Άρης Χατζηστεφάνου. Πηγή: Info-war.gr

Η πρόταση του Κ. Μητσοτάκη (με την καταρχήν σύμφωνη γνώμη του Αλ. Τσίπρα) να αναλάβει το Ιδρυμα Νιάρχος τη συντήρηση των πυροσβεστικών αεροσκαφών, ανοίγει και στην Ελλάδα τη συζήτηση για το ρόλο που μπορεί να παίξει ο ιδιωτικός τομέας στις υπηρεσίες πυρόσβεσης. Μία συζήτηση η οποία στην αρχαία Ρώμη έκλεισε το 6 μ.Χ.

 

Ελάχιστοι στις ΗΠΑ θυμούνται τον Ουίλιαμ Τουίντ, έναν από τους μεγαλύτερους γαιοκτήμονες και πολιτικούς παράγοντες στη Νέα Υόρκη του 19ου αιώνα. Ο Τουίντ ξεκίνησε την αυτοκρατορία του συμμετέχοντας σε ομάδες «εθελοντικής» πυρόσβεσης – στην πραγματικότητα συμμορίες που έσβηναν φλεγόμενα κτίρια για λογαριασμό ασφαλιστικών εταιρειών.

Ο ανταγωνισμός μεταξύ των ομάδων ήταν τόσο ισχυρός, ώστε συχνά εμπλέκονταν σε αιματηρές οδομαχίες μπροστά από φλεγόμενα κτίρια. Για να εξασφαλίσεις υπηρεσίες πυρόσβεσης για το σπίτι σου, έπρεπε όχι μόνο να είσαι πλούσιος αλλά και τυχερός, ώστε οι ιδιώτες πυροσβέστες να μην αυτοεξοντωθούν μπροστά στα σκαλοπάτια σου, χάριν του ελεύθερου ανταγωνισμού.

Στην αρχαία Ρώμη η αντίστοιχη αποτυχία των ιδιωτικών πρωτοβουλιών πυρόσβεσης οδήγησε τον αυτοκράτορα Αύγουστο να δημιουργήσει το πρώτο δημόσιο σώμα πυροσβεστών ήδη από το 6 μ.Χ. Δυστυχώς, όμως, μερικούς αιώνες αργότερα η έλευση του καπιταλισμού έφερε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως τη Βρετανία στην προ Χριστού εποχή της ιδιωτικής πυρόσβεσης.

Αν και οι συγκεκριμένες ιστορίες ακούγονται σήμερα εξωπραγματικές, αντίστοιχα περιστατικά καταγράφονται σε άλλους κλάδους υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης που ελέγχονται από ιδιώτες: Στις ΗΠΑ αρκετοί ασθενείς αρνούνται να επιβιβαστούν σε ιδιωτικά ασθενοφόρα ακόμη και ύστερα από σοβαρά ατυχήματα, γνωρίζοντας ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το κόστος της διακομιδής μπορεί να φτάσει και τα 8.000 δολάρια.

Οι ιδιώτες, όμως, φορούν πάλι και τη στολή του πυροσβέστη περνώντας από την κερκόπορτα της δασοπυρόσβεσης. Σε περιοχές όπως η Καλιφόρνια, που αντιμετωπίζουν και τα μεγαλύτερα προβλήματα πυρκαγιών, οι ιδιώτες ελέγχουν πλέον πάνω από το 40% του κλάδου, κυρίως μέσω υπεργολαβιών.

 

Το βασικό επιχείρημα υπέρ της ιδιωτικής δασοπυρόσβεσης ήταν ότι θα μείωνε το κόστος αφού η κρατική πυροσβεστική θα μίσθωνε τις υπηρεσίες της μόνο για τις ημέρες των πυρκαγιών. Το αποτέλεσμα, βέβαια, ήταν ότι οι συγκεκριμένες εταιρείες άρχισαν να πληρώνονται και για την περίοδο που έμεναν αδρανείς. H 10 Tanker LLC, παραδείγματος χάριν, που παρέχει υπηρεσίες εναέριας κατάσβεσης, χρεώνει 50.000 δολάρια την ημέρα για να διατηρεί δύο αεροσκάφη σε επιφυλακή και 20.000 δολάρια για κάθε ώρα πτήσης.

