Ο καθένας επιλέγει πώς θα τον θυμάται ο κόσμος, πώς θα απασχολεί την επικαιρότητα, πώς θα διαμορφώσει την υστεροφημία του. Κι ο φασίστας, ρατσιστής Τσιάρτας δε μας αφήνει περιθώρια να θυμόμαστε-θαυμάζουμε όσα πέτυχε στο γήπεδο ως παίκτης.
Βασίλης Κρίτσας
Πηγή: Katiousa
Αν απομονώσουμε την ποδοσφαιρική καριέρα του Βασίλη Τσιάρτα, είναι τόσο αξιόλογη που δε θα χρειαζόταν να αλλάξει ούτε κατά ένα “γιώτα”, εκτός από αυτό που συνηθίζαμε να παραλείπουμε στο επίθετό του, λέγοντάς τον λανθασμένα Τσάρτα (χωρίς το γιώτα). Αλλά ως δημόσιο πρόσωπο, συνολικά, έχει πολύ περισσότερες ανορθογραφίες, που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο θαυμασμού για τον Τσιάρτα, απομονώνοντας την ποδοσφαιρική του καριέρα.
Γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1972, εν μέσω της χούντας -την οποία μπορεί και να νοσταλγεί. Έκανε τα πρώτα επαγγελματικά του βήματα στη Νάουσα, όπου ξεχώρισε αμέσως και μπήκε στο στόχαστρο της ΑΕΚ του Μπάγεβιτς. Υπό τις οδηγίες του πήρε δύο πρωταθλήματα με την Ένωση και βγήκε πρώτος σκόρερ της Α’ Εθνικής, αν και το βασικό του όπλο ήταν οι ασίστ και η οργάνωση του παιχνιδιού. Εκείνη η ομάδα έπαιζε το καλύτερο ποδόσφαιρο στην εποχή της, με τον Τσιάρτα να είναι βασικό της γρανάζι και να σφραγίζει το πρώτο του πέρασμα με τη μεταγραφή του στο εξωτερικό.
Πήγε στη Σεβίλλη και το ισπανικό ποδόσφαιρο κούμπωσε τέλεια στο αγωνιστικό του στιλ, αναδεικνύοντας την τεχνική του κατάρτιση και την έφεση στη δημιουργία. Αργότερα θα φαινόταν πως ο φτωχός ισπανικός νότος και η συντηρητική κοινωνία της Ανδαλουσίας θα ταίριαζε και στις πολιτικές του αντιλήψεις.
Ο Τσιάρτας ήταν μάλλον ένας ποδοσφαιριστής-καλλιτέχνης, παρά ένας εργάτης της μπάλας ή χαμάλης πολυτελείας. Όταν ένας από τους προπονητές του (Καμάτσο) παρατήρησε πως δεν τρέχει αρκετά, του απάντησε πως αφήνει την μπάλα να τρέχει για αυτόν κι αυτή η φράση συμπύκνωνε όλη τη φιλοσοφία του ως παίκτης. Μπορεί να μην πέτυχε το καλό φεγγάρι της Σεβίλλης -που γνώρισε τον υποβιβασμό και θα αναγεννιόταν την επόμενη δεκαετία- αλλά οι Ισπανοί μνημονεύουν ακόμα το μαγικό του αριστερό, την κλάση του στα στημένα χτυπήματα, τα γκολ και τις ασίστ του.
Στα 28 του επιστρέφει στην ΑΕΚ για άλλη μια μεστή τετραετία, χωρίς πρωτάθλημα, αλλά με καλές στιγμές όπως το Κύπελλο ενάντια στον Ολυμπιακό, οι δύο ισοπαλίες με την πανίσχυρη Ρεάλ στο Τσάμπιονς Λιγκ κ.ά. Έφτιαξε σπουδαίο δίδυμο με τον Ντέμη Νικολαΐδη, που ήταν τελείως διαφορετικός χαρακτήρας, αλλά τον συμπλήρωνε ιδανικά στο γήπεδο. Το 04′ έκλεισε τον κύκλο του στην ΑΕΚ και έκανε κάποια σύντομα περάσματα από την Κολωνία και τον Εθνικό, προτού κρεμάσει τα παπούτσια του.
Ενδιάμεσα όμως είχε κατακτήσει την κορυφή της Ευρώπης στο EURO της Πορτογαλίας. Σκόραρε το κρίσιμο γκολ με πέναλτι απέναντι στη Βόρεια Ιρλανδία, που σφράγισε την πρόκριση στα τελικά, και μολονότι στα γήπεδα της Πορτογαλίας δεν ήταν συνήθως στο βασικό σχήμα, είχε καθοριστική συμβολή με την ασίστ στο Χαριστέα απέναντι στην -αγαπημένη του- Ισπανία στον όμιλο -τόσο απλό σα να βάζεις ένα ποτήρι νερό όπως είπε μετά- και το κόρνερ που έφτασε στο κεφάλι του Δέλλα στον ημιτελικό με τους Τσέχους.
Η αποχώρησή του από την ενεργό δράση ήταν διακριτική, σε αντίθεση με την επιστροφή του στην επικαιρότητα, που έγινε πάντως σταδιακά. Αρχικά κλήθηκε ως σχολιαστής αγώνα με το κοινό στα social media να τρολάρει την αργή, χαρακτηριστική του ομιλία, καθώς μιλούσε πιο αργά κι από όσο έτρεχε στο γήπεδο ως παίκτης. Στα κοντά ήρθε και μια μίμηση του Μητσικώστα που απογείωσε το σχετικό τρολάρισμα.
Κι ύστερα… ήρθαν οι μέλισσες. Και το κεντρί του Τσιάρτα με το φασιστικό δηλητήριο, που ξεχυνόταν σε κάθε αφορμή, με ομοφοβικά και εθνικιστικά σχόλια, πχ για τη σημαία που δεν πρέπει να κρατάνε αλλοδαποί μαθητές, για να του δώσει πληρωμένη απάντηση ο Μπαντής, ποστάροντας μια φωτογραφία από το EURO του 04′ με το Ρεχάγκελ και το ειρωνικό σχόλιο “πάρτε τη σημαία από το Γερμανό”.
Ένας φασιστικός οχετός που δεν καλύπτεται πολιτικά καν από τη Νέα Δημοκρατία, αλλά τάχθηκε ανοιχτά με τη Νέα Δεξιά του Φαήλου Κρανιδιώτη, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά πως το ταλέντο και η ποδοσφαιρική μαγεία μπορούν να σε κάνουν σπουδαίο παίκτη, όχι όμως και άνθρωπο.
Όπως σχολίασε και ο δικός μας Μώμος -που γράφει λίγα και καλά.
Όταν άκουγα πως ο Τσιάρτας είναι αργός, για χρόνια νόμιζα στα πόδια.
— momus (@momus_monologue) September 5, 2018