδημία αναγνώρισε την ιδιότητα του «καλύτερου» μόνο σε λευκούς ηθοποιούς, προκαλώντας έντονο κύμα αντιδράσεων, και πολλοί σημαντικοί καλλιτέχνες θα μποϊκοτάρουν τα Όσκαρ σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Ο Σπάικ Λι και ο Γουίλ Σμιθ είπαν ότι δεν θα παρευρεθούν στην τελετή και το ίδιο σκεφτόταν να κάνει και ο υποψήφιος Μαρκ Ράφαλο.
Ο Τζορτζ Κλούνι εξέφρασε τη δυσφορία του λέγοντας ότι «χρειάζεται να γίνει κάτι καλύτερο» και πρόσθεσε ότι για τους ισπανόφωνους και για άλλες μειονότητες η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη.
Παρέμβαση για το θέμα έκανε και μία από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες του Χόλιγουντ, ο Στίβεν Σπίλμπεργκ. Ο τρεις φορές βραβευμένος σκηνοθέτης εξέφρασε την «έκπληξή» του για το γεγονός ότι το «Straight Outta Compton» δεν είναι υποψήφιο στην κατηγορία καλύτερης ταινίας. Ο Σπίλμπεργκ στηλίτευσε τον αποκλεισμό του Ίντρις και τόνισε ότι «ήταν η καλύτερη ερμηνεία ηθοποιού και έπρεπε να είναι υποψήφιος για το βραβείο δεύτερου αντρικού ρόλου. Έχω δει την ταινία “Straight Outta Compt” μαζί με τη γυναίκα μου και μας συγκλόνισε. Έμεινα έκπληκτος όταν είδα ότι δεν είναι στις υποψηφιότητες».
Συστημικός ρατσισμός
Η συζήτηση για τις υποψηφιότητες των Όσκαρ, αυτήν τη χρονιά, έξυσε λίγο την απαστράπτουσα επιφάνεια των βραβείων. Μεγάλες εφημερίδες έθεσαν ερωτήματα για το κατά πόσο το Χόλιγουντ περιθωριοποιεί τις μειονότητες και χρησιμοποιεί στερεοτυπικές αναπαραστάσεις.
Ο Γουέσλι Μόρις, κριτικός κινηματογράφου των «New York Times», μίλησε για συστημικό ρατσισμό, ο οποίος γίνεται ξεκάθαρος όταν πρόκειται μία ταινία να διεκδικήσει το χρυσό αγαλματίδιο, υποστηρίζοντας ότι το πρόβλημα δεν είναι τόσο στα μέλη της Ακαδημίας, αλλά στα μεγάλα στούντιο. Τα «μαύρα» φιλμ δεν προωθούνται ως οσκαρικά από τα στούντιο.
«Παρ’ ότι το “Straight Outta Compton” βγήκε το περασμένο καλοκαίρι και έφερε πολλά χρήματα, η Universal φάνηκε απρόθυμη να προωθήσει την ταινία στους ψηφοφόρους για τα Όσκαρ». «Δυστυχώς» πρόσθεσε «αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται η διαδικασία. Δεν μπορεί κάποια ταινία να διεκδικήσει Όσκαρ αν δεν προωθηθεί από τα στούντιο».
Ο Άις Κιουμπ, μιλώντας για την απαξίωση της Ακαδημίας στο «Straight Outta Compton», είπε με ειρωνεία ότι το λάθος τους ήταν πως δεν έβαλαν έναν σκλάβο στην ταινία, η οποία παρεμπιπτόντως διαδραματίζεται στο Λος Άντζελες της δεκαετίας του 1980 και μιλάει για την άνοδο του κινήματος της ραπ. «Δεν βάλαμε έναν σκλάβο και εκεί χάσαμε το παιχνίδι. Μόνο εάν υπάρχει ένας τυχαίος σκλάβος μέσα σε μια ταινία αναγνωρίζεται από την Ακαδημία ως πραγματική μαύρη ταινία».
