Πηγή: Info-war
Πηγή: Niles Niemuth – wsws.org
Μετάφραση/Επιμέλεια: Ανδρέας Κοσιάρης
«Η Άμαζον δεν μας αφήνει να φύγουμε». Αυτό ήταν το τελευταίο γραπτό μήνυμα που έστειλε ο Λάρι Βίρντεν στην επί 13 χρόνια σύντροφό του, Σερί Τζόουνς, προτού αυτός και πέντε συνάδελφοί του σκοτωθούν την περασμένη Παρασκευή το βράδυ, όταν ένας τυφώνας κατέστρεψε το κέντρο διαλογής της Amazon στο Έντουαρντσβιλ του Ιλλινόι.
Το ξέσπασμα τυφώνων που διέσχισαν τις κεντρικές Ηνωμένες Πολιτείες την Παρασκευή το βράδυ προς το πρωί του Σαββάτου, αφήνοντας στο διάβα τους θάνατο και καταστροφή από το Άρκανσο μέχρι το Κεντάκι, ξεσκέπασε την πραγματικότητα των βάρβαρων συνθηκών εργασίας στην καρδιά της Αμερικής και τη γυμνή αδιαφορία των κυρίαρχων ελίτ για τις ζωές των εργατών.
Ήταν οι πιο θανατηφόροι Δεκεμβριάτικοι τυφώνες στην αμερικανική ιστορία, σκοτώνοντας τουλάχιστον 88 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και παιδιά, με πολλούς ακόμη να αγνοούνται. Οι νεκροί αναμένεται να ανέλθουν σε πάνω από 100, καθώς οι διασώστες χτενίζουν τους σωρούς από συντρίμμια και οι βαριά τραυματίες υποκύπτουν στα τραύματά τους. Σπίτια σηκώθηκαν στον αέρα σαν κομμάτια χαρτί καθώς οικογένειες έψαχναν απελπισμένα καταφύγιο στις τουαλέτες τους και εργοστάσια κατέρρευσαν με τους εργάτες ακόμα μέσα.
Οι προειδοποιήσεις τυφώνων είχαν έρθει πολλές ώρες πριν την καταστροφή, αλλά αγνοήθηκαν από τους διευθυντές των εργοστασίων στο κέντρο διαλογής της Amazon στο Έντουαρντσβιλ του Ιλλινόι και το εργοστάσιο κεριών της Mayfield Consumer Products στο Μέιφιλντ του Κεντάκι, ώστε να συνεχιστεί σε πλήρεις ρυθμούς η εορταστική παραγωγή με τα Χριστούγεννα να απέχουν μόλις δύο εβδομάδες. Η παραγωγή δεν μπορούσε να διακοπεί ούτε για μία βάρδια ώστε να διασφαλιστεί η ασφάλεια των εργατών, διότι θα υπέσκαπτε τα κέρδη των εταιρειών.
Οι εργάτες στο εργοστάσιο του Μέιφιλντ αναφέρουν πως η διεύθυνση απείλησε να απολύσει όποιον αποχωρούσε για να βρει ασφαλές καταφύγιο έπειτα από την έκδοση πολλαπλών προειδοποιητικών για τυφώνες στην περιοχή. «Ακόμα και με τέτοιο καιρό θα με απολύσετε;», ρώτησε έναν διευθυντή ο 20χρονος εργάτης Έβαν Τζόνσον. Η απάντηση που έλαβε ήταν, «Ναι». Σύμφωνα με τον Τζόνσον, πάρθηκαν παρουσίες για να διευκρινιστεί αν κάποιος εργάτης είχε αποχωρήσει.
Ο χειριστής ανυψωτή Μαρκ Σάξτον, 37 ετών, επιβεβαίωσε στο NBC News πως δεν δόθηκε στους εργάτες η επιλογή να επιστρέψουν στα σπίτια τους, αλλά στάλθηκαν εκ νέου στη γραμμή παραγωγής μετά το πρώτο προειδοποιητικό για τυφώνα. «Αυτό είναι το θέμα. Θα έπρεπε να μπορούμε να φύγουμε», εξήγησε ο Σάξτον. «Ήρθε το πρώτο προειδοποιητικό και απλά μας μάζεψαν σε έναν διάδρομο. Μετά το προειδοποιητικό, μας έστειλαν και πάλι για δουλειά. Ποτέ δεν μας πρότειναν να πάμε σπίτι».