Σύντομα οι ιδιωτικές εταιρείες πυρόσβεσης απέκτησαν τα δικά τους λόμπι, που ασκούσαν τρομακτικές πιέσεις στους πολιτικούς για να ενισχύουν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Ο Μάικλ Κόντας, διευθυντής του τμήματος περιβαλλοντικής δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, κάνει λόγο για ένα νέο πυροβιομηχανικό σύμπλεγμα (κατά το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα του Αϊζενχάουερ) το οποίο συνέβαλε στο να εκτιναχθεί το κόστος της δασοπυρόσβεσης στις ΗΠΑ από το ένα δισ. δολάρια τη δεκαετία του 1990 στα τρία δισ. δολάρια σήμερα.

 

Μιλώντας στην «Εφ.Συν.» ο Κόντας εξηγεί ότι γύρω από τους πυροσβέστες δημιουργήθηκε ένας ολόκληρος κλάδος που επιβιώνει μόνο από τις πυρκαγιές προσφέροντας από κινητά καθαριστήρια και τουαλέτες μέχρι πυροσβεστικά αεροσκάφη. Το χειρότερο όμως είναι ότι οι ιδιώτες πυροσβέστες σβήνουν και φωτιές που… δεν πρέπει να σβήσουν.

Μέχρι τη δεκαετία του 1960 η αμερικανική υπηρεσία δασοπυρόσβεσης ακολουθούσε το λεγόμενο δόγμα των «10 π.μ.» – κάθε πυρκαγιά έπρεπε να έχει αντιμετωπιστεί μέχρι το πρωί της επόμενης ημέρας. Ακόμη δηλαδή και η μικρότερη εστία σε μια απομακρυσμένη, ακατοίκητη περιοχή έπρεπε να αντιμετωπίζεται άμεσα και αποτελεσματικά. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, όμως, νέες μελέτες έδειξαν ότι η συγκεκριμένη πρακτική είχε καταστροφικές συνέπειες για το περιβάλλον.

Οι πυρκαγιές, όταν δεν προέρχονται από εμπρησμό ή άλλους ανθρώπινους παράγοντες, επιτρέπουν στα δάση να αναζωογονηθούν και να καταστρέψουν άχρηστη καύσιμη ύλη – νεκρούς κορμούς, χόρτα κτλ. Σβήνοντας αυτές τις μικρές φωτιές οι πυροσβέστες δημιουργούσαν άθελά τους τις συνθήκες για να εκδηλωθούν γιγαντιαία και εντελώς ανεξέλεγκτα πύρινα μέτωπα.

Η σημασία της φυσικής αναγέννησης από τις πυρκαγιές είναι τόσο μεγάλη ώστε ορισμένοι δασολόγοι δηλώνουν δημοσίως ότι είναι καλύτερα για το κοινωνικό σύνολο να καούν και μερικά απομακρυσμένα και ερημικά σπίτια. Καθώς όμως οι ιδιωτικές εταιρείες εισήλθαν στον χώρο της δασοπυρόσβεσης, μας εξηγεί ο Μάικλ Κόντας, «ήθελαν να σβήνουν ακόμη και τις φωτιές που ήταν ευεργετικές για το δάσος».

Οπως συνέβη και με τις ιδιωτικές φυλακές, το νέο επιχειρηματικό μοντέλο απαιτούσε και νέους «πελάτες», στη συγκεκριμένη περίπτωση περισσότερες πυρκαγιές.

Αποτελεί, λοιπόν, η πρόταση Μητσοτάκη μια κερκόπορτα για την είσοδο ιδιωτών και στον χώρο της δασοπυρόσβεσης; Ισως ναι, αλλά ίσως και όχι. Το βέβαιο είναι ότι η πρόταση είναι άνευ περιεχομένου. Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, όταν μια κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει την ασφάλεια των πολιτών της, λόγω οικονομικών δυσχερειών, έχει το δικαίωμα να βρει χρήματα διακόπτοντας την αποπληρωμή των δανειακών της υποχρεώσεων. Δεν έχει όμως καμία υποχρέωση να παραδίδει αρμοδιότητες του κράτους σε ιδιώτες χορηγούς.

INFO
Διαβάστε:
Megafire
Μια πολιτική και οικονομική ματιά στο παγκόσμιο φαινόμενο των πυρκαγιών με αναφορές και στην Ελλάδα από τον Μάικλ Κόντας. Πέρασε στα 20 ευπώλητα της Amazon για το 2017.

Άρης Χατζηστεφάνου
Εφημερίδα των Συντακτών – 28/7/2018

Πρωτότυπος τίτλος: Η πολιτική οικονομία του πυροσβέστη