«Αυτό είναι ένα ρολόι για 80χρονους, όχι για τους νέους και υγιείς, όπως οι περισσότεροι πελάτες (της Apple)» έγραψε ο Ζίγκι Γουίτμαν, καθηγητής Καρδιολογίας στο πανεπιστήμιο του Τεμπλ, στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ. Ηταν ίσως η πρώτη «διάγνωση» για το νέο έξυπνο ρολόι της Apple, το οποίο μεταξύ άλλων θα προειδοποιεί τους κατόχους του για συμπτώματα κολπικής μαρμαρυγής. Και ενώ αρκετοί ακόμη γιατροί απορούσαν γιατί ένας 80χρονος να χρειάζεται τις υπόλοιπες εφαρμογές που προσφέρει το iWatch και γιατί ένας νέος να κουβαλά μια συσκευή ελέγχου κολπικής μαρμαρυγής, η κυκλοφορία της νέας συσκευής άνοιξε σε όλους εμάς ένα παράθυρο για να παρακολουθήσουμε μια νέα αγορά δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Οι λεγόμενες εφαρμογές υγείας για κινητά ξεπέρασαν τα τελευταία χρόνια τις 150.000, δημιουργώντας μια αγορά που μέχρι το 2020 αναμένεται να αγγίξει τα 31 δισεκατομμύρια δολάρια. Ηδη σε χώρες όπως η Γερμανία, ένας στους τρεις πολίτες συλλέγουν μόνοι τους στοιχεία που αφορούν την υγεία τους με εφαρμογές ηλεκτρονικών συσκευών.

Η σχετική τεχνολογία υπόσχεται να ανατρέψει τα δεδομένα στον χώρο της υγείας προσφέροντας έγκαιρη διάγνωση αλλά και συμβουλές για έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής, που θα αποτρέπει την εκδήλωση δεκάδων παθήσεων. Για άλλη μια φορά, όμως, η τεχνολογία αναπτύσσεται στο λάθος οικονομικό σύστημα.

Ενας από τους πρώτους κλάδους που έσπευσαν να εκμεταλλευτούν τις νέες εφαρμογές ήταν οι ασφαλιστικές εταιρείες υγείας που επιχειρούν να συγκεντρώσουν πληροφορίες για τους πελάτες τους. Η σχετική τεχνογνωσία αναπτύχθηκε ιδιαίτερα από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 στη Νότια Αφρική, η οποία έχει μετατραπεί σε μια «Disneyland» των ασφαλιστικών εταιρειών, που συλλέγουν στοιχεία για την κατάσταση της υγείας αλλά ακόμη και τις καθημερινές συνήθειες των πελατών τους.

Εταιρείες όπως η Discovery, που σήμερα συνεργάζονται με ασφαλιστικούς κολοσσούς όπως η ιταλική Generali (την τρίτη μεγαλύτερη στην Ευρώπη), άρχισαν να προσφέρουν στους πελάτες τους εκπτώσεις στα ασφάλιστρα με την προϋπόθεση πως αυτοί θα ακολουθούσαν έναν συγκεκριμένο τρόπο «υγιεινής ζωής». Οσοι δέχονται να πραγματοποιήσουν ιατρικές εξετάσεις και να δώσουν τα αποτελέσματα στην εταιρεία, εισέρχονται στη «χάλκινη βαθμίδα» και δικαιούνται έκπτωση από 7% έως 10%.

Στη συνέχεια, εάν ακολουθούν συγκεκριμένες διατροφικές συνήθειες και τρόπο ζωής (όπως το να γραφτούν σε κάποιο γυμναστήριο) και αν συνεχίσουν να τροφοδοτούν την εταιρεία με πληροφορίες για τις καθημερινές τους δραστηριότητες, κερδίζουν πόντους που αντιστοιχούν σε μεγαλύτερες βαθμίδες (αργυρή, χρυσή και πλατινένια) και ανάλογες προσφορές στα ασφάλιστρα.

Ολοι θα είμαστε συνδεδεμένοι με όλους, ακόμη και όταν χέ***με – Μπρέντα Κούπερ, συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας

Το επόμενο βήμα για τις μεγάλες ασφαλιστικές είναι να αποκτήσουν πρόσβαση στα στοιχεία που καταγράφουν τα λεγόμενα wearables, δηλαδή συσκευές που φοράμε (όπως ρολόγια, παπούτσια ή ακόμη και γυαλιά) και μπορούν να καταγράφουν στοιχεία όπως το βάρος μας, την αρτηριακή μας πίεση ή ακόμη και τις διατροφικές μας συνήθειες. Αρκετές ασφαλιστικές άρχισαν να συνεργάζονται γι’ αυτόν τον λόγο με εταιρείες όπως η Garmin (που κατασκευάζει συσκευές καταγραφής της φυσικής άσκησης) και η Adidas, η οποία εκτός από τα αθλητικά είδη προσφέρει και την εφαρμογή Runtastic, που καταγράφει τις διαδρομές και την ταχύτητα όσων κάνουν τζόκινγκ.

Αν και οι ασφαλιστικές υποστηρίζουν ότι δεν πραγματοποιούν αρνητικές διακρίσεις (δηλαδή δεν επιβάλλουν υψηλότερα ασφάλιστρα και δεν αποκλείουν πελάτες λόγω της φυσικής τους κατάστασης), οργανώσεις προστασίας των καταναλωτών σε όλο τον κόσμο προειδοποιούν για τον κίνδυνο ενός «ασφαλιστικού απαρτχάιντ». Οι άνθρωποι, δηλαδή, που θα έχουν περισσότερο ανάγκη την ασφάλιση, λόγω της κακής κατάστασης της υγείας τους, θα καλούνται να πληρώνουν υψηλότερα ασφάλιστρα ή δεν θα γίνονται δεκτοί από τις ασφαλιστικές.

Η κυνική (φιλελεύθερη) απάντηση, η οποία φαίνεται να δανείζεται επιχειρήματα και από τον κοινωνικό δαρβινισμό, είναι ότι όσοι φροντίζουν την υγεία τους δικαιούνται κάποια ανταμοιβή σε σχέση με αυτούς που δεν ασκούνται και δεν προσέχουν τη διατροφή τους.

Πίσω από την «αριστεία» του fitness, όμως, κρύβεται και πάλι… ο ταξικός πόλεμος. Οπως εξηγούσε πριν από μερικούς μήνες η Μπόμπι Τόμασον, καθηγήτρια στη σχολή management του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ, δεν είναι εύκολο για έναν άνθρωπο που κάνει τρεις δουλειές για να επιβιώσει ή που δεν έχει χρήματα να προσλάβει μια νταντά για το παιδί του, να γυμνάζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Αντίστοιχα ο ίδιος άνθρωπος δεν έχει συνήθως ούτε τα χρήματα αλλά ούτε και τον χρόνο για να αγοράσει ή να παρασκευάσει ένα πραγματικά υγιεινό γεύμα.

Και μερικά ακόμη γκάτζετ και ορισμένες εφαρμογές για κινητά δεν πρόκειται να αλλάξουν αυτή την εικόνα.

INFO
Διαβάστε:
Το ολιγοπώλιο του διαδικτύου (Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις)
Ο Νίκος Σμυρναίος γράφει για τις σχέσεις των ανθρώπων και τις σχέσεις παραγωγής στη “χώρα” της Google, της Apple, και του Facebook.

Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα των Συντακτών – 15/9/2018