Όταν χτύπησε ο τυφώνας, ισοπέδωσε το εργοστάσιο κεριών στο Κεντάκι, παγιδεύοντας δεκάδες εργάτες στα συντρίμμια του και αφήνοντας οκτώ νεκρούς. Οι εργάτες δούλευαν μέχρι και για μόλις 8 δολάρια την ώρα, σε βάρδιες 10-12 ωρών με υποχρεωτικές υπερωρίες. Υπήρχαν επίσης κρατούμενοι που εργάζονταν στο εργοστάσιο υπό τη φύλαξη ενός αστυνομικού ο οποίος σκοτώθηκε στην κατάρρευση.
Από την πλευρά της, η Amazon αρνήθηκε να ακυρώσει τη βάρδια στο Έντουαρντσβιλ. Καθώς η απειλή μεγάλωνε, η διεύθυνση επιχείρησε να φυγαδεύσει τους εργάτες σε περιοχές ασφαλείας εντός του κτηρίου, όμως η σαθρή του κατασκευή δεν του επέτρεψε να αντέξει τον αέρα και κατέρρευσε γύρω τους σκοτώνοντας έξι.
Καθώς τα νέα της καταστροφής στις εγκαταστάσεις της Amazon στο Ιλλινόι έγιναν γνωστά, εργάτες της εταιρείας από όλη τη χώρα έσπευσαν στην εσωτερική εφαρμογή μηνυμάτων της για να εκφράσουν τις ανησυχίες τους για την έλλειψη συνθηκών ασφαλείας.
«Δουλεύω εδώ εξίμισι χρόνια και δεν έχω λάβει μέρος ποτέ σε άσκηση ασφαλείας για τυφώνες, όπως επίσης και σε άσκηση ασφαλείας για πυρκαγιά εδώ και περίπου δύο χρόνια», έγραψε ένας εργαζόμενος, σύμφωνα με το The Intercept. «Όλη αυτή η κατάσταση με κάνει να σκέφτομαι ότι οι εγκαταστάσεις μας πρέπει να αναθεωρήσουν τις ασκήσεις ασφαλείας τους, διότι ποτέ δεν ξέρεις πότε θα χτυπήσει η καταστροφή και η τραγωδία».
Η Amazon έχει δεσμευτεί να προσφέρει 1 εκατ. δολάρια για τις προσπάθειες ανάκαμψης στο Έντουαρντσβιλ, ποσό που ισούται με όσα προσθέτει στην καθαρή του αξία ο ιδρυτής της εταιρείας Τζεφ Μπέζος κάθε επτά λεπτά. Ενώ οι εργάτες του σκοτώνονταν στον τυφώνα, ο Μπέζος εκμεταλλεύτηκε το Σαββατοκύριακό του για να οργανώσει ένα πολυτελές πάρτι και να εκτοξεύσει τον πύραυλό του «Blue Origin» στο διάστημα. Σύμφωνα με αναφορές, ο Μπέζος έχει ξοδέψει 5,5 δισ. δολάρια για τη διαστημική του εταιρεία.
Οι τυφώνες δεν είναι ένα σπάνιο ή απρόβλεπτο φαινόμενο στην κεντρικές και νότιες Ηνωμένες Πολιτείες. Οι μετεωρολόγοι μπορούν να προβλέπουν τη δημιουργία και την πορεία τους με σημαντική ακρίβεια. Πράγματι, η πρώτη προειδοποίηση από την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία ήρθε νωρίς το πρωί της Πέμπτης και οι τοπικοί σταθμοί ειδήσεων στο Σεντ Λούις, το Μιζούρι και την Παντούκα στο Κεντάκι ανέφεραν την πιθανότητα έντονων καταιγίδων ήδη από την Τετάρτη.
Η καταστροφή που προκαλούν τακτικά αυτές οι καταιγίδες δεν είναι αναπόφευκτη, καθώς με τα σωστά υλικά και τεχνικές τα σπίτια και τα εργοστάσια μπορούν να κατασκευαστούν ώστε να αντέξουν ισχυρούς ανέμους και χαλάσματα. Καταφύγια έκτακτης ανάγκης μπορούν να κατασκευαστούν για να προστατεύσουν οποιονδήποτε πιαστεί στο διάβα αυτών των καταιγίδων. Όμως, στο κυνήγι του κέρδους, οι πιο ακριβές αυτές επιλογές συχνά αγνοούνται, και φτηνά σπίτια, όπως τα τροχόσπιτα, είναι συχνά η μόνη επιλογή για τους κατοίκους των ευπαθών σε τυφώνες περιοχών.