Κυρίαρχη κουλτούρα
Το Χόλιγουντ δεν ήταν ποτέ μόνο καλές ή κακές ταινίες και τα Όσκαρ δεν ήταν ποτέ μόνο βραβεία. Τα στούντιο, οι ταινίες και τα βραβεία που τις καθιστούν διαχρονικές είναι πολλά περισσότερα από διασκέδαση και επικερδείς επιχειρήσεις. Το Χόλιγουντ έχει τεράστια δύναμη, διαμορφώνει χαρακτήρες, συμπεριφορές, δημιουργεί κοινωνικές συμβάσεις, στυλ, ενισχύει ή υποτιμά κοινωνικές αξίες, αποτελεί ένα βασικό ιδεολογικό όπλο στα χέρια αυτών που το ελέγχουν.
Ο τρόπος λειτουργίας της βιομηχανίας και η τεράστια δύναμη που συγκεντρώνεται σε λίγα χέρια έχουν απασχολήσει τις μεγαλύτερες σχολές σκέψεις. Σύμφωνα με τους θεωρητικούς των μετα-αποικιακών σπουδών – οι οποίοι χρησιμοποιούν εργαλεία για να αναλύσουν και να ερμηνεύσουν την κοινωνική πραγματικότητα με όρους πολιτιστικής κυριαρχίας που προέρχεται από την αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό –, το ζητούμενο είναι να ξεκαθαριστεί το ιστορικό και παγκόσμιο υπόβαθρο αυτών που κατέχουν την πολιτισμική δύναμη.
Οι μετα-αποικιακές αναλύσεις επιχειρούν να δώσουν απαντήσεις για τη δομική κατανομή της κοινωνικής και πολιτικής δύναμης, η οποία συντηρεί συνθήκες υποτέλειας και διαμορφώνει τη νέα αποικιοκρατία. Οι παραγωγοί δημιουργούν συγκεκριμένη εικόνα για κατηγορίες του πληθυσμού, αποκλείουν τους μαύρους από τα βραβεία, μπορούν να επιλέγουν ποια είδη ταινιών θα προβάλλονται. Η Μέριλ Στριπ κατήγγειλε ότι τα λευκά αφεντικά των στούντιο εμποδίζουν την πολυμορφία και τους κάλεσε να αποχωρήσουν από τις θέσεις τους.
Οι ταινίες, όπως γράφει ο Άντριου Φαλκ (στο «Upstaging the Cold War: American Dissent and Cultural Diplomacy 1940-1960»), λειτουργούν ως μία μορφή ευγενικής αποικιοκρατίας. Ο Μάρλον Μπράντο δεν ήταν τόσο ευγενικός. Ο ρατσισμός επαναφέρει στην επικαιρότητα την ιστορία του 1973, όταν ίσως ο σημαντικότερος ηθοποιός του Χόλιγουντ αρνήθηκε το Όσκαρ για τον εμβληματικό ρόλο του στο «Νονό» του Φράνσις Φορντ Κόπολα.
Ο Μπράντο, γράφει το «Newsweek», ήξερε ότι θα ήταν ο νικητής της βραδιάς, όμως επέλεξε να μην παρευρεθεί στην απονομή. Στη θέση του πήγε η ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των ιθαγενών Αμερικανών Κασίμ Λιτλφάδερ. Το μέλος της φυλής των Απάτσι, μέσα σε χειροκροτήματα αλλά και αποδοκιμασίες από το κοινό, είπε ότι εκπροσωπεί τον Μπράντο και ευχαριστεί εκ μέρους του για την ευγενική και γενναιόδωρη προσφορά, αλλά ο ηθοποιός δεν αποδέχεται το βραβείο, εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο η κινηματογραφική βιομηχανία αντιμετωπίζει τους γηγενείς Αμερικανούς.
Αργότερα το ίδιο έτος ο Μπράντο σε συνέντευξη είπε ότι δεν μετάνιωσε για την κίνησή του, διότι ένιωσε ότι ήταν μία ευκαιρία να ακουστεί η φωνή των γηγενών Αμερικανών. «Από τη στιγμή που οι γηγενείς δεν έχουν τη δυνατότητα να ακουστούν, θεώρησα ότι ήταν μία εξαιρετική ευκαιρία να παρουσιαστεί η άποψή τους σε 85 εκατομμύρια τηλεθεατές. Ένιωσα ότι είχα δικαίωμα να το κάνω ύστερα από αυτά που τους έχει κάνει το Χόλιγουντ». Και συνέχισε τονίζοντας ότι:
«Οι άνθρωποι συνειδητοποιούν τι έχει κάνει η κινηματογραφική βιομηχανία στους γηγενείς Αμερικανούς και τελικά σε όλες τις εθνικές μειονότητες. Σε όλες τις μειονότητες, σε όλους όσοι δεν είναι λευκοί. Οι θεατές απλώς δεν το συνειδητοποιούν. Λαμβάνουν ως δεδομένο ότι αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να παρουσιάζονται με όλα αυτά τα κλισέ. Το μοχθηρό αγόρι από τις Φιλιππίνες, ο εκκεντρικός και ξένος Ιάπωνας, ο ηλίθιος μαύρος και ο χαζός Ινδιάνος.