Αυτό που αποκαλύπτει αυτή η τελευταία καταστροφή, είναι η πλήρης αδιαφορία της αμερικανικής κυρίαρχης τάξης για τις ζωές της εργατικής τάξης. Η δολοφονική τους πεποίθηση είναι πως οι εργάτες είναι αναλώσιμοι. Αν πεθάνουν, πέθαναν· ένας άλλος εργάτης μπορεί να πάρει τη θέση τους και η ασφαλιστική θα καλύψει τα υπόλοιπα.
Αυτή η δολοφονική αδιαφορία για τη ζωή έγινε πλήρως εμφανής με τις πολιτικές καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας της CoViD-19, που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο περισσότερων από 800.000 Αμερικανών. Οι εργοδότες σε όλη τη χώρα έχουν προσπαθήσει να αποκρύψουν εξάρσεις του ιού και να καταστείλουν πληροφορίες για νεκρούς εργάτες. Περισσότεροι από 3.600 υγειονομικοί εργαζόμενοι σκοτώθηκαν από τον ιό μονάχα στο πρώτο έτος της πανδημίας. Εκατοντάδες δάσκαλοι και σχολικό προσωπικό έχασαν τη ζωή τους καθώς τα σχολεία λειτούργησαν ως κέντρα υπερμετάδοσης σε όλη τη χώρα. Η Amazon παραδέχτηκε τον Οκτώβριο του 2020 πως 20.000 υπάλληλοί της βρέθηκαν θετικοί στον ιό. Ο αριθμός των νεκρών παραμένει άγνωστος καθώς η εταιρεία συνεχίζει να αποκρύπτει τους αριθμούς.
Η αντίθεση στα λοκντάουν που στήριξε ο πρόεδρος Τραμπ συνεχίστηκε υπό τον πρόεδρο Μπάιντεν με τη στρατηγική του «μόνο εμβόλια», ενώ αντιμετώπιζε πιο μεταδοτικές μεταλλάξεις του ιού. Το αποτέλεσμα ήταν περισσότεροι θάνατοι στο δεύτερο έτος της πανδημίας από ό,τι στο πρώτο. Κατά μέσο όρο, 1300 Αμερικανοί συνεχίζουν να πεθαίνουν κάθε μέρα από την CoViD-19.
Όπως τα θύματα του κορονοϊού, έτσι και όσοι σκοτώθηκαν στις καταιγίδες του περασμένου Σαββατοκύριακου είναι τα θύματα κοινωνικής δολοφονίας. Ενώ ο απόηχος της διαβόητης πυρκαγιάς Triangle Shirtwaist (που σκότωσε 146 κυρίως εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη) το 1911 πυροδότησε ένα κίνημα για την εφαρμογή συνθηκών ασφαλείας στους χώρους εργασίας, τίποτα τέτοιο δεν αναμένεται αυτή τη φορά. Η Amazon μπορεί να περιμένει ένα «χτύπημα στο χέρι» με τη μορφή προστίμου από τις υπηρεσίες υγείας και ασφάλειας, κάτι που οι διευθύνοντες ήδη υπολογίζουν ως λειτουργικό κόστος.
Οι εργάτες της Amazon και κάθε χώρου εργασίας πρέπει να οργανώσουν επιτροπές ασφαλείας για να φέρουν τη διεύθυνση προ των ευθυνών της για τα εγκλήματά της και να διασφαλίσουν ασφαλείς συνθήκες εργασίας, είτε η απειλή έρχεται από τον καιρό είτε από την CoViD-19. Ο πλούτος δισεκατομμυριούχων όπως ο Τζεφ Μπέζος πρέπει να απαλλοτριωθεί και οι μεγάλες επιχειρήσεις όπως η Amazon να τεθούν υπό τον δημοκρατικό έλεγχο της εργατικής τάξης. Οι ζωές της εργατικής τάξης πρέπει να προτεραιοποιηθούν έναντι του κέρδους και οι ίδιοι οι εργάτες να αναλάβουν τον έλεγχο της κοινωνίας και να λειτουργήσουν την οικονομία σύμφωνα με τις ανθρώπινες ανάγκες.