Αυτό συνεχίζεται και συνεχίζεται και ο κόσμος δεν συνειδητοποιεί πόσο βαθιά πληγώνονται αυτοί οι άνθρωποι βλέποντας να τους παρουσιάζουν με αυτόν τον τρόπο. Όχι οι μεγάλοι, αυτοί έχουν βιώσει ήδη τον πόνο και την πίεση, αλλά τα παιδιά. Τα παιδιά των Ινδιάνων που βλέπουν τους Ινδιάνους να παρουσιάζονται σαν άγριοι, άσχημοι, φαύλοι, ύπουλοι, μεθυσμένοι και μεγαλώνουν μόνο με την αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους – και αυτό κρατάει για πάντα».
Ξαναγράφοντας την Ιστορία
Ο Γκορ Βιντάλ το 1992 έγραψε ότι στον σύγχρονο πολιτισμό η αντίληψη των ατόμων για την Ιστορία διαμορφώνεται βαθιά από τις εικόνες που παρουσιάζονται σε ένα φιλμ. Η εικόνα που είχαν οι Αμερικανοί για τους Ινδιάνους τη δεκαετία του 1950 ήταν τελείως διαφορετική από εκείνη που το Χόλιγουντ άρχισε να παρουσιάζει από τις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Τον Μάιο του 1994 ο καθηγητής του Κολούμπια Πίτερ Σέιξας μελέτησε τις αντιδράσεις φοιτητών απέναντι σε δύο ταινίες που είχαν αντικείμενο τους Ινδιάνους: την ταινία «Searchers» («Η αιχμάλωτος της ερήμου») του 1956 του Τζον Φορντ με πρωταγωνιστή τον Τζον Γουέιν, ίσως την πιο σκληρά αντι-ινδιάνικη ταινία όλων των εποχών, και την ταινία του Κέβιν Κόστνερ «Χορεύοντας με τους Λύκους» του 1990, η οποία σηματοδότησε μία στροφή του Χόλιγουντ απέναντι στους ινδιάνους. Η ιστορική αναθεώρηση του τρόπου απεικόνισης των ιθαγενών συνεχίστηκε και με το «1492» ή τον «Τελευταίο των Μοϊκανών».
Στην ταινία του 1956 οι Ινδιάνοι εμφανίζονταν σαν άγριοι, που μοναδικό στόχο είχαν να σκοτώσουν τους λευκούς, ενώ το 1990 το βασικό συναίσθημα είναι συμπάθεια για τους Ινδιάνους. Η ταινία του 1990, είπαν οι φοιτητές που μετείχαν στην έρευνα, είναι μία ένδειξη για το πώς αντιμετωπίστηκαν οι ιθαγενείς, δεν υπήρξε κανένα έλεος, και ένας φοιτητής είπε ότι του προκάλεσε ντροπή ο τρόπος με τον οποίο οι πρόγονοί του φέρθηκαν στους Ινδιάνους.
Μία φοιτήτρια, αν και αναγνώρισε ότι πρόκειται για αναπαράσταση της Ιστορίας και όχι Ιστορία, υποστήριξε ότι αυτό το φιλμ «σε κάνει να κλαις και να σκέφτεσαι ότι πρέπει να δώσουμε πίσω ένα κομμάτι της γης που τους πήραμε».
Η διαφορά από το 1950, πρόσθεσε κάποιος από τους φοιτητές, είναι ότι τότε οι απόψεις για τους Ινδιάνους ήταν τελείως διαφορετικές, όπως ή άποψη που καλλιεργούσαν για τους Ρώσους: τους έκαναν να φαίνονται κακοί για να τους φοβάσαι. Πολλοί φοιτητές προσπάθησαν να μπουν στη θέση των ανθρώπων που έβλεπαν τέτοιες ταινίες τη δεκαετία του 1950 και τι θα μπορούσε να περνάει από το μυαλό τους, αν όχι το «σκοτώστε όλους τους Ινδιάνους», και όλοι αναγνώρισαν τη δύναμη του κινηματογράφου να διαμορφώνει τις αντιλήψεις, τον τρόπο σκέψης και να ξαναγράφει την Ιστορία.
Επιστροφή στο 2016
Ο Μπράντο προφανώς είχε δίκιο. Το Χόλιγουντ άλλαξε την αντιμετώπισή του απέναντι στους γηγενείς, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ινδιάνοι, οι μαύροι, οι ισπανόφωνοι και άλλες μειονότητες έχουν τις ίδιες ευκαιρίες να μπουν στην ελίτ των ηθοποιών τιμώμενοι με ένα βραβείο Όσκαρ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα 88 χρόνια των βραβείων μόνο 15 μαύροι ηθοποιοί έχουν κερδίσει ένα από τα σημαντικά Όσκαρ.
Όμως το θέμα δεν είναι ποσοτικό. Έχει να κάνει με τις αντιλήψεις που κυριαρχούν στη βιομηχανία του θεάματος. Το γιουχάισμα στην Απάτσι που αρνήθηκε εκ μέρους του Μπράντο το Όσκαρ αποδεικνύει ότι πολλοί δεν αναγνωρίζουν τη δύναμη του Χόλιγουντ να παράγει ιδεολογία, θεώρησαν ότι αυτή η στιγμή είναι «ιερή», είναι μία φαντασιακή κατάσταση στην οποία δεν επιτρέπεται να εισβάλει η πραγματικότητα.
Και το ερώτημα που θέτει το «Newsweek» είναι εάν σήμερα το Χόλιγουντ έχει κάνει βήματα προόδου σε σχέση με το 1973. Σίγουρα έχει γίνει πρόοδος, απαντάει το περιοδικό και επισημαίνει ότι έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζονται οι μειονότητες. Η βιομηχανία τούς επιτρέπει τη συμμετοχή και ο ρατσισμός είναι λιγότερο προφανής και κατηγορηματικός, όμως αυτό που είπε ο Μπράντο το 1973 ισχύει ακόμη, υποστηρίζει το «Newsweek».
Οι άνθρωποι δεν συνειδητοποιούν τι κάνει η βιομηχανία του θεάματος στις μειονότητες. Η αλλαγή δεν θα έρθει εάν ο Ντι Κάπριο μποϊκοτάρει τα Όσκαρ, συμπληρώνει το περιοδικό και προσθέτει ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να του το ζητήσει. Εάν επέλθει κάποια αλλαγή στο Χόλιγουντ, δεν θα έρθει από ένα ποστάρισμα στο Instagram από τον Σπάικ Λι, αλλά θα συμβεί με έναν τρόπο που το Χόλιγουντ δεν έχει συνηθίζει να αντιμετωπίζει: εάν κάποιοι αποφασίσουν να βγουν από τη ζώνη της άνεσης στην οποία βρίσκονται και, όπως έκανε ο Μπράντο το 1973, βάλουν λίγη πραγματικότητα μέσα στη φαντασία του Χόλιγουντ.
Αυτό ενδεχομένως θα ήταν μία καλή αρχή, εάν δεν υπήρχε και ένα τρίτο επίπεδο λειτουργίας του Χόλιγουντ και των στούντιο, στο οποίο ο ρατσισμός στα Όσκαρ είναι ένα απλό πταίσμα.
Το Χόλιγουντ δεν είναι απλώς ταινίες, αλλά ένας εξαιρετικά αποτελεσματικός τρόπος για να δημιουργεί συλλογικές μνήμες, να προσφέρει ένα πλαίσιο για το τι και πώς ο κόσμος πρέπει να θυμάται και τι να ξεχνάει από το παρελθόν, ένα πλαίσιο παρουσίασης και διαστρέβλωσης της πραγματικότητας.
Το Χόλιγουντ αναπαριστά τον κόσμο με συγκεκριμένο τρόπο και δεν το κάνει τυχαία. Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί και θα επιχειρηθεί στο δεύτερο μέρος του αφιερώματός μας «Στον δρόμο προς τα Όσκαρ» είναι γιατί το κάνει και με ποιους τρόπους.
Κυριάκος Αργυρόπουλος
Πηγή: topontiki.